Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Για πρώτη φορά, οι ηγέτες του G7 αναφέρθηκαν στην Ταϊβάν και την ανάγκη εξάλειψης της καταναγκαστικής εργασίας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι ηγέτες των πιο πλούσιων δημοκρατιών του G7 προειδοποίησαν την Κίνα για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για αθέμιτες οικονομικές πρακτικές – δημιουργώντας την ισχυρότερη συλλογική προειδοποίηση που έστειλε ποτέ η ομάδα, στο Πεκίνο από την άνοδο του Προέδρου Xi Jinping στην εξουσία (σχεδόν πριν από μια δεκαετία) μέχρι σήμερα. 

Το τελικό ανακοινωθέν, που εκδόθηκε στο τέλος της ετήσιας συνόδου κορυφής του G7, αναφέρεται άμεσα σε μια σειρά αμφισβητούμενων ζητημάτων που θα προκαλέσουν αναταραχή στο Πεκίνο – τα πάντα, από την καταστολή στο Χονγκ Κονγκ, έως τις τάσεις επέκτασης στην Ταϊβάν και τη χρήση καταναγκαστικής εργασίας στο Σινγιάνγκ. Ζητά επίσης μια νέα διεθνή μελέτη για την προέλευση του κορωνοϊού στην Κίνα και αντιπαρατίθεται στην πρωτοβουλία Belt and Road της Κίνας, ένα παγκόσμιο έργο ανάπτυξης υποδομών, προσφέροντας εναλλακτική λύση 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων που οι χώρες του G7 ισχυρίζονται πως θα προσφέρουν στις εμπλεκόμενες χώρες,  υπό μορφή λιγότερο επιθετικών δανείων και καλύτερων στάνταρ για το μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής. 

Ενώ πολλές από τις χώρες του G7 είχαν προηγουμένως εκδηλώσει αυτές τις ανησυχίες προς την Κίνα μεμονωμένα, το συλλογικό έγγραφο είναι σημαντικό γιατί δείχνει μια περαιτέρω σύμπλευση  ων ΗΠΑ και της Ευρώπης προκειμένου να αντισταθμίσουν καλύτερα την οικονομική και πολιτική άνοδο της Κίνας. Είναι επίσης μια διπλωματική νίκη για τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Joe Biden, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Ιανουάριο ελπίζοντας να κερδίσει τους Ευρωπαίους συμμάχους σε μια στάση εντονότερης αντιπαράθεσης προς την Κίνα. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Θα προωθήσουμε τις αξίες μας, μεταξύ άλλων καλώντας την Κίνα να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, ειδικά σε σχέση με το Σιντζιάνγκ καθώς και τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τον υψηλό βαθμό αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ», ανέφεραν οι ηγέτες σε κοινή δήλωση τους, υπενθυμίζοντας στην Κίνα την δέσμευση της να τιμήσει το πλαίσιο: «μία χώρα, δύο συστήματα», όταν ανέλαβε τον έλεγχο του Χονγκ Κονγκ από τους Βρετανούς το 1997.

Η κίνηση θα πυροδοτήσει σχεδόν σίγουρα εντάσεις μεταξύ της Κίνας και των δυτικών συμμάχων. Οι δύο πλευρές διαφωνούν όλο και περισσότερο τον τελευταίο χρόνο, ανταλλάσσοντας κυρώσεις καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση απομακρύνεται από ένα επενδυτικό σύμφωνο με την Κίνα. Τώρα, οι χώρες του G7 επιχειρούν να πλήξουν ρητά την Κίνα στα πιο ευαίσθητα θέματα της.

«Υπογραμμίζουμε την σημασία της ειρήνης και της σταθερότητας στα Στενά της Ταϊβάν και ενθαρρύνουμε την ειρηνική επίλυση των διασυνοριακών θεμάτων», ανέφεραν οι ηγέτες, σηματοδοτώντας την πρώτη φορά που αναφέρονται απευθείας στο μέλλον του αυτοδιοικούμενου νησιού – το οποίο η Κίνα θεωρεί ως μέρος της επικράτειάς της – καθώς η αεροπορική δύναμη του Πεκίνου προκαλεί στρατιωτική ένταση στην περιοχή.  

Πριν ακόμη εκδοθεί το τελικό ανακοινωθέν την Κυριακή, η Κίνα προειδοποίησε προληπτικά το  G7 να μην υπαγορεύει παγκόσμιες αποφάσεις «από μια μικρή ομάδα χωρών». Όμως ήταν ήδη σαφές ότι τέτοιες προειδοποιήσεις θα έπεφταν σε κωφά ώτα, κατά την τριήμερη συνάντηση των δυτικών ηγετών στην αγγλική ύπαιθρο, καθώς οι διπλωμάτες σφυρηλατούσαν  το τελικό κείμενο του ανακοινωθέντος του G7.

Ενώ το τμήμα του ανακοινωθέντος για την καταναγκαστική εργασία δεν ονόμασε συγκεκριμένα μία χώρα, η διατύπωση είναι σαφής ως προς το, σε ποια αναφέρεται. Ένα σημαντικό σημείο διαμάχης μεταξύ των δυτικών συμμάχων και της Κίνας είναι επί του παρόντος, οι εκτεταμένες αναφορές ότι το Πεκίνο ανάγκασε τον εγκλεισμό τμημάτων του μειονοτικού πληθυσμού των Ουιγούρων στην περιοχή του Σινγιάνγκ, σε στρατόπεδα και καταναγκαστική εργασία. Οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η ΕΕ ένωσαν τις δυνάμεις τους νωρίτερα αυτό το έτος προκειμένου να προβούν σε κυρώσεις συλλογικά, κατά της Κίνας για το θέμα.

«Ανησυχούμε για τη χρήση όλων των μορφών καταναγκαστικής εργασίας σε παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της κρατικά χρηματοδοτούμενης εργασίας ευάλωτων ομάδων και μειονοτήτων, σε τομείς όπως της γεωργίας, της ηλιακής ενέργειας και ένδυσης», δήλωσαν οι ηγέτες, αναφερόμενοι σε βιομηχανίες εφοδιαστικής αλυσίδας που ενεργοποιούνται στο Σιντζιάνγκ. 

«Συμφωνούμε όσον αφορά τη σημασία του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των διεθνών εργασιακών προτύπων», πρόσθεσαν. Η Κίνα δεν έχει επικυρώσει συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την καταναγκαστική εργασία, ένα σημαντικό εμπόδιο στη σύναψη επενδυτικής συμφωνίας με την ΕΕ.

Οι ηγέτες του G7 δεσμεύτηκαν να «συνεργαστούν» για την εξάλειψη της καταναγκαστικής εργασίας και «να διασφαλίσουν ότι οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού παραμένουν απαλλαγμένες από τη χρήση καταναγκαστικής εργασίας». Ένα πιο λεπτομερές σχέδιο θα υποβληθεί έως τον Οκτώβριο, σημείωσαν. 

Ακόμη και οι δεσμεύσεις του G7 για την αντιμετώπιση της πανδημίας περιείχαν έμμεσες αιχμές κατά της Κίνας. Ως μέρος της συλλογικής δέσμευσης των χωρών να παράσχουν σχεδόν 1 δισεκατομμύριο δόσεις εμβολίων κατά του κορωνοϊού κατά το επόμενο έτος, οι ηγέτες του G7 φρόντισαν να σημειώσουν ότι η δωρεά δεν συνοδεύεται από προσδοκίες για ανταλλάγματα. 

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν μισό δισεκατομμύριο δόσεις χωρίς δεσμεύσεις» δήλωσε ο Biden στην αρχή της συνόδου κορυφής.  Κίνα και Ρωσία έχουν κατηγορηθεί στο παρελθόν, πως χρησιμοποίησαν τη δική τους προμήθεια εμβολίων ως γεωπολιτικό εργαλείο για να κερδίσουν στρατηγικές παραχωρήσεις από άλλες χώρες – και για να υπονομεύσουν τη Δύση. 

«Οι δωρεές εμβολίων δεν περιλαμβάνουν πίεση για χάρες ή πιθανές παραχωρήσεις», πρόσθεσε ο Biden.

Παρομοίως, η επανάληψη της έκκλησης για περαιτέρω έρευνα σχετικά με την προέλευση του κορωνοϊού, ήρθε με ένα όχι και τόσο κομψό χτύπημα κατά της Κίνας, η οποία αντιτίθεται στην ιδέα για μια πλήρη επιπρόσθετη έρευνα σχετικά με το ενδεχόμενο η πανδημία να προήλθε από διαρροή εργαστηρίου.

Οι ηγέτες του G7 επέμειναν σε έναν «έγκαιρο και διαφανή έλεγχο που θα διεξαχθεί από εμπειρογνώμονες και θα στηριχθεί σε επιστημονικά δεδομένα», με επικεφαλής τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, και θα επεκταθεί «στην Κίνα».

Πριν από την κοινοποίηση του ανακοινωθέντος, εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στο Λονδίνο, δήλωσε: «Πιστεύουμε πάντα πως οι χώρες, μεγάλες ή μικρές, ισχυρές ή αδύναμες, φτωχές ή πλούσιες, είναι ίσες και ότι οι παγκόσμιες υποθέσεις πρέπει να αντιμετωπίζονται μέσω διαβούλευσης από όλες τις χώρες. Οι μέρες που οι παγκόσμιες αποφάσεις υπαγορεύονταν από μια μικρή ομάδα χωρών έχουν περάσει εδώ και καιρό».

Συνολικά, το ανακοινωθέν θεωρείται νίκη για την κυβέρνηση Biden, ενώ οι ηγέτες της ΕΕ ήταν ικανοποιημένοι με τη διπλή εστίαση τόσο στον ανταγωνισμό όσο και στη συνεργασία με την Κίνα.

«Πριν από τρία χρόνια, η Κίνα δεν αναφέρθηκε καν στο ανακοινωθέν του G7. Φέτος υπάρχει τμήμα για την Κίνα», δήλωσε αξιωματούχος του Λευκού Οίκου. «Αυτό ήταν ένα ασυνήθιστα ουσιαστικό και παραγωγικό G7», πρόσθεσε.

Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen κατέστησε σαφές ότι το σχέδιο ενίσχυσης των επενδύσεων του G7 στην Αφρική έχει ως στόχο την ανάσχεση της αυξανόμενης επιρροής του Πεκίνου, λέγοντας σε συνέντευξή της  στο Euronews: «Είναι πολύ σημαντικό να πείσουμε τους εταίρους μας, ότι οι επενδύσεις δεν συνοδεύονται από δεσμεύσεις σε αντίθεση με αυτές της Κίνας». 

Χωρίς να ονομάσει χώρες, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Charles Michel πρόσθεσε: «Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες και οι ανοιχτές κοινωνίες αντιμετωπίζουν πίεση από αυταρχικά καθεστώτα. Αυτή η πρόκληση μας ώθησε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας κατά τη διάρκεια του G7».

Ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ δήλωσε ότι η ΕΕ εξακολουθεί να θέλει να «συνεργαστεί εποικοδομητικά με την Κίνα σε θέματα όπως η αλλαγή του κλίματος» και πρόσθεσε πως οι άλλες χώρες του G7 είναι σε συμφωνία με την προσπάθεια της ΕΕ για πολύπλευρη προσέγγιση με την Κίνα – που περιλαμβάνει εταιρική σχέση, συναγωνισμό και συστημικό ανταγωνισμό – μια κοινή φράση που χρησιμοποιούν οι ηγέτες της ΕΕ για να περιγράψουν τη σχέση τους με την Κίνα.

Από την άλλη πλευρά, αξιωματούχος του Λευκού Οίκου ανέφερε πως το κοινό ανακοινωθέν δείχνει τις «σημαντικές γραμμές προσπάθειας, την οργάνωση των οποίων ζήτησε ο Πρόεδρος Biden από τις δημοκρατίες του κόσμου», προσθέτοντας: «Σε όλες αυτές υπήρξε  στρατηγική σύγκλιση».

Ακόμη και η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel – πρωταρχικός υποστηρικτής της επενδυτικής συμφωνίας ΕΕ-Κίνας – είχε αιχμηρά σχόλια για το Πεκίνο.

«Στόχος μας είναι να δούμε σημαντική πρόοδο» στα εργασιακά δικαιώματα στην Κίνα, είπε όταν ρωτήθηκε. «Πρέπει να υπάρξει πρόοδος σε σύγκριση με την τρέχουσα κατάσταση».

Πηγή: POLITICO

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης