Τη βαρέθηκε, της είπε, σηκώθηκε και γύρισε την πλάτη του φεύγοντας καμαρωτός. Κι αντί να σηκωθεί να του ρίξει μία μούντζα και να φύγει, έμεινε να τον κοιτάζει κι ανάμεσα στους λυγμούς της να καμαρώνει το περπάτημά του.

«Είχε καταντήσει συνήθεια όλο αυτό κι η συνήθεια οδηγεί στο χωρισμό. Έτσι είναι ο έρωτας, έρχεται και φεύγει». Αυτά της είπε κι εκείνη συμφώνησε. Τον έχει τόσο ψηλά που ακόμα και τώρα, τη στιγμή που την κάνει να πονάει θεωρεί πως έχει δίκιο. Κι εσύ σαν φίλη πρέπει να συμφωνήσεις. Να της πεις «ναι» σε όλα αυτά. Γιατί πονάει. Γιατί είναι χωρισμένη κι αυτό είναι άλλοθι για όλα.

Αντιθέτως όμως, έγειρες το κεφάλι στο πλάι, κοιτάζοντάς τη στα μάτια και χαμογέλασες τόσο ειρωνικά, όσο δεν είχες χαμογελάσει ποτέ σου. Της θύμισες τον ορισμό του έρωτα, της εξήγησες πως δεν είναι έτσι. Όχι ο αληθινός έρωτας, τουλάχιστον. Απλώς βολεύτηκε σε κλισέ φράσεις για να δικαιολογηθεί.

Δεν της έκλεισες τα μάτια ούτε τις χάιδεψες τα αυτιά. Της γκρέμισες το παραμύθι, δεν δίστασες να της δείξεις την αλήθεια. Τα λάθη, την αδιαφορία, τη δειλία του μα δε στάθηκες μόνο στις φορές που ήταν εκείνος λάθος.

Κι έμεινε να κλαίει μέσα στα χέρια σου. Μα εσύ δε σταμάτησες εκεί, συνέχισες. Της είπες για τις ζήλιες της. Για το πόσο κτητική ήταν και πως δεν του άφηνε ούτε χώρο ούτε χρόνο με τον εαυτό του. Της είπες πως ήταν άσχημο και λάθος όλο αυτό. Και πως πρέπει να είναι περιφανή πρώτα για τον εαυτό της και μετά για τον άνθρωπο που έχει στο πλάι της. Γιατί κι ο εγωισμός σε κανονικά επίπεδα καλό κάνει. Και μετά μπήκες στη θέση της και σκέφτηκες σαν γυναίκα, σαν ζηλιάρα γυναίκα ή μάλλον, σαν ερωτευμένη.

Περισσότερα στο govastileto.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης