Η ερωτική και σεξουαλική δεκτικότητα μιας γυναίκας αυξάνεται δραματικά, όταν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες: τρυφερός και ειλικρινής σύντροφος, με κατανόηση και ενδιαφέρον για την προσωπικότητά της. Η γυναίκα θέλει τον σύντροφό της συνένοχο, όχι αντίπαλο. Να διατηρεί τα προσωπικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, αλλά να είναι ταυτόχρονα κοντά της, σε μια διαλεκτική σχέση, να συμπληρώνει ο ένας τον άλλο.
Η γυναίκα στον έρωτα χρησιμοποιεί πολύ περισσότερο την καρδιά από το μυαλό της και αυτό είναι το μεγάλο πλεονέκτημα και ταυτόχρονα το μεγάλο μειονέκτημά της. Είναι ευάλωτη ακόμα και στον ίδιο της τον εαυτό, καθώς μπορεί να νιώσει εύκολα ότι ο έρωτάς της, σαν συναίσθημα, μπορεί να την προδώσει. Όταν ο Φρόιντ έθεσε το ερώτημα, τι θέλουν οι γυναίκες από μια σχέση και ποια η σχέση ανάμεσα στη γυναίκα και τον έρωτα, προσπάθησε να δώσει απάντηση βασισμένος στη σεξουαλικότητά της.
Η πραγματικότητα, όμως, καθώς και οι μετέπειτα ψυχολόγοι, διαπίστωσαν το λάθος του (και τον αντιφεμινισμό του, μεταξύ μας): οι γυναίκες χρειάζονται τρυφερότητα και ενδιαφέρον από το αντικείμενο του πόθου τους. Ίσως κάποιες φορές να φτάνουν στα άκρα και να θεωρεί κανείς ότι η γυναίκα και ο έρωτας είναι δύο έννοιες που, όταν συνυπάρχουν, είναι ισοπεδωτικές, όμως στο βάθος είναι πολύ εύκολο για κάποιον να ικανοποιήσει και να κρατήσει μια γυναίκα «δέσμια» του έρωτά του.

