«Μια απλή, καθολικά εφαρμόσιμη μέθοδος για τη διαπραγμάτευση προσωπικών και επαγγελματικών διαφωνιών, ώστε η άλλη πλευρά να μην κατορθώσει να σας εξαπατήσει ούτε να σας εκνευρίσει…. δοκιμασμένη στρατηγική για να καταλήξετε σε αμοιβαία αποδεκτές συμφωνίες για κάθε είδους διαφωνίες … την επίλυση παντός είδους διαφωνιών: από τις οικογενειακές έως τις διεθνείς» διαβάζω στο οπισθόφυλλο του βιβλίου Πετυχαίνω τη συμφωνία γραμμένο εδώ και χρόνια από τρεις καθηγητές του Χάρβαρντ, που ανήκουν σε μια ειδική ομάδα με μόνιμο αντικείμενο τις διαπραγματεύσεις. Πρόκειται για το διάσημο Πρόγραμμα Διαπραγμάτευσης στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ! Ναι, ακριβώς, εκεί απ’ όπου πρόσφατα ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, αξιολογήθηκε άκρως αρνητικά για τις διαπραγματεύσεις που έκανε πέρυσι το καλοκαίρι με τους δανειστές.
Ξεφυλλίζοντας τυχαία το βιβλίο βρίσκω πολλά κι ενδιαφέροντα για το πώς να διαπραγματεύεσαι αποτελεσματικά με ανθρώπους πιο επιτυχημένους από εσένα. Παραδείγματος χάριν, το έκτο κεφάλαιο με τίτλο «Τι γίνεται αν είναι πιο ισχυροί;» συμβουλεύει να αναπτύξουμε την ΚΕΛΕΠΣΥ μας δηλαδή την Καλύτερη Εναλλακτική Λύση Έναντι μιας Προσφερόμενης Συμφωνίας. Όμως, επισημαίνεται, «μη έχοντας αναπτύξει καμιά απολύτως εναλλακτική λύση έναντι κάποιας προσφερόμενης συμφωνίας είστε αδικαιολόγητα απαισιόδοξοι για το τι θα μπορούσε να συμβεί αν διακόπτονταν οι διαπραγματεύσεις».
Και τότε, σκέφτομαι, ο φόβος κυριαρχεί και το παιχνίδι χάνεται εξαιτίας της βαθειάς άγνοιας πώς γίνονται οι σκληρές διαπραγματεύσεις όταν μάλιστα βρίσκεσαι στην πλευρά του αδύναμου.
Η ΚΕΛΕΠΣΥ που διαθέτει η ισχυρή άλλη πλευρά βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και είναι η εξής: «Μεταρρυθμίσεις για την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και πέρνα αυτού» κι ακόμη «Προκαταρκτική ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους». Ναι ή όχι;
Κι εσύ, πρωθυπουργός ον, απευθύνεσαι δημοκρατικά στον λαό σου που δεν έχει ιδέα για το ακριβές περιεχόμενό τους, έστω κι αν μυρίζεται από τα ΜΜΕ και την άδεια τσέπη του το ζοφερό αύριο, και ρωτάς τι να κάνεις, ξέροντας ότι δεν θα το κάνεις. Το ερώτημα θα έπρεπε να είναι άλλο: Δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση – Να μείνω ή να φύγω; Κάπως έτσι. Δική σου πρόταση στην πραγματικότητα δεν υφίσταται. Μα κι αν, θεωρητικά, υφίσταται όπως ισχυρίζεσαι, ουδόλως τίθεται ως ερώτημα. Εάν και οι δυο πλευρές, γράφει το βιβλίο, διαθέτουν «ελκυστικές» καλύτερες εναλλακτικές λύσεις (αντί του αιμοβόρου τρίτου μνημονίου εν προκειμένω), τότε, « η καλύτερη μέθοδος προώθησης των αντίστοιχων συμφερόντων σας είναι να κινηθεί η κάθε πλευρά προς άλλη κατεύθυνση και να μην προβεί σε περαιτέρω ενέργειες για την επίτευξη συμφωνίας».
Αυτό όμως δεν ισχύει διότι η άλλη πλευρά είναι ισχυρή και η δική σου αδύναμη. Έτσι σειρά έχει, λέει το βιβλίο, «το διαπραγματευτικό ζίου ζίτσου» στο οποίο ως γνωστόν επιδόθηκε η ελληνική πλευρά και έσπασε τα πλευρά της. Γιατί άραγε; Μάλλον διότι εδώ και πολλά χρόνια είναι αδιάβαστη κι απαίδευτη κι έχει μείνει μετεξεταστέα στην ύλη του Προγράμματος της Διαπραγμάτευσης Χάρβαρντ. Πηγαίνει με πρόχειρα σκονάκια στις εξετάσεις, την πιάνουν στα πράσα οι καθηγητές και την αποβάλλουν. Αλλά, ο κ. Βαρουφάκης, εξομολογήθηκε στην συνέντευξη με τον Αλέξη Παπαχελά (τηλεόραση Σκάι, 19/9/2016) ότι τάχα αυτός τσάκωσε στα πράσα την ομάδα υπουργών που συνωμοτούσαν εναντίον του και της Ελλάδας και μάλιστα τους την είπε. Είπε: «Σας έπιασα στα πράσα;» κι έφυγε. Ανακάλυψε δηλαδή ότι υπάρχουν άνθρωποι και δη υπουργοί κυβερνήσεων που συνεργάζονται για τα συμφέροντά τους κόντρα στα συμφέροντα άλλων ανθρώπων και κρατών. Αδιανόητο.
Κι ενώ υπάρχουν πολλά βιβλία του Χάρβαρντ, παραδείγματος χάριν αυτό υπό τον τίτλο Πώς να ξεπερνάτε την άρνηση – Από την αντιπαλότητα στη συνεργασία όπου λέει πώς μπορείτε να διαπραγματευτείτε επιτυχώς με έναν εκνευρισμένο Σόϊμπλε ή έναν δόλιο υπουργό άλλης χώρας που κάνει τη δουλειά για τον ισχυρογνώμονα Γερμανό, μάλλον, ξεχνάτε ή μήπως δεν γνωρίζετε πως «αυτοί που ενεργούν σκληρά κι επιθετικά έχουν συνήθως ταλέντο σε αυτού του είδους τη μέθοδο. Μπορεί στην πραγματικότητα να ελπίζουν πως θα τους επιτεθείτε. Αν το κάνετε, μπαίνετε στο γήπεδό τους και παίζετε το παιχνίδι έτσι όπως θέλουν εκείνοι.» Οπότε η υποχώρηση είναι το επόμενο σίγουρο βήμα για τους απαίδευτους παίκτες τέτοιων παιγνίων. Η πίκρα και η απογοήτευση είναι κυρίως αν όχι αποκλειστικά για τον λαό. Οι αποτυχημένοι υπουργοί και πρωθυπουργοί, θα δίνουν διαλέξεις, συνεντεύξεις και θα γράφουν βιβλία.
Κάπως έτσι βρεθήκαμε στην πρώτη θέση των χειρότερων διαπραγματεύσεων. Με άλλα λόγια, του απλού λαού, φταίει που δεν έχουμε τρόπους. Διότι δεν χρειάζεται να έχεις τελειώσει το Χάρβαρντ για να καταλαβαίνεις ότι για να πετύχεις το Ναι όταν η άλλη πλευρά επιμένει να σου λέει Όχι, πρώτα απ’ όλα πρέπει να έχεις τρόπους∙ και δεν εννοώ απλώς ευγενικούς τρόπους. Εννοώ τρόπους ως προς τη βαθιά γνώση και εφαρμογή της πολιτικής διαπραγμάτευσης.
Είμαστε ή φανήκαμε ανόητοι και αυθάδεις όσο και άσχετοι. Κι είναι κρίμα κι άδικο αφού έχουμε όλα τα προσόντα ως χώρα να πετυχαίνουμε καλές συμφωνίες, όταν γίνουμε σοβαροί επαγγελματίες με σχέδιο αντί ερασιτέχνες της πολιτικής διαπραγμάτευσης με σκιτσάκια επί χάρτου.
Κοιταχτείτε στον καθρέφτη της καλύτερης εναλλακτικής λύσης έναντι μιας προσφερόμενης συμφωνίας πρώτα για τον εαυτό σας, κάθε κύριε πρωθυπουργέ, κι έπειτα, αν αντέχετε, πιάστε ξανά το νήμα μιας επιτέλους επωφελούς Διαπραγμάτευσης για τη χώρα και τη ζωή μας.

