Έναν ανοιχτό χάρτη στο τραπέζι της βεράντας, την κανάτα γεμάτη με βυσσινάδα για τη δίψα και το i-pod να ηχεί τις dance επιτυχίες του καλοκαιριού…
“Λοιπόν, Κυκλάδες ή Δωδεκάνησα;” αυτή είναι η Σίσσυ.

{Η Σίσσυ είναι 23 ετών, φοιτήτρια στο Μαθηματικό του Πανεπιστημίου Αθηνών. Της αρέσει ο χορός και το τραγούδι. Η μεγαλύτερη επιθυμία της είναι να φτάσει στο Ρέικι 2… Α, θέλει να γίνει και φωτογράφος!}
“Και σε ρωτώ σε ποιο νησί άραγε κρύβονται τα πιο ωραία αγόρια;” αναρωτιέται η Λάουρα.

{Λάουρα. Ετών 23… Και μισό – όπως προσθέτει. Σπουδάζει Φιλοσοφία. Της αρέσει ο κινηματογράφος και τα αγόρια (Καλά αυτό το τελευταίο θέλει να κοπεί στο μοντάζ γιατί της χαλάει το image της Φανής Δρακοπούλου, “Θέλω να τα πιω…”). Όνειρό της να έχει τρεις σχέσεις ταυτόχρονα; Άραγε θα τα καταφέρει;}
Με ένα στόμα και μια φωνή όλες: “Μύκονος!” Τώρα κοιτιόμαστε, “Μπαααα.”
“Και τι πού να πάμε; Εμπρός πείτε καμία ιδέα! Όλα εγώ πρέπει να τα σκέφτομαι;” Αυτή που παραπονιέται και γκρινιάζει διαρκώς είναι η περιβόητη Αλέξις.

Η Αλέξις πήρε το όνομά της από την Joan Collins της Δυναστείας. Η μαμά της ήταν φανατική τηλεθεάτρια. Πάλι καλά που δεν έβλεπε “Ο θάνατος του Τιμόθεου Κώνστα” να την βαπτίσει αστυνόμο Μπέκα.

{Στην ίδια ηλικία με τις άλλες. Βρίσκει λύσεις σε όλα. Θέλει να γίνει τζίτζικας στην επόμενη ζωή της. Ονειρεύεται να γίνει σεφ. Σπεσιαλιτέ της η πίτσα με γεμιστά και καραμελωμένα κάσιους.}
“Αυτή τη φορά θα βρω εγώ τον καλοκαιρινό μας προορισμό. Θα είναι και εξωτικά και κοντά. Πού λεφτά για ταξίδια στο εξωτερικό. Και εγώ ο κλασικός τουρίστας με το sleeping-bag δεν γίνομαι. Θα έχει και διασκέδαση και περιπέτεια…” λέει ο John-John.
“Άνδρες; Μωράκια;” πετάχτηκε πάλι η Λάουρα.
“Ναι, μωρέ σταμάτα. Έτσι θα σε αφήσω καλοκαιρίατικα, απότιστη;”

{John-John… Φιλάρεσκος. In fashion. Είναι διαφημιστής. Πείθει και καραφλό να αγοράσει χτένα και πρέσα για τα μαλλιά! Έχει πάντα τον ρόλο του απομηχανής κακού. Τον τελευταίο καιρό κάνει συστημική αναπαράσταση για να λύσει το Κυπριακό… άραγε θα φτάσει στο tandra του; Ή μήπως πέσει στην μάντρα του;”}
Όλες μαζί: “Άντε πια μας έσκασες. Λέγε που θα πάμε;”
“Στην εξωτική και άκρως καλοκαιρινή Λειβαδιά! Καλό;”
Σαστισμένες τον κοιτούν. Για να ξεσπάσουν σε γέλια. “Λέω να πάμε Σχοινούσα, Δονούσα, Ηρακλειά… Ωραία δεν θα είναι;”
“Ναι, θα κάνουμε μπάνιο γυμνές σε ερημικές παραλίες και θα βγάλω τις καλύτερες φωτογραφίες ever” λέει η Σίσσυ.

“Άσε που όλο και κανένα γκομενάκι θα έχει ξεμείνει μπακούρι… Σεξ στη θάλασσα. Στη φύση όπως στη “Γαλάζια Λίμνη”… Τέλεια!” συμπληρώνει η Λάουρα.
“Κι εγώ θα ψαρεύω και θα σας μαγειρεύω. Μπαρμπούνια με σύκα. Ή πεταλίδες με μουστάρδα…” σκέφτεται η Αλέξις.
“Μα γιατί να είστε τόσο ξανθιές. Θα ξεράσω…” συλλογίζεται ο John-John.
“Hello, εννοείται ότι θα πάμε στη Μύκονο. Για ντεκόρ τον ανοίξαμε τον χάρτη. Γιατί αγοράσαμε τόσες στολές; Πού θα τις φορέσουμε στην άμμο παρέα με τον Γαρδέλη την κιθαρίτσα του και την φωτίτσα; Καλή τύχη να έχετε. Εγώ θα είμαι με τον Γαλάτη αγκαλιά να τραγουδάμε το Ασπρονήσι.”

Στον Πειραιά το ταχύπλοο για Μύκονο πρόκειται να αναχωρήσει σε ένα τέταρτο. Πάλι με την ψυχή στο στόμα, όλοι μαζί για να μην χαθούν ανεβαίνουν τα σκαλιά. Η έξαψη ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους.
Είναι τέσσερα άτομα και αυτή τη φορά η Κυρία Ελένη, όνομα και καθόλου πράγμα από το ταξιδιωτικό τους έκλεισε τραπεζάκι για να είναι όλοι μαζί.
Βλέπετε το προηγούμενο καλοκαίρι είχε κλείσει θέσεις στον ένα στη δύση και στον άλλον στην ανατολή. Για τους Βόρειους και Νότιους; Αυτοί ήταν ο John-John και η Αλέξις. Σιχτίριζαν σε όλη τη διαδρομή. Χώρια που έμειναν και τρεις ώρες ακινητοποιημένοι εν πλω.
Χρειάστηκε να περάσει ο ίδιος ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μαζί για να πάρει μπρος. Να σκεφτείτε ότι το σκάφος του έσερνε ολόκληρο πλοίο… Δεν υπάρχει!

“Λέτε να παίξουμε κανένα παιχνίδι; Έχω τράπουλα” και βγάζει από την τσάντα του sport Billy η Αλέξις δύο τράπουλες.
“Αν θέλετε εσείς. Εμείς θα πάμε για εξερεύνηση”, λέει η Σίσσυ που ήθελε να πει ευγενικά ότι βαριέται και γούσταρε να κόψει κίνηση με τον John-John.
“Τα κουκλάκια κρύφτηκαν. Δεν βλέπω αγόρια!” παραπονιέται η γυναίκα φαντασίωση Λάουρα. Φορά και ένα καυτό ροζ σορτς… Απομείναμε οι δυο μας να κοιτάζουμε σχεδόν αποχαυνωμένα γύρω-γύρω.
Δεν πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα και μέχρι να ανοιγοκλείσω τα μάτια μου δύο καυτά αγόρια! Είχαν ξεπηδήσει από τα πιο τρελά μας όνειρα.
“Κορίτσια μπορούμε να δανειστούμε την τράπουλα; Εκτός κι αν θέλετε να παίξετε κι εσείς.” μας λένε με μια οικειότητα πρωτόγνωρη.

“Να παίξουμε ακούω”, τους απαντά η Λάουρα. “Εννοείται μου αρέσουν τα παιχνίδια.”
“Μαζέψου να παίξουμε χαρτιά εννοούν…” την σκουντάω. “Λυσσάρα!” αυτό το τελευταίο το λέω μέσα από τα δόντια μου.
Ο γκρουπιέρης, γιατί μοίραζε την τράπουλα με μια άνεση χαρτοπαίκτη, ξεκινά τη συζήτηση. “Πώς και μόνες κορίτσια;
Πάτε να βρείτε τους φίλους σας;”
Λάουρα: “Ποιους φίλους; Αναζητούμε την περιπέτεια.”
Όπα περιπέτεια ακούω, που να μην άκουγα. Φτου σου ξεφτιλισμένη, “Θέλω να τα πιω…”!
Αλέξις: “Ποιος παίζει;”
Αλλάζει το θέμα. Είχαμε γίνει ροζ γραμμή.
“Και για ποιο νησί;” λέει ο ένας.
“Πάντως όχι για Ηρακλειά”, λέει ο άλλος γελώντας.
“Εσείς;” ρωτώ πρώτη καθώς κάνω ξερή για να μην με γρουσουζέψουν.
“Εμείς σε ένα νησί μαγικό. Μακάρι να σας δούμε εκεί.” Γελούν μεταξύ τους.
“Αν είχατε και έναν τρίτο φίλο εμένα μπορεί και να με βλέπατε. Νόστιμοι!” συμπληρώνει η Λάουρα.
“Ο τρίτος φίλος μας κοιμάται στη θέση γιατί χθες είχε προπόνηση στο ποδόσφαιρο. Είναι επαγγελματίας παίκτης!” σπεύδουν να προλάβουν οι φίλοι.
“Μμμμμ, ενδιαφέρον ακούγεται!” πάλι η Λάουρα, θέλει και ερώτηση;
“Εσύ; Εκτός από καλή παίκτρια στην Ξερή τι άλλο είσαι;” έπιασαν εμένα.
“Ξινή.” κοφτά κόβω τον αέρα. “Η σειρά σου, παίξε”. Ξυπνώ τον χάνο από απέναντί μου.
Εν τω μεταξύ στο κατάστρωμα ο John-John και η Σίσσυ έβγαζαν φωτογραφίες για το facebook. Από εκείνες που όλοι έχουν ρουφηγμένες κοιλιές, τέλεια πρόσωπα και τον ήλιο στα μαλλιά. Πάντα συνοδεύεται στο update status με ένα στιχάκι, “Όλα γύρω σου γυρίζουν…” ή “Αναθεώρησα, όλα τα γνώρισα…” και βαθυστόχαστα τύπου, “Τον έδιωξα τον κομπάρσο!” για γυναίκα ή “Σε αφήνω στον επόμενο τον άτυχο τον γκόμενο” για άνδρα.
Το back ground κάθε φωτογραφίας περιελάμβανε δυο γελοία πρόσωπα, τα οποία είχαν ως σκοπό να χαλάσουν τις στημένες πόζες. Λες και ήξεραν για ποιο σκοπό προορίζονταν αυτές.
Για το facebook.
“Μου χαλάς το πλάνο”, αποφαίνεται ο απομηχανής κακός για να σώσει την κατάσταση.
“Είστε μοντέλα;” ρωτά ο ένας.
“Ναι και εσείς μας χαλάτε την φωτογράφιση”, λέει η Σίσσυ εκνευρισμένη.
Για να κάμψουν το ηθικό των παιδιών αρχίζουν να φωτογραφίζουν με τη δική τους κάμερα το ίδιο πρόσωπο.
“Η κατάσταση με τους παπαράτσι έχει γίνει ανυπόφορη”, λέει ο John-John γελώντας. Μα μόνο για γέλια ήταν η υπόθεση.
Να σου εμφανίζεται και μια φίλη των δυο μαντραζαλάδων, γιατί επρόκειτο για ζαλάδα μεγάλη, μην σας πω και πονοκέφαλο.
Η οποία καλοβλέπει τον φίλο μας.
“Μήπως έχετε φωτιά;” λέει ο ένας θρασύς από τους δυο.
“Βέβαια αφού μας (μπιμπ) καλά καλά, τώρα θέλεις να κάνεις και το τσιγαράκι σου”, λέει ο κακός John-John.
“Πού πηγαίνετε;” ρωτά η φίλη των φωτογραφιοχαλαστών.
“Για πού λέτε;” ρωτά διερευνητικά η Σίσσυ.
“Πάντως όχι για Σχοινούσα.” λέει ο John-John.
“Μα γιατί; Δεν έχεις πάει. Χάνεις”, λέει ο ένας γελοίος.
“Κιθαρίτσα, φωτίτσα, τραγουδάκια κλπ να τα χαίρεστε…” τους λέει υποτιμητικά.

“Μύκονο. Αγάπη μου, πώς σε ξέρω!” απαντά η θηλυκή John-John, η οποία λεγόταν Bibi. Το -bo της έλειπε για να ταιριάζει απόλυτα με τον John-John.
Οι άλλοι δύο μιλούσαν τώρα με τη Σίσσυ για εξισώσεις και φωτισμούς… Είχαν και έναν φίλο που τα παράτησε όλα και πήγε στο Περού μόνο και μόνο για να τραβήξει φωτογραφίες με την ομίχλη τη δύση του ηλίου. Πόρωση.
Η Αλέξις είχε κάνει εφτά ξερές, ενώ η Λάουρα (μπιμπι)άντιζε με τους άλλους δύο συμπαίκτες και ορέγονταν και τον κοιμισμένο ποδοσφαιριστή, μα για σταθείτε ξεροτεντωνόταν. Μάλλον ξυπνούσε.
“Τελικά που πηγαίνετε κορίτσια;” Βρε επιμονή!
“Μύκονο…” παίζοντας με την τσίχλα της απαντά η καυτή Λάουρα.
“Ουάου!”
Απαξιωτικά η Αλέξις λέει στην φίλη της, “Μικρά!”

“Εμείς πάμε στην Κω…” Τι; Πάνε καλά τα μικρά; Το πλοίο δεν πήγαινε Δωδεκάνησα. Ή μήπως εμείς είχαμε πάρει λάθος καράβι;

