(Προδημοσίευση από το βιβλίο μου «Σε παραλήρημα…» -οι 3 πρώτες σελίδες- που θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις ΟΞΥ)

«Άει ζήσε ρε μούργο!», ναι, μου το είπε, το θυμάμαι. ΠΟΙΟΣ; ΠΟΤΕ;

Κάτσε… ζω; Είμαι ζων, ζωντανός ή νεκρός και πεθαμένος; Είμαι «ζώνεκρος»; Νεκροζώντανος; Μα καλά, οι νεκροί σκέφτονται; Πώς γίνεται να είμαι νεκρός και να σκέφτομαι; Γίνεται; Όχι. Άρα είμαι ζωντανός. Τότε τι γίνεται; Σε ποια κατάσταση είμαι; Ονειρεύομαι; Όνειρο όνειρο είσ’ εδώ; Μιλιά. Επομένως ούτε ο εφιάλτης είν΄εδώ; Εφιάλτηηηη, είσ’ εδώ; Τσιμουδιά. Άρα ζω. Και ΠΟΥ είμαι ως ζωντανός; Σε κάποια παραδεισένια χώρα που δεν βλέπω καθόλου τον ήλιο της, γιατί τα μάτια μου είναι σφραγισμένα; Α, τώρα το συνειδητοποίησα, έχω τα μάτια μου κλειστά από κάτι που μου έχουνε βάλει πάνω τους. Κι είμαι δεμένος; Για να δω…Ναι, είμαι και δεμένος. ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ; Γιατί είμαι εδώ; Τι είναι εδώ; Δεν ακούω και τίποτα. Το μόνο που ακούω είναι ο χτύπος της καρδιάς μου σε όλο μου το σώμα. Πρώτη φορά μου συμβαίνει αυτό, αλλά, βέβαια, για όλα υπάρχει η πρώτη φορά, αρκεί να ζούμε να την βιώσουμε. Εγώ τι κάνω εδώ; Ποιος είμαι; ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΙ ΔΕΜΕΝΟΣ! Και πονάω! ΠΟΝΑΩ! Πονάω σε όλο μου το σώμα και σε όλον μου τον εγκέφαλο, μέσα κι έξω. Μέσα γιατί πονάει; Μάλλον, λέω, γιατί ο πόνος ο απ’  έξω καλύπτεται εντέχνως πλην σαφώς από τον μέσα πόνο. ΤΙ ΕΧΩ ΚΑΝΕΙ! Γιατί είμαι εδώ! Ποιος είμαι! Α, σαν κάποιος να ήρθε δίπλα μου. Τι θέλει αυτός ο άγνωστος δίπλα μου! Ποιος είναι; Γιατί ήρθε τώρα δίπλα μου; Γιατρός είναι; Ακούω κάτι στο βάθος του σκοτεινού μου – και πονεμένου αφόρητα – τούνελ του εγκεφάλου μου. ΑΡΑ, είναι πολλοί. Τι κάνουν; Τι λένε; Ιατρικό συμβούλιο; Θα πεθάνω ή θα ζήσω! Πέστε το δυνατά, εγώ να πεθάνω ήθελα, αλλά όταν… Κάτσε! Δηλαδή, πώς το σκέφτηκα τώρα αυτό; Ότι δηλαδή εγώ ήθελα να πεθάνω; Ήμουνα απελπισμένος έως θανάτου κι αποφάσισα να κάνω ευθανασία; Κι είναι ευθανασία να σκας σαν καρπούζι; Και γιατί δεν πέθανα, αφού το ήθελα πάρα πολύ; Και το κυριότερο – από τα συμφραζόμενα – γιατί ήθελα να πεθάνω εγώ, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος της πολιτικής εξουσίας αυτής της Επιθανάτιας Χώρας; Τι; Μα τι σκέφτομαι τώρα; Πώς μπορώ και τα σκέφτομαι όλα αυτά, χωρίς να μπορώ ακόμη να θυμηθώ και να βρω ΠΟΙΟΣ είμαι και τι διάολο θέλω εδώ τώρα, να ακούω ένα κάποιο ιατρικό συμβούλιο που – ευτυχώς! – άκουσα ότι μπορεί και να ζήσω, άρα, σκέφτηκα πάλι, αφού οι γιατροί είπανε ότι μπορεί και να ζήσω, δηλαδή να ξεπεράσω τον θάνατο, θανάτω θάνατο νικήσας, σημαίνει πως τώρα είμαι ζωντανός. Κι ας πονάω. Πονάω, άρα υπάρχω. Δεν πέθανα κι ας το ήθελα. Άρα, αφού επέζησα του θανάτου μου, σοφό είναι να ξαναπεθάνω. Αφού ήθελα να πεθάνω και ζω, άρα κάθε φορά που συνεχίζω να ζω, ζω τον θάνατό μου.

Τι σκέφτεσαι, γαμώτο μου μεγάλε, τώρα που πονάς πολύ!

Έχω παραισθήσεις. Νομίζω πως ακούω φωνές, άγνωστες φωνές, υστερικές και απεγνωσμένες. Μήπως είναι οι δικές μου; Ξεπηδάνε μέσα από το Είναι μου, μου σπάνε τα τύμπανά μου, δημιουργούν ωστικό κύμα, με φουσκώνουν, με γυροφέρνουν στον αέρα. Ποιον αέρα; Στο σύμπαν. Ένας τρόμος χτυπάει τα σωθικά μου σαν άγριο κοράκι. Μια γυναίκα, χωρίς σχήμα σώματος και μορφής, έρχεται καταπάνω μου με αργή κίνηση, φοβάμαι, τρέμω σύγκορμος όσο πλησιάζει, ποια είναι, τι θέλει από μένα, το πρόσωπό της διαγράφεται, ναι αυτή είναι, η υφισταμένη μου – ποια απ΄όλες; – εκτοξεύει μια φλόγα απ΄το στόμα της που σέρνεται πάνω μου σαν ερπετό και με δαγκώνει με την καυτή του γλώσσα. Δεν ξέρω, δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει και τι πρόκειται να συμβεί, όμως θέλω να το δω και να το ζήσω ό,τι και να είναι, μακάρι να είναι ο θάνατος… Η μαγεία! Η Ζωή με τον Θάνατο πιασμένοι χεράκι. Η μαγεία της ζωής και του θανάτου. Έτσι γεννιόμαστε, έτσι φεύγουμε και γινόμαστε καινούρια δέντρα στο δάσος των παλιών νεκρών. Αγκαλιά στην περιπέτεια, στο ταξίδι, στον ήδη βιώσιμο θάνατο, η ζωή είναι αυτή που μετράει τον θάνατο. Μόνο με την ύπαρξη μπορούμε να στοχαστούμε και να βιώσουμε, με όλες τις αισθήσεις μας, την ανυπαρξία.

Κάτσε τώρα, μεγάλε και τρανέ…Τι θέλεις; Τι προτιμάς; Να είσαι σε κώμα και να μη νιώθεις πόνο, ούτε να ακούς τους διάφορους μαλάκες ή να συνέρχεσαι ΝΑ ΠΟΝΑΣ ΦΡΙΧΤΑ, αλλά να μπορείς να σκέφτεσαι, ενώ όλοι αυτοί νομίζουν ότι αλλού είσαι και αλλιώς και γάμησέ τα; Ναι, αλλά γιατί τόσοι πολλοί γιατροί; Είμαι κάποιος σημαντικός άνθρωπος αυτής της χώρας; Ένας κυβερνητικός αξιωματούχος ήμουνα. Άντε το πολύ να ήμουνα κάποιος γραμματέας. Βέβαια, αυτός που είναι γραμματέας ελέγχει τους πάντες και τα πάντα. Είναι αυτός που τους φακελώνει όλους. Φοβού τους Γραμματείς και Φαρισαίους. Κι ας είναι ανθρωπάκια. Όσο πιο ανθρωπάκι είναι ένας γραμματέας τόσο περισσότερο να τον φοβάσαι. Κι εγώ, από όσο μπορώ τώρα να σκεφτώ και να αποτιμήσω, μια ζωή ήμουν ένα ανθρωπάκι, μια σκατιά άνθρωπος…Τι άλλο μπορεί να είμαι; Μεγιστάνας; Αφού ξερόγλυφα για έναν διορισμένο μισθό. Να είμαι τι; Κάνας κατάσκοπος που ξέρει μυστικά και ήρθανε όλοι για να με «προφυλάξουνε» και να είναι εν τέλει σίγουροι ότι με σκοτώσανε αυτοί; Μυστικά ξέρω; Και ποιος δεν ξέρει; Μέχρι πώς γαμάει ο τάδε βουλευτής ξέρω και ο τάδε υπουργός και ο πρωθυπουργός ακόμα, μια και σαν φιλαράκια από χρόνια λέμε και τα σεξουαλικά μας. Να σας πω τι του αρέσει πιο πολύ; Ωχ! Πονάω φριχτά! Δίνω το βασίλειό μου για ένα δυνατό παυσίπονο. Δώστε μου μορφίνη, δώστε μου ηρωίνη, δώστε μου στρυχνίνη, αρκεί να πάψω να πονάω. Και να σταματήσει επιτέλους αυτός ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ! Ξύπνα ρε! Πόσες φορές έχεις ξυπνήσει από εφιάλτες και μετά ξανακοιμάσαι; Ξύπνα και τώρα…Δεν υπάρχει πόνος πραγματικός, δεν υπάρχει ιατρικό συμβούλιο, δεν είσαι κανένας εθνικός ευεργέτης ή μεσσίας, ένα ανθρωπάκι ήσουνα, ξύπνα, πήγαινε κατούρα και ξαναξάπλωσε να δεις τα ουρί του παραδείσου. Κατουριέμαι σίγουρα κι αφόρητα. Και δεν μπορώ να βρω μέρος να κατουρήσω. Όλες οι τουαλέτες έχουνε ουρά, όλα τα δρομάκια κόσμο, όλες οι γωνίες κατασκόπους κι εγώ θέλω να κατουρήσω και δεν μπορώ, δεν βρίσκω…αααα, για κάτσε! Κατουράω! Υπέροχο! Πάντα ήθελα να κατουράω στους εφιάλτες μου, αλλά βέβαια, όχι να τα έκανα επάνω μου. Ε και λοιπόν; Ε, εντάξει μπορεί και να τα κάνω πάνω μου. Για την υγεία αυτό μετράει. Οι γιατροί όλο αυτό ρωτάνε. Κατουρήσατε; Κλάσατε; Χέσατε; Τις βασικές λειτουργίες δηλαδή. Δεν ρωτάνε αν πεινάς ή διψάς. Το σώμα πρέπει να έχει την υγεία να βγάζει, όχι μόνο να βάζει. ΚΙ ΕΓΩ; Τι έκανα μια ζωή; Έβαζα συνέχεια; Έβγαζα με υγεία; Ήμουνα ουρολάγνος και κοπρολάγνος; Εξουσιολάγνος σίγουρα.

ΩΧ! ΠΟΝΑΩ! Μου φαίνεται πως θα πέσω σε γκρεμό…σαν να πέφτω από σύννεφο…σαν να βυθίζομαι στα αρωματισμένα νερά της ύστατης απελπισίας… Απελπισία ίσον «ασθένεια προς θάνατον».Είμαι αμαρτωλός; Θεέ μου, συγχώρα με…Ιλί ιλί… ΣΒΥΝΩ.

Ίσως κάτι να μου έχουν βάλει- η υφισταμένη ή η γυναίκα μου ή όλοι οι συνωμότες της πολιτικής εξουσίας – στον καφέ, ίσως να θέλουν να με σαλτάρουν, μπορεί να μου έχουν ρίξει χάπια, μπορεί LSD, βλέπω οράματα, όμως δεν ξέρω αν είναι εικόνες και ήχοι και μυρωδιές παραισθητικές, αν είναι παραληρητικές φαντασιώσεις που έχω ως ζωντανός ή μήπως έχω περάσει το τούνελ και τώρα αντικρύζω το Φως της Ζωής;… Δηλαδή τώρα είμαι στο αστρικό πεδίο των μεταθανάτιων ψυχών;

Και ξαφνικά συνέρχομαι πάλι, αλλά νιώθω μουδιασμένος, το σώμα μου γλυκαίνει, αλαφραίνει, η παραίσθηση γίνεται άλογο που πηδάει πάνω από γκρεμό, περπατάω ανάμεσα σε γκρεμούς, πέφτω, σκαρφαλώνω, βγαίνω σε καταπράσινη πεδιάδα και πάλι γκρεμός και πάλι πέφτω και πάλι στην ανθισμένη πεδιάδα, μεταμορφώνομαι, γίνομαι πεταλούδα και ξαφνικά νιώθω να εκσφενδονίζομαι στο σύμπαν, να πετάω, είμαι πάνω σ΄ένα συννεφένιο χαλί, ταξιδεύω, χάνομαι…Η ψυχή μου υπάρχει;

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης