Οι Ιταλοί οδηγούνται στις κάλπες στις 4 Δεκεμβρίου για το δημοψήφισμα που φαινομενικά αφορά σε εσωτερικές συνταγματικές αλλαγές, σε θεσμικό κυρίως επίπεδο.
Ωστόσο, ενώ όλοι θεωρούν πως πρόκειται για εσωτερικό ζήτημα, έχει πάρει σημαντικές ευρωπαϊκές διαστάσεις, αφού θα κρίνει και το μέλλον του πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι.
«Πιστεύω πως αυτό το δημοψήφισμα μπορεί πραγματικά να σημάνει την αλλαγή για την Ιταλία» δήλωσε στους δημοσιογράφους ο Ρέντσι την περασμένη Παρασκευή, όταν συμπλήρωνε τη χιλιοστή ημέρα της διακυβέρνησής του.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός έχει συνδέσει την έκβαση του δημοψηφίσματος με το πολιτικό του μέλλον. Τη δήλωση αυτή πολλοί Ιταλοί δεν την ξεχνούν.
Ο Ματέο Ρέντσι πηγαίνει αυτές τις μέρες από τη μια προεκλογική συγκέντρωση στην άλλη και εμφανίζεται σε όλα τα κανάλια. Με έντονη παρουσία μέσα από το Facebook, αλλά και μέσω ραδιοφώνου και τηλεόρασης, κάνει ακούραστα εκστρατεία υπέρ του «Ναι».
Επιδιώκοντας «μικρότερη Γερουσία», στην πραγματικότητα έχει στόχο όχι μόνο να εξοικονομήσει χρήματα, αλλά και να επισπεύσει τη νομοθετική διαδικασία.
Με 951 μέλη και στα δύο νομοθετικά σώματα (Βουλή και Γερουσία) η Ιταλία έρχεται τρίτη στον κόσμο σε αριθμό κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης.

Έτσι, οι Ιταλοί θα κληθούν να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα, όπως φαίνεται, λιγότερο για τις συνταγματικές αλλαγές και περισσότερο υπέρ ή κατά του πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, του θεωρούμενου ως από τους λίγους πλέον φιλοευρωπαίους ηγέτες της γηραιάς ηπείρου.
Βρυξέλλες και Βερολίνο θέλουν τον Ρέντσι
Μπορεί οι Ευρωπαίοι ηγέτες να είναι υπέρ του Ρέντσι, αλλά οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η πλειονότητα των Ιταλών έχει διαφορετική άποψη.
Οι εφημερίδες «Corriere della Sera», «La Stampa» και «La Repubblica» δημοσίευσαν το περασμένο Σαββατοκύριακο δημοσκόπηση, σύμφωνα με την οποία το «Όχι» προηγείται από 7 έως και 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Αλλά πόσοι πιστεύουν πλέον τις δημοσκοπήσεις; Ιδιαίτερα μετά τις αποτυχίες τους να προβλέψουν το Brexit ή την εκλογή Τραμπ;
Αν πράγματι η πλειονότητα των Ιταλών τασσόταν υπέρ του «Όχι», τότε δεν θα παρέμενε για μεγάλο διάστημα στη θέση του και η Ιταλία θα ταλανιζόταν από μια νέα πολιτική κρίση. Ο χρόνος μέχρι τις επόμενες εκλογές, το 2018, θα μετατρεπόταν σε έναν αγώνα δρόμου για γερά νεύρα. Επιπλέον, η ιταλική Κεντρική Τράπεζα προειδοποιεί πως μια πιθανή νίκη του «Όχι» δεν θα σήμαινε μόνο πολιτική αλλά και οικονομική κρίση. Η ιταλική αγορά ταλανίζεται από μια διαρκούσα αστάθεια, ο δείκτης των μετοχών πλήττεται από τις τράπεζες που βρίσκονται σε κακή κατάσταση, ενώ για τους επενδυτές η Ιταλία εδώ και καιρό δεν είναι ελκυστική.
Βρυξέλλες και Βερολίνο ελπίζουν ο 41χρονος πρωθυπουργός να καταφέρει να παραμείνει στο αξίωμά του. «Για τη Μέρκελ η σταθερότητα της Ιταλίας είναι θεμελιώδης» γράφει η «La Repubblica».
O Ματέο Ρέντσι φαίνεται μέσα από όλο αυτό το χάος στην Ευρώπη που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια να αποτελεί μια σταθερά.
Αν μη τι άλλο, η Ευρώπη δεν χρειάζεται άλλη κρίση, ενώ και οι εξελίξεις στις ΗΠΑ μετά τις εκλογές προμηνύουν αβεβαιότητα.
Η Ιταλία έχει καταστεί πεδίο μάχης των λαϊκιστών
Με αρνητική ανάπτυξη και αυξανόμενο χρέος, η Ιταλία αποτελεί πλέον τον καινούργιο «άρρωστο της Ευρώπης».
Κι αυτό ασχέτως με το ότι -αντίθετα με τη φτωχευμένη Ελλάδα- εξακολουθεί να θεωρείται η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρωζώνη, με μειωμένες πιθανότητες να πτωχεύσει.
Το δημοψήφισμα με το οποίο ο Ρέντσι και το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα προσπαθεί να αφαιρέσει τις κοινοβουλευτικές δυσλειτουργίες για την αντιπολίτευση αποτελεί μέσο για «καθεστωτική εγκατάσταση».
Τόσο το κόμμα της λαϊκής αριστεράς των «Πέντε Αστέρων» (M5S) όσο και η Δεξιά του Μπερλουσκόνι προπαγανδίζουν υπέρ του «Όχι», με στόχο την ανατροπή του Ρέντσι.

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, οι ευρωσκεπτικιστές του Κινήματος «M5S» με τον ηγέτη τους Μπέπε Γκρίλο πανηγύρισαν.
«Από στρατηγικής άποψης να χρησιμοποιήσεις ένα δημοψήφισμα ως στήριξη της λαϊκής κοινής γνώμης αποτελεί πολιτικό σφάλμα» υποστηρίζει στην «DW» ο Luca Verzichelli, καθηγητής των Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Σιένα. «Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ακόμη και τα πιο μικρά, είναι όλα εναντίον του Ρέντσι», έτσι έμμεσα προαναγγέλλεται η πτώση του, μια και υπάρχει αντίδραση ακόμη κι από τους κόλπους του Δημοκρατικού Κόμματος.
Το παράδοξο είναι, πάντως, πως ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, παρόλο που υποστηρίζει το «Όχι», σε συνέντευξή του στο ραδιόφωνο RTL είπε πως «ο Ρέντσι αποτελεί τον μόνο πολιτικό ηγέτη που εναπομένει στην Ιταλία».

Αυτό σημαίνει πως όλοι γνωρίζουν στην Ιταλία ότι, ακόμη κι αν κερδίσει το «Όχι», απαιτούνται συνταγματικές μεταρρυθμίσεις στη χώρα.
Μόνη ελπίδα για τους υποστηρικτές του Ρέντσι αποτελούν οι αναποφάσιστοι, επειδή το γεγονός ότι η Ιταλία έχει γνωρίσει τα τελευταία 70 χρόνια 63 διαφορετικές κυβερνήσεις δεν προκαλεί αισιοδοξία.
Σύνταξη: Κ. Μπετινάκης
Πληροφορίες από Deutsche Welle

