Μια Αμερικανίδα που είχε απαχθεί από ενόπλους στο Δυτικό Σουδάν πριν από δύο μήνες δήλωσε χθες ότι τα τρόφιμα και το νερό σπανίζουν και οι συνθήκες διαβίωσης της είναι απελπιστικές.
Η γυναίκα εργάζεται στην αμερικανική φιλανθρωπική οργάνωση “Samaritan’s Purse”, η οποία ζήτησε να μην αποκαλυφθεί το όνομα της και είναι η τελευταία ξένη όμηρος που κρατείται στο Νταρφούρ. Δύο Γερμανοί που κρατούντο αφέθηκαν ελεύθεροι νωρίς χθες μετά από ομηρεία πέντε εβδομάδων.
” Τώρα βρίσκομαι σε ένα “ουάντι” (αποξηραμένη κοίτη ποταμού) μαζί με 20 άνδρες”, δήλωσε η γυναίκα στο πρακτορείο Ρόιτερ μέσω δορυφορικού τηλεφώνου. “Πλέον δεν τρώω, εδώ βρέχει συνεχώς και το μόνο που έχουμε είναι κάνα δυο μουσαμάδες. Κοιμόμαστε στη βροχή και καθώς δεν υπάρχει άλλο νερό διαθέσιμο πίνουμε βροχόνερο, όταν μπορέσουμε να το συλλέξουμε”, δηλώνει η γυναίκα.
Η ίδια πρόσθεσε ότι επιβιώνει πίνοντας γάλα καμήλας και τονίζει “Η κατάσταση έχει γίνει ένας ζωντανός εφιάλτης”.
Η όμηρος ακουγόταν ήρεμη αλλά η φωνή της “έσπασε” περιγράφοντας πόσο της λείπει η οικογένεια της και πως ελπίζει κάποια στιγμή να λήξει το μαρτύριο της.
Είπε ακόμα ότι οι απαγωγείς της τις τελευταίες μέρες έχουν γίνει περισσότερο εχθρικοί εναντίον της, μια τακτική που εφαρμόζουν συχνά για να πιέσουν τις κυβερνήσεις να καταβάλουν λύτρα. Οι απαγωγείς της γυναίκας έχουν ζητήσει λύτρα από την κυβέρνηση του Σουδάν αλλά το ποσό δεν αποκαλύφθηκε.
Δύο γυναίκες όμηροι, μια Ιρλανδή και μια από την Ουγκάντα, που κρατούντο πέρυσι για περισσότερους από τρείς μήνες στο Νταρφούρ δήλωσαν ότι ήταν μάρτυρες εικονικών εκτελέσεων που στόχο είχαν την τρομοκράτηση τους.
Οι απαγωγείς της Αμερικανίδας επικοινώνησαν με τα γραφεία του Ρόιτερ στο Χαρτούμ, έδωσαν τον αριθμό ενός δορυφορικού τηλεφώνου και ζήτησαν από τους ανταποκριτές να επικοινωνήσουν μαζί τους.

