Επισκέφθηκα όλα τα μπλόκα της εθνικής οδού από την Βοιωτία μέχρι τον Προμαχώνα καταγράφοντας την αγωνία των αγροτών. Παντού η ίδια εικόνα σύμπνοιας και συμπυκνωμένης αγωνίας για τη συνέχεια και την επιβίωση. Είναι δύσκολο να κοιτάζεις στα μάτια αυτούς που οι Πρετεντέρηδες και οι Κακαουνάκηδες αποκάλεσαν κακομαθημένους ή εμφάνισαν ως προνομιούχους.
Είναι σίγουρα δυσκολότερο να κοροϊδέψει ο άνθρωπος των τσιμέντων, εκείνον ο οποίος ξυπνώντας το πρωί καταλαβαίνει από τη μυρωδιά της γης τι ώρα είναι.
Γράψε ότι τους έχουμε γραμμένους για τις μ… που λένε στα κανάλια, φώναζαν νέα παιδιά στο μπλοκ των Μικροθηβών, με πείσμα και θυμό ταυτόχρονα.
Σαρκασμός και περιφρόνηση είναι η απάντηση των αγροτών για τους κυβερνώντες και τα τσιράκια τους, τα κάθε λογής παρελκόμενα των αρρωστημένων εξουσιών, που σκούζουν στα κανάλια κατά παραγγελία των αφεντικών τους.
Διαμετρικά αντίθετα βαθύτατη είναι η ευγνωμοσύνη που εκφράζουν, έτσι απλόχερα και αυθεντικά στον υπόλοιπο κόσμο, για την κατανόηση που δείχνει τούτη την ώρα του σκληρού αγώνα και της άνισης αναμέτρησής τους με το κεφάλαιο και την εξουσία.
Την εξουσία των πολιτικών, των μεταπρατών, των μεσαζόντων, των εμπόρων, των βιομηχάνων.

Οι αγρότες των μπλόκων με μοναδικό σπόνσορα τη διαχρονική πείνα, απέναντι στις γνωστές συμπεριφορές σαρκάζοντας και γελώντας επαναλάμβαναν μία φράση που χρησιμοποίησα κατά τη διάρκεια της τηλεοπτικής μου εκπομπής : «Μάκη μην ξεχάσεις να πεις τη… σύνθετη πρόταση: Τα γαϊδούρια!».
Γιατί φυσικά μόνον ως γαϊδούρια αντιλαμβάνονται όσους παίζουν θέατρο μπροστά στο πρόβλημα της επιβίωσής τους και τον αγώνα της δικής τους καθημερινότητας.
Είκοσι οκτώ κιλά σιτάρι για έναν καφέ εσπρέσο στο καφενείο του χωριού, που τώρα πλέον δεν είναι καφενείο αλλά καφέ.
Για τον ίδιο καφέ αντιστοιχούν –κρατηθείτε- ενάμισι κιλό λάδι, ή τρία κιλά ελιές, ή είκοσι κιλά βαμβάκι!
Για τον καφέ που ο έμπορος ή ο προμηθευτής δίνουν μισό κιλό σιτάρι, ή ένα πακετάκι βαμβάκι σε συσκευασία φαρμακείου, ή τα ρέστα τους από εκείνα που καταβροχθίζουν κλέβοντας τόσο τον παραγωγό όσο και τον καταναλωτή.
Τον καταναλωτή που σιωπά και δεν διαμαρτύρεται για τους αποκλεισμένους δρόμους, επειδή είναι κοινωνός του προβλήματος και γνωρίζει ότι ο αγώνας των αγροτών είναι ο δικός του αγώνας, εφ’ όσον αποτελεί το δεύτερο τμήμα στον άξονα της κτηνώδους εκμετάλλευσης.
Το εντυπωσιακό είναι ότι κανένα κόμμα δεν αισθάνονται πλέον κοντά τους, όπως και κανένα κόμμα δεν φαίνεται να τους στηρίζει και να τους εμπιστεύεται εφ’ όσον δεν μπορεί να τους ελέγξει ουσιαστικά.
Κανένα κόμμα, γιατί κανένα δεν κατόρθωσε να διοχετεύσει σωστά την αγανάκτησή τους και να πει τη δική τους αλήθεια, να την περιγράψει τουλάχιστον.
Ούτε αυτοί που με κόστος στήριξαν τους εξεγερμένους της Αθήνας δεν μπόρεσαν να αρθρώσουν πολιτικό λόγο για τα δίκαια των αγροτών.

Δεν το έκαναν φοβούμενοι αφ’ ενός το πολιτικό κόστος και αφ’ετέρου γιατί οι εταιρείες δημοσκοπήσεων δεν το είχαν σταθμίσει, για να μπορέσουν ανοικτά να πάρουν την πιο… ειλικρινή τους θέση!
Τα εκλογομαγειρεία εν όψει πιθανής εκλογικής αναμέτρησης αποφάσισαν να ακολουθήσουν την οδό της φθοράς του αντιπάλου, για να εισπράξουν άνευ κόπου το κόστος της δυσφορίας.
Ας σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του οδοιπορικού μας συναντήσαμε μόνον τον Γιώργο Σούρλα τρεις φορές και μία την Αλέκα Παπαρήγα.
Ο αντιπρόεδρος της Βουλής παρά το θεσμικό ρόλο του, προσπαθούσε προς τιμήν του να σταθεί κοντά τους και να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, προτρέποντας τους αγανακτισμένους αγρότες να ακολουθήσουν το δρόμο του καθωσπρεπισμού για να ανοίξουν οι… δρόμοι.
Στο τέλος ακούστηκε ίσως το πιο σωστό. Ανοίγοντας τα μπλόκα οι αγρότες να κηρύξουν τη μεγάλη λευκή απεργία και να μην καλλιεργήσουν ούτε ένα σπόρο την επόμενη χρονιά, για να αισθανθούν εκείνοι που έχασαν τα αντανακλαστικά τους ποια είναι η πραγματική τους δύναμη.
Ίσως να αποτελεί και το σημαντικότερο όπλο, το πιο αποδοτικό που δεν σκέφθηκαν ποτέ να χρησιμοποιήσουν…
Ούτε μία ελιά, ούτε έναν κόκκο σιτάρι, ούτε μία σταγόνα γάλα στη χρονιά που έρχεται, για να καταλάβουν όλοι ποιος είναι αυτός που κρατάει ζωντανή την ελληνική κοινωνία και ποιος την εκμεταλλεύεται.
(πρώτη καταχώρηση 25 Ιανουαρίου 2009 23:30)
Διαβάστε επίσης:
1996-2009: Σα να μην πέρασε μια μέρα, 26 Ιανουαρίου 2009, 10:32

