Μια πληγή χαίνουσα. Άνθρωποι σε απόγνωση. Σε αυτοκριτική, που δεν μπορεί να μη γίνει. Ο πόνος δίνει σε ορισμένες ψυχές ένα είδος συνειδήσεως. Συμπεριφέρονται όπως τα στρείδια στο λεμόνι… Τέτοιοι είναι οι ήρωες του Ευγένιου Ο΄ Νηλ στο δυνατότερο έργο της συγγραφικής του πορείας. Σ΄ αυτό που περιγράφει τη ζωή του. Στο «Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα», που θα πρωτοπαρουσιαστεί το 1956 και θα του χαρίσει ένα ακόμη Πούλιτζερ, αλλά μάλλον ποσώς τον αφορά η βράβευση. Αυτό το έργο είναι η γύμνια του. Η αυτοβιογραφία του. Και χρειάστηκε πολλά χρόνια για να μαζέψει το κουράγιο και τη δύναμη και να την ολοκληρώσει, με «δάκρυα και αίμα».

Ένα κείμενο ανατριχιαστικά βαρύ και βαθύ, γεμάτο μεστούς κυκλικούς διαλόγους, με δυνατά ψήγματα κυνισμού, είναι αυτό το ταξίδι του Ο΄Νηλ, που ξετυλίγεται υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Δημήτρη Καρατζά επάνω στη σκηνή του θεάτρου Κεφαλληνίας με ταξιδιώτες τη Μπέττυ Αρβανίτη, τον Αλέξανδρο Μυλωνά, τον Αινεία Τσαμάτη, τον Βασίλη Μαγουλιώτη και την Ελίνα Ρίζου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μία φιλοσοφημένη σκηνοθεσία, όπου τα μικρόφωνα ανεβαίνουν μετατρέποντας σε κραυγές τις ψιθυριστές συζητήσεις στις σκοτεινές γωνιές του σπιτιού και οι ήχοι της αγωνίας (π.χ. τα νύχια της εξαρτημένης μάνας πάνω στο ξύλο της καρέκλας) τρυπώνουν βίαια στον λαβύρινθο των θεατών με ένα σκηνικό (Ελένη Μανωλοπούλου), όπου το χώμα ως κύριο στοιχείο της καθημερινότητας -που μετατρέπεται σε τραπέζι ή σε κρεβάτι- υπερθεματίζει στο ήδη δυνατό μήνυμα του έργου: έρημες ζωές, που την ερημιά τους καθρεφτίζουν έρημοι τόποι, όπως οι τάφοι…

Μία ανασκαφή είναι όλο το έργο. Ένα διαρκές σκάψιμο στα μύχια τους, γιατί αυτό έχουν ανάγκη, αυτό τους λυτρώνει. Να ματώσουν. Να ξεράσουν ό,τι τους αρρωσταίνει κι ό,τι τους κατατρύχει. Κι ας ακροβατούν στην κόψη του χάους, που απειλεί να τους καταπιεί (ή τους έχει καταπιεί ήδη…). Μόνο ο Τζέημς. Μόνο αυτός, ο «συμβιβασμένος» σφιχτοχέρης θεατρίνος, προσπαθεί να ισορροπήσει την αμφιθυμία του, ίσως επειδή δεν κουβαλάει -εμφανώς- το βάρος ψυχικής ή σωματικής αδυναμίας και οφείλει να υπηρετήσει τον τυπικό ρόλο του στυλοβάτη πατέρα. Εύκολη του είναι η αναγωγή στην παιδική του φτώχια, που τον ανάγκασε, καθώς λέει, να δελεαστεί από τις σειρήνες του προσοδοφόρου εμπορικού θεάτρου και να κλοτσήσει τα όνειρά του για ποιοτικό. Τι να πει κανείς για τον Μυλωνά του εγγλέζικου διαμετρήματος; Περπάτημα στη σκηνή για τον όγκο του ο ρόλος του Τζέημς. Όσο για τη μορφινομανή Μαίρη, τη μάνα…

Το θέατρο. Αχ, αυτό το θέατρο. «Αν κάνεις θέατρο, η ζωή σου φαίνεται πολύ μπανάλ… Κυλάει ανούσια και ψυχοφθόρα. Η σκηνή τροφοδοτεί το μέσα σου, το μυαλό σου, την ψυχή σου. Γεννιέσαι και ξαναγεννιέσαι και ξαναγεννιέσαι» συνόψισε κάποτε τη δύναμη της τέχνης της σε μία αράδα μία σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η Μαίρη, η μάνα της ιστορίας, είναι η μήτρα του καλού και του κακού για όλα τα πρόσωπα της οικογένειας. Είναι εκείνη που στήριξε τα όνειρα του άντρα της, που γέννησε τα τρία παιδιά της και έθαψε το ένα εξ αυτών (η μνήμη του τούς στοιχειώνει ακόμη…), που εθίστηκε στη μορφίνη για να διαχειριστεί τους τρομακτικούς πόνους από την τελευταία γέννα. Αλλά κλείνει τα αφτιά της στην εκφορά των προβλημάτων. Η Μαίρη είναι ένας τυπικός, γνώριμος χαρακτήρας όλων των εποχών. Ξέρει τα προβλήματα, τα ζει, δεν θέλει να τ΄ ακούσει. Ξέρει τις αδυναμίες του άνδρα της, τη δυστυχισμένη ζωή του μεγάλου της γιου και τη σοβαρή αρρώστια του μικρού της, που θα τον οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στον θάνατο. Ξέρει τον δικό της εθισμό και τον κρύβει κι από τον εαυτό της. Ξορκίζει… «Αγέραστη», ακαταπόνητη υπό το βάρος των απαιτήσεων αυτής της μάνας, η Αρβανίτη με τα σίγουρα σκηνικά της πατήματα, θα μπολιάζει το κοινό της με όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις, όλο και περισσότερα «θέλω». Γιατί έτσι είναι το κοινό. Όσο το καλομαθαίνεις, τόσο πιο πολλά αξιώνει…

Θαυμάσιοι στους ρόλους των γιων, του μεγάλου (Τζέιμυ) και του μικρού (Έντμοντ), οι Τσαμάτης και Μαγουλιώτης αντίστοιχα. Πεπειραμένοι ηθοποιοί οι δυο τους, με γερά πατήματα, βύθισαν τους θεατές στα προσωπικά αδιέξοδα του συνθλιμμένου από τις συμπληγάδες «μάνα – αδελφός» Τζέιμι και του φυματικού Έντμοντ, που ενδόμυχα αναμετρά το δικό του δράμα με το δράμα της μορφινομανούς μάνας του και χρεώνει στον εαυτό του τη δυστυχία ολόκληρης της οικογένειας. Ερμηνείες με εσωτερικότητα και δυναμική, που επιβραβεύονται στο τελικό χειροκρότημα. Από κοντά και με τη δέουσα αξιοπρέπεια και η Ρίζου ως υπηρέτρια Κάθλιν στον ρόλο που αποσυμπιέζει τη βαριά ατμόσφαιρα.

Το «Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» είναι ένα δυνατό έργο χαρακτήρων, που η αναγωγή του σε πραγματικές καταστάσεις το απογειώνει. Δεν θα μάθουμε ποτέ πώς ακριβώς ένιωθε ο Ο΄Νηλ όταν το έγραφε. Μπορούμε, όμως, να νιώσουμε πώς νοιώθουν οι ήρωες της οδού Κεφαλληνίας όταν το ζωντανεύουν στη σκηνή. Αυτό το ταξίδι είναι μια βαθιά βουτιά στην ανθρώπινη ψυχή κι όποιος πάρει τη μεγαλύτερη ανάσα δρασκελίζοντας το κατώφλι του θεάτρου, διπλά κερδισμένος θα είναι…

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης