Η πεποίθηση ότι το σεξ ενισχύει την ευτυχία υποστηρίζεται τόσο από τη διεθνή βιβλιογραφία όσο και από βιβλία αυτοβοήθειας και δημοφιλή αναγνώσματα. Μια νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Carnegie Mellon, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει τη θεωρία που θέλει τη συχνότερη σεξουαλική δραστηριότητα να οδηγεί σε περισσότερη ευτυχία.
Το 2013, μια μελέτη που δημοσιεύτηκε σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό βρήκε ότι τα άτομα που είχαν συχνότερα σεξουαλικές επαφές δήλωναν σταθερά υψηλοτέρα επίπεδα ευτυχίας. Παράλληλα, όσοι πίστευαν ότι έκαναν λιγότερο σεξ συχνά σε σύγκριση με τους ομότιμούς τους ανέφεραν χαμηλότερα επίπεδα ευτυχίας σε σύγκριση με αυτούς που πίστευαν ότι έκαναν περισσότερο ή το ίδιο συχνά.
Η μελέτη βρήκε ότι τα άτομα που έκαναν σεξ μία φορά την εβδομάδα ήταν 44% πιο πιθανό να αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα ευτυχίας σε σύγκριση με αυτά που δεν έκαναν σεξ μέσα στον τελευταίο χρόνο. Το αντίστοιχο ποσοστό ανέβαινε στο 55% για τα άτομα που είχαν σεξουαλικές επαφές μέχρι και τρεις φορές την εβδομάδα.
Στη μελέτη του 2013 οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τα δεδομένα μιας μεγάλης εθνικής έρευνας σε συνδυασμό με πολύπλοκες στατιστικές αναλύσεις για να φτάσουν στα συμπεράσματά τους. Στη νέα μελέτη του Carnegie Mellon, όμως, συμμετείχαν 128 υγιή, ετεροφυλόφιλα, έγγαμα άτομα 35-65 ετών, με σκοπό τη διερεύνηση του πώς η συχνότητα της σεξουαλικής δραστηριότητας επηρεάζει την ευτυχία.
Τα παντρεμένα ζευγάρια χωρίστηκαν με τυχαίο τρόπο σε δύο ομάδες. Στην πρώτη ζητήθηκε από τους ερευνητές να διπλασιάσουν τις εβδομαδιαίες σεξουαλικές επαφές, ενώ στη δεύτερη ομάδα δεν δόθηκε καμία οδηγία σχετικά με τη συχνότητα της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Στην αρχή της μελέτης όλοι οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με τις συμπεριφορές υγείας, τα επίπεδα ευτυχίας και τη συχνότητα και τον τύπο ευχαρίστησης που λαμβάνουν από τη σεξουαλική δραστηριότητα. Τα ζευγάρια επίσης απαντούσαν καθημερινά σε διαδικτυακά ερωτηματολόγια που μετρούσαν τις παραπάνω μεταβλητές κάθε μέρα κατά τη διάρκεια των τριών μηνών που είχε διάρκεια η μελέτη. Μια τελική εκτίμηση έγινε επίσης από τους ερευνητές για να συγκριθεί με την αρχική.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, τα ζευγάρια που είχαν λάβει την οδηγία να κάνουν περισσότερο σεξ ανέφεραν μικρή μείωση στα επίπεδα ευτυχίας τους, λιγότερη σεξουαλική επιθυμία και μειωμένη ευχαρίστηση από τη σεξουαλική πράξη. Οι ερευνητές ωστόσο πιστεύουν ότι η μείωση αυτή των επιπέδων ευτυχίας δεν οφείλεται στο περισσότερο σεξ, αλλά στο γεγονός ότι η αύξηση της συχνότητας της σεξουαλικής δραστηριότητας ζητήθηκε από τα ζευγάρια ως μέρος της μελέτης και δεν πρόεκυψε με φυσικό τρόπο από τους ίδιους τους συντρόφους. Ίσως μάλιστα τα ζευγάρια να θεώρησαν ότι κάνουν σεξ για τους σκοπούς της μελέτης και όχι για να αντλήσουν ευχαρίστηση.
Οι ερευνητές μάλιστα υποστηρίζουν ότι εάν μπορούσαν να διεξαγάγουν ξανά τη μελέτη θα ενθάρρυναν τα ζευγάρια να πάρουν την πρωτοβουλία της αύξησης της συχνότητας της σεξουαλικής δραστηριότητας μέσα από τρόπους που θα ενίσχυαν τη διάθεση για σεξ και όχι απλώς δίνοντας μια οδηγία. Ταυτόχρονα πιστεύουν ότι η πλειονότητα των ζευγαριών κάνει σεξ λιγότερο συχνά από όσο θα ήταν ωφέλιμο για αυτά και θεωρούν ότι η αύξηση της συχνότητας της σεξουαλικής δραστηριότητας θα είναι ευεργετική.
Επισημαίνουν, τέλος, ότι η σεξουαλική επιθυμία μειώνεται πολύ πιο γρήγορα από τη σεξουαλική απόλαυση μετά την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας μεταξύ δύο συντρόφων. Είναι σημαντικό, λοιπόν, το ζευγάρι να μην επικεντρώνεται στην επίτευξη της συχνότητας των σεξουαλικών επαφών που είχαν στην αρχή της σχέσης, αλλά να εστιάσει περισσότερο στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που ευνοεί την επιθυμία και κάνει τη σεξουαλική δραστηριότητα ακόμα πιο ευχάριστη.
Πηγή: medicalnewstoday
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

