Πολλοί Γερμανοί φιλέλληνες «αναζήτησαν την Ελλάδα με την ψυχή», κατά τον Γκαίτε, η κινητοποίησή τους όμως «δεν αρκέστηκε στη φαντασιακή σχέση», αλλά μέσω αυτής «διαμορφώθηκε μια απτή ευρωπαϊκή και νεωτερική πολιτική δυναμική», λέει στην συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Μίλτος Πεχλιβάνος, καθηγητής Νεοελληνικών σπουδών του Freie Universitaet Berlin και Διευθυντής του Κέντρου Νέου Ελληνισμού (CeMoG) του Βερολίνου.

Για να γίνει δε κατανοητή η ένταση αυτής της δυναμικής δίνει το παράδειγμα του παγκόσμιου κινήματος για το Βιετνάμ. «Αν σκεφτούμε πού οδήγησε, μπορούμε να έχουμε μιαν αναλογία για τη σημασία της φιλελληνικής κινητοποίησης στην έκβαση της επανάστασης», όπως λέει.

Στο διεθνές συνέδριο του Βερολίνου (3-5 Νοεμβρίου) με θέμα «Οι γερμανικοί φιλελληνισμοί», θα επιδιωχθεί να φωτισθεί «η διασταύρωση μιας πολιτικής και μιας πολιτισμικής συνιστώσας, του πολιτικού φιλελληνικού κινήματος», προσθέτει.

Κύριε καθηγητά, στην διαδικτυακή συζήτηση για τη «Συμβολή των Γερμανών Φιλελλήνων στον Αγώνα του ’21» την οποία οργάνωσε το Ίδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ της Αθήνας, κάνατε λόγο για τον «αστερισμό των γερμανικών φιλελληνισμών». Γιατί αυτός ο πληθυντικός;

Η ιστορικοποίηση του φαινομένου του φιλελληνισμού θα ισχυριζόμουν πως αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να απαντηθεί το ερώτημά σας. Κατανοώντας έτσι τον φιλελληνισμό όχι υπεριστορικά, αλλά ως κινητοποίηση της διεθνούς δημόσιας σφαίρας υπέρ της ελευθερίας των Ελλήνων τη δεκαετία της επανάστασης, μπορούμε να εστιάσουμε στις διακριτές όψεις του ιστορικού φαινομένου στη βάση της οπτικής των συγκαιρινών.

Ποιες είναι αυτές οι όψεις;

Ο Μέττερνιχ, για παράδειγμα, κατεξοχήν εκπρόσωπος ενός αντι-φιλελληνισμού, ειρωνευόταν την αποστολή εθελοντών από τη Γερμανία στην Ελλάδα, στην οποία αποσκοπούσε ο φιλέλληνας Φρίντριχ Τιρς, κάνοντας λόγο για ένα «νέο Τρωικό πόλεμο». Από την άλλη πλευρά ο παθιασμένος με την ελληνική μυθολογία καθηγητής Καρλ Ότφριντ Μύλλερ, βλέποντας τους Έλληνες φοιτητές του τον Απρίλιο του 1821 να κατεβαίνουν στην Ελλάδα για τον Αγώνα, έγραφε στον ρομαντικό συγγραφέα Λούντβιχ Τικ πως στην περίπτωση της ευτυχούς έκβασης ο ευρωπαϊκός βίος θα έβρισκε έναν καινούριο δρόμο, καθώς η Ευρώπη θα αποκτούσε μια νέα σχέση με τον χρόνο της ελληνικής αρχαιότητας και με τον κόσμο της Ανατολής. Ας μην λησμονήσουμε φυσικά τον Γκαίτε και τον αλληγορικό γάμο του Φάουστ με την Ελένη της Τροίας. Κάπως έτσι συναντήθηκαν ο κλασικισμός και ο ρομαντισμός – οριενταλισμός, αναζητώντας λύσεις για το μέλλον της Ευρώπης στην κρίσιμη εποχή μετά το συνέδριο της Βιέννης το 1815.

Αρκούν αυτά τα παραδείγματα για να εξηγήσουν τον πληθυντικό;

Τα δύο παραδείγματα ονόμασαν ήδη δύο μορφές του φιλελληνισμού, τον φιλελληνισμού της πένας και εκείνον του ξίφους, αλλά και τις ματαιωμένες προσδοκίες και των δύο κατά τον ένα ή τον άλλον τρόπο. Δεν αρκούν όμως μόνο οι δύο αυτές μορφές για να οδηγηθούμε στον πληθυντικό, στους «γερμανικούς φιλελληνισμούς».

Γι΄αυτό και αποφασίσατε να οργανώσετε στις 3-5 Νοεμβρίου στο Βερολίνο συνέδριο με θέμα: «Οι γερμανικοί φιλελληνισμοί»;

Στο συνέδριο που οργανώνει το Κέντρο Νέου Ελληνισμού (CeMoG) του Freie Universität Berlin σε συνεργασία με το Εργαστήριο Ελληνογερμανικών Σχέσεων (ΕΜΕΣ) του ΕΚΠΑ επιδιώκουμε να φωτίσουμε, από τη μια, τη διασταύρωση μιας πολιτικής και μιας πολιτισμικής συνιστώσας, του πολιτικού φιλελληνικού κινήματος και της περιώνυμης στη σχετική βιβλιογραφία πολιτισμικής τυραννίας της αρχαίας Ελλάδας πάνω στη Γερμανία. Από την άλλη, θέλουμε να μελετηθούν με επιμέρους ανακοινώσεις οι μετατοπίσεις αυτής της διασταύρωσης στον ιστορικό χρόνο, στα 200 χρόνια από την Επανάσταση μέχρι τις μέρες μας. Αλλά και τέλος, να τονίσουμε την ποικιλομορφία των κινήτρων που οδήγησαν Γερμανούς ή καλύτερα γερμανόφωνους (για να μην ξεχάσουμε πλάι λ.χ. στη Βαυαρία ή την Πρωσία και την Ελβετία ή την Αυστρία) να γίνουν στη συγκυρία του Αγώνα φιλέλληνες.

Ποια ήταν αυτή η ποικιλομορφία;

Κάποιοι γενεαλόγησαν τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων στη σειρά των σύγχρονών τους εθνικών κινημάτων με τα αιτήματα για πολιτικές ελευθερίες, δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και φυσικά εθνική ενοποίηση. Την ίδια στιγμή που υπήρξε διακριτή η ομάδα που επικέντρωνε στα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, στην διακήρυξη της αδελφοσύνης, του νεωτερικού ιδεώδους της φιλανθρωπίας, υφίσταται προφανώς και μια άλλη ομάδα, εκείνοι δηλαδή οι οποίοι αντλούσαν από την παλαιότερη θρησκευτική αντιπαράθεση ισλαμικού και χριστιανικού κόσμου, από τα επιχειρήματα των σταυροφορικών εγχειρημάτων των πρώιμων νέων χρόνων.

Και οι άλλοι;

Διαφορετικά πάλι γενεαλόγησαν τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων όσοι εκκινούσαν από την παράδοση του ευρωπαϊκού ουμανισμού και κατανοούσαν την αλληλεγγύη ως οφειλή στους απογόνους των αρχαίων Ελλήνων. Ο πληθυντικός αριθμός είναι συνεπώς αναγκαίος για να διακρίνουμε τις διαφορετικές αφετηρίες άρα και κατασκευές μιας «φιλελληνικής ταυτότητας».

Ήταν δηλαδή ο γερμανικός φιλελληνισμός απλώς ιδεαλιστικός και αν ναι πώς αυτό βοήθησε την Ελληνική Επανάσταση;

Ας παραθέσω και εδώ την περίφημη φράση του Γκαίτε στη δική του «Ιφιγένεια εν Ταύροις» για την εξόριστη Ιφιγένεια που αναζητούσε «με την ψυχή τη χώρα των Ελλήνων. Έτσι το έπραξαν και πολλοί Γερμανοί φιλέλληνες: αναζήτησαν την Ελλάδα «με την ψυχή». Αυτό δεν σημαίνει όμως πως η φιλελληνική κινητοποίηση αρκέστηκε στη φαντασιακή σχέση. Υπήρξε την ίδια στιγμή σχέση πολιτική. Θέλω να τονίσω πως μέσω αυτού του φαινομένου διαμορφώθηκε μια απτή ευρωπαϊκή και νεωτερική πολιτική δυναμική. Και αυτή η απτή ευρωπαϊκή και νεωτερική πολιτική δυναμική απαντά στο ερώτημα πώς βοήθησαν την ελληνική Επανάσταση οι γερμανικοί φιλελληνισμοί.

Τι σήμαινε αυτό στην πράξη;

Για να δώσουμε μιαν αίσθηση της έντασης, με την οποία υποδέχτηκαν κάποιοι και κάποιοι άλλοι φοβήθηκαν την ελληνική επανάσταση, αρκεί να καταφύγουμε, έστω αναχρονιστικά, σε πιο πρόσφατα ιστορικά παραδείγματα, όπως είναι το ριζοσπαστικό κίνημα που ξέσπασε παγκοσμίως τον 20ό αιώνα με καταλύτη τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Αν σκεφτούμε πού οδήγησε ως προς την έκβαση στο Βιετνάμ αυτή η κινητοποίηση της δημόσιας σφαίρας, μπορούμε να έχουμε μιαν αναλογία για τη σημασία της φιλελληνικής κινητοποίησης στην έκβαση της επανάστασης.

 Σχετίζονται οι «γερμανικοί φιλελληνισμοί» με τους άλλους ευρωπαϊκούς;

Βάσει όσων έχω υποστηρίξει δεν θα ήταν απλό να κατασκευάσουμε ένα ιδεοτυπικό γερμανικό φιλελληνισμό και να τον αντιπαραβάλουμε με άλλους εξίσου ιδεοτυπικούς εθνικούς φιλελληνισμούς. Πρόκειται αντίθετα για φαινόμενα διεθνικά και διασταυρούμενα. Από ένα σημείο και εξής δεν μπορούμε λ.χ. να κατανοήσουμε χωρίς τον Λόρδο Βύρωνα το τι συμβαίνει στη Γερμανία. Από την άλλη, είναι επίσης αδύνατο να κατανοήσουμε τη γερμανική κινητοποίηση ερήμην του γαλλογερμανικού άξονα. Για παράδειγμα ο σημαντικότατος και μαχητικός φιλέλληνας Καρλ Γιάκομπ Ίκεν, που με τις περιοδικές του εκδόσεις συνέβαλε όσο λίγοι στο να κινητοποιηθεί η γερμανική δημόσια σφαίρα, βρισκόταν πάντοτε σε ανοικτή γραμμή με το Παρίσι και με τον Αδαμάντιο Κοραή. Το 1822 και το 1823 θα μεταφράσει έτσι στα γερμανικά τόσο το Υπόμνημά του για τον ελληνικό πολιτισμό όσο και τα σημαντικότατα Προλεγόμενα στην έκδοση των Πολιτικών του Αριστοτέλη.

Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες του γερμανικού φιλελληνισμού;

Η πρώτη ιδιαιτερότητα των γερμανικών εκδοχών του φιλελληνισμού που θα πρέπει να τονίσουμε έγκειται στο ειδικό βάρος της τριαδικής σχέσης Γερμανίας, αρχαίας Ελλάδας και νέου ελληνισμού. Θα τη σκιαγραφήσω με τη στάση ενός Έλληνα φοιτητή, του Ιωάννη Παπαδόπουλου, ο οποίος μεταφράζει στην Ιένα το 1818 την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του Γκαίτε. Τη μετάφρασή του την αφιέρωσε στον συγγραφέα, τον οποίο είχε μάλιστα επισκεφθεί στη Βαϊμάρη, ενώ στον πρόλογο της έκδοσης έγραφε, βοηθώντας μας να μετρήσουμε την «ελληνογερμανική θερμοκρασία» της εποχής, πως με τον τρόπο αυτό η ελληνική αρχαιότητα επέστρεφε από τα γερμανικά εδάφη στην Ελλάδα ως ενέχυρο της ελληνογερμανικής φιλίας, την ίδια στιγμή που η σύγχρονη Γερμανία είχε καλωσορίσει τον νέο Έλληνα, έχοντας πρώτα φιλοξενήσει τους προγόνους του.

Άλλες ιδιαιτερότητες της Γερμανίας;

Δεν γνωρίζω αν υπήρξε κάπου αλλού κάτι αντίστοιχο με τον «κρατικό φιλελληνισμό» του Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας. Όπως άλλωστε σημασία έχει να εντάξουμε την αλληλεγγύη και κινητοποίηση της δημόσιας σφαίρας στη Γερμανία υπέρ της ελευθερίας των Ελλήνων στο πολιτικό πρόβλημα των γερμανικών χωρών, στην πορεία προς την ενοποίηση, προς το γερμανικό 1830 και το γερμανικό 1848. Κρίσιμος είναι στο κεφάλαιο αυτό ο ρόλος του γερμανικού φοιτητικού κινήματος της εποχής, της γερμανικής δηλαδή ακαδημαϊκής ελίτ, που ήδη το 1817 είχε διατυπώσει το πολιτικό πρόγραμμα της ενιαίας πολιτικά θρησκευτικά και οικονομικά Γερμανίας στη βάση των συνταγματικών δικαιωμάτων και της αστικής ελευθερίας. Οι «εξεγερμένοι» φιλελεύθεροι φοιτητές θα συναντήσουν έτσι τους φιλογερμανούς Έλληνες της διασποράς, μια γενιά Ελλήνων που είτε μέσω της Φιλομούσου Εταιρείας είτε από άλλους δρόμους φοιτούσαν στα ίδια πανεπιστήμια.

Εν κατακλείδι, ποια υπήρξε η πρόσληψη του φιλελληνικού φαινομένου στην Ελλάδα;

Ό,τι συνέβη τον 19ο αιώνα υπήρξε η αποϊστορικοποίηση του φαινομένου του φιλελληνισμού, ο οποίος έφτασε να θεωρείται ένα κληροδοτημένο από την αρχαιότητα κτήμα των Νεοελλήνων. Διαβάζουμε λ.χ. το 1925 στο βιβλίο του Μπάμπη Άννινου για τους Φιλέλληνες του 1821: «Ο φιλελληνισμός είναι όλως ιδιαιτέρα δύναμις του Ελληνισμού», καθώς επίσης: «Ουδέν άλλο έθνος, όσον και αν διέπρεψεν εν τη παγκοσμίω ιστορία, έσχε τοσούτους και τηλικούτους ειλικρινείς φίλους, οίους το ελληνικόν». Αυτή η διαδικασία αποϊστορικοποίησης μπορεί να παραβληθεί με τον τρόπο που η γερμανική παιδεία του νεοουμανισμού έφτασε να αντιλαμβάνεται τον ελληνισμό. Ο ελληνισμός θεωρήθηκε, κατά τρόπο επίσης υπεριστορικό, ένα ιστορικό πεπρωμένο των Γερμανών. Αυτή πάντως η σχέση ενός αποϊστορικοποιημένου ελληνισμού και ενός αποϊστορικοποιημένου φιλελληνισμού οδήγησε μέσα από διάφορους μετασχηματισμούς και στη συνεργασία της εθνικοσοσιαλιστικής προπαγάνδας με τον «μεταξικό τρίτο ελληνικό πολιτισμό». Κεντρική στιγμή της σύμπραξης αυτής υπήρξε λ.χ. η έκδοση το 1938 στο Βερολίνο του τόμου «Αθάνατη Ελλάς» / «Unsterbliches Hellas». Πρόκειται για κατασκευές που λίγα χρόνια μετά, το 1941, επρόκειτο να διασαλευθούν μετά την εισβολή της Βέρμαχτ στην Αθήνα και την αλλαγή της εθνικοσοσιαλιστικής στάσης απέναντι στους νεότερους Έλληνες.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης