Η Tanja Nijmeijer από την Ολλανδία εδώ και δέκα χρόνια πολεμά με τους αντάρτες του FARC στη ζούγκλα της Κολομβίας. Πρόσφατα ταξίδεψε στην Κούβα, ως μέλος της αντιπροσωπείας των ανταρτών στις ειρηνευτικές συνομιλίες. Το FARC, είναι από τις παλαιότερες ανταρτικές ομάδες
Ως πρόσφατα, η τύχη που την περίμενε είχε δύο προοπτικές: ένας τάφος στη ζούγκλα της Κολομβίας ή η κράτησή της σε αμερικανική φυλακή υψίστης ασφαλείας. Η ίδια υποστηρίζει πως δεν είχε κάποια αμφιβολία για την προοπτική που προτιμούσε: Να πεθάνει πολεμώντας στη ζούγκλα.
Η Nijmeijer καταζητείται από την Interpol «για τη συμμετοχή της σε τρεις απαγωγές καθώς και για τη χρήση πυροβόλων όπλων κατά την διάρκεια βίαιου εγκλήματος και τη συμμετοχή της σε τρομοκρατική οργάνωση».
Οι αντάρτες του FARC ελέγχουν μεγάλο μέρος περιοχών της Κολομβιανής ζούγκλας εδώ και δεκαετίες. Θεωρούνται υπεύθυνοι για βομβιστικές επιθέσεις και απαγωγές πλουσίων ώστε να χρηματοδοτηθεί ο αγώνας τους και κατηγορούνται ότι συμμετέχουν στο εμπόριο ναρκωτικών.
Η 36χρονη Τάνια, που μιλά πέντε γλώσσες, έδωσε συνέντευξη στο SPIEGEL σε ξενοδοχείο της Αβάνα, ρίχνοντας πότε-πότε ματιές στην τηλεόραση που έδειχνε έναν αγώνα τένις.
Οι δημοσιογράφοι προσπαθούν εδώ και καιρό να τη βρουν, καθώςζει και πολεμά στη ζούγκλα (μια περιοχή στο μέγεθος της Σουηδίας) όπου τον περισσότερο καιρό προσπαθεί να αποφύγει τις περιπόλους των κυβερνητικών δυνάμεων, ενώ κάποιες άλλες θεωρείται ότι έχει σκοτωθεί.
Ως το 2012, όσοι δημοσιογράφοι την είχαν πετύχει, της είχαν αποσπάσει μόνο μερικά «τσιτάτα» του Μαρξ.
Για να φτάσει στην Κούβα τα μέλη της αντιπροσωπείας των ανταρτών, οι κυβερνητικές δυνάμεις συμφώνησαν και επί έξι ημέρες σχημάτισαν μιαν αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη 50 τετραγωνικών χιλιομέτρων, και χρησιμοποιήθηκε ελικόπτερο του Ερυθρού Σταυρού που τα παρέλαβε από μυστικό σημείο ραντεβού για να τα μεταφέρει στην Μπογκοτά κι από εκεί στην Κούβα.
Η συμμετοχή της Τάνιας στην αντιπροσωπεία έγινε για να χρησιμοποιηθεί ως μεταφράστρια. Η άφιξή της στην Κούβα σήμανε, ότι μετά από 10 χρόνια επισκέφτηκε μεγαλούπολη, χρησιμοποίησε κινητό τηλέφωνο, το Διαδίκτυο και το ΑΤΜ.
Η συμμετοχή της Τάνιας στην αντιπροσωπεία δίνει μια νέα προοπτική στη ζωή της: να τερματιστεί ο πλέον μακροχρόνιος ανταρτοπόλεμος στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής, που μαίνεται εδώ και πενήντα χρόνια.
Αυτός είναι και ο στόχος των ενημερωτικών Τουίτς και της ιστοσελίδας που έστησε για τους αντάρτες από την Αβάνα.
Περισσότεροι από 200.000 είναι οι νεκροί από τον συνεχιζόμενο ανταρτοπόλεμο των «Επαναστατικών Ένοπλων Δυνάμεων της Κολομβίας» που μάχονται «για τα δικαιώματα του λαού».
Στις ειρηνευτικές διαβουλεύσεις που γίνονται στην Αβάνα οι διαπραγματευτές αγωνίζονται να συμφωνήσουν σε έξι ζητήματα: Τον αναδασμό της γης, τον αφοπλισμό των ανταρτών, την αποζημίωση των θυμάτων κι από τα δύο μέρη, τον τερματισμό του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, και τον μελλοντικό πολιτικό ρόλο του FARC μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου.
Το ένταλμα της Interpol για την Nijmeijer έχει ανασταλεί όσο διαρκούν οι διαπραγματεύσεις στην Αβάνα. Η Τάνια είναι η μόνη ξένη που αναδείχθηκε στα αξιώματα της ανταρτικής οργάνωσης και είναι γνωστή στους κόλπους του FARC ως «αντάρτης Νο 608372».
Πως βρέθηκε στην Κολομβία; Ήταν 19 χρόνων φοιτήτρια όταν στην καφετέρια του πανεπιστημίου του Groningen πίνοντας μια κούπα καφέ, διάβασε στην εφημερίδα, ότι στην Κολομβία ζητούσαν δασκάλους αγγλικών. Ουδέποτε είχε ταξιδέψει στη Νότια Αμερική. Ένοιωσε μεγάλη επιθυμία και υπέβαλε την αίτηση. «Γνωρίζεται πως γίνεται εμφύλιος πόλεμος στην Κολομβία;» την ρώτησαν στην πρεσβεία όταν πήγε να ζητήσει βίζα. «Όχι», είχε απαντήσει, αλλά αυτό δεν την είχε κάνει να αλλάξει γνώμη.
Στην Κολομβία δίδασκε αγγλικά σε σχολείο για παιδιά πλουσίων στην Περέιρα στους πρόποδες των Άνδεων. «Κάθε ημέρα φεύγοντας για το σχολείο, έβλεπα τους άστεγους να ψάχνουν στους σκουπιδοτενεκέδες, δίπλα στα εμπορικά κέντρα, και πολλές φορές με έπιαναν τα κλάματα. Μια ημέρα το σχολικό λεωφορείο, περνούσε δίπλα από μια οικογένεια ιθαγενών που περπατούσαν ξυπόλυτοι στο πεζοδρόμιο. «Αυτοί είναι φτωχοί κι εμείς πλούσιοι», μου είπε ένας μαθητής μου. Κι ένοιωσα μεγάλη ντροπή.
Ρώτησα τότε μια συνάδελφο καθηγήτρια μαθηματικών: «πως αισθάνεσθε σ’ αυτή τη χώρα να υπάρχουν οι πολλοί πλούσιοι στο βορά να τα έχουν όλα ενώ στο νότο δεν έχουν το παρανικρό; Η απάντησή της με αποστόμωσε: «Την ίδια λύπη που νοιώθουν οι Ευρωπαίοι που κατέχουν τα πάντα, ενώ στον υπόλοιπο κόσμο…».
Η φράση αυτή στριφογύριζε στο μυαλό μου καθώς μετά τη σχολική χρονιά επέστρεψα στην Ολλανδία να τελειώσω τις σπουδές μου. Κι ένοιωσα κάτι σαν μανία πως έπρεπε να βοηθήσω να γίνει μια σημαντική αλλαγή χάρη της δικαιοσύνης. Αυτό με δυνάμωσε εντάχθηκα στη Διεθνή των Σοσιαλιστών κι άρχισα να πουλάω αριστερές εφημερίδες μπροστά στο Κοινοβούλιο, στη Χάγη. Ταυτόχρονα συμμετείχα σε διαδηλώσεις. Σε μια από αυτές με συνέλαβαν και πέρασα 26 ώρες στη φυλακή. Ως «επαναστάτρια στην Ευρώπη», όμως οι δυνατότητές μου ήταν μηδαμινές.
Έτσι παρά τις αντιρρήσεις των γονιών μου που ήθελαν να αναλάβω μάνατζερ σε εργοστάσιο τροφίμων, επέστρεψα στην Κολομβία αφού είχα σιχαθεί τον καπιταλισμό.
Με τη βοήθεια συναδέλφου καθηγήτριας μέλους του FARC έφτασα στους αντάρτες. Τρεις μήνες αργότερα έκαψα το διαβατήριό μου. Αυτό ήταν όλο».
Υπάρχουν μερικά πράγματα που νοσταλγώ: «Να δω το “Avatar” σε 3-D, να βρεθώ σ΄ένα ξέφωτο μια ημέρα χωρίς να φοβάμαι μήπως πέσω σε ενέδρα, και να γυρίσω στην Ολλανδία να δώ τους δικούς μου».
Πηγή: SPIEGEL ONLINE
Επιμέλεια: Κ. Μπετινάκης

