Η αντιμετώπιση ενός ασθενή που πάσχει από προστατική υπερπλασία δεν είναι κάτι το μονοδιάστατο. Το αν o ασθενής χρειάζεται θεραπεία ή παρακολούθηση αυτό πάντα εξετάζεται ανάλογα με την κάθε περίπτωση.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι η υπερπλασία προστάτη είναι μία πάθηση που υπάρχει σε μεγάλο ποσοστό ανδρών μέσης και προχωρημένης ηλικίας. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής Εταιρείας, το 60% των ανδρών ηλικίας 60 ετών έχει συμπτώματα υπερπλασίας προστάτη, ενώ περίπου το 90% των ασθενών που βρίσκονται στην 9η δεκαετία της ζωής τους έχει υπερπλασία. Αυτό σημαίνει ότι ένας άνδρας άνω των 60 ετών που επισκέπτεται τον ουρολόγο κατά πάσα πιθανότητα έχει κάποιο βαθμό προστατικής υπερπλασίας, για την οποία θα ζητήσει συμβουλή: πρέπει να κάνει κάτι γι’ αυτό; Να χειρουργηθεί; Να πάρει φάρμακα; Είναι επικίνδυνο; Είναι επείγον;
Είναι σημαντικό να ξεκαθαριστεί ότι όλες οι περιπτώσεις προστατικής υπερπλασίας δεν απαιτούν υποχρεωτικά θεραπεία. Επίσης, αν ένας ασθενής έχει προστάτη μεγάλου μεγέθους, αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι πρέπει να αντιμετωπίζεται με πιο δραστικό τρόπο από αυτόν που έχει υπερπλασία μικρού βαθμού. Αντίθετα, λαμβάνεται σοβαρά υπ’ όψιν το πόσο ενοχλείται ο κάθε άνδρας από τα συμπτώματα της νόσου. Για τον σκοπό αυτό υπάρχουν ερωτηματολόγια που αξιολογούν τα συμπτώματα τέτοιων ασθενών, βαθμολογώντας επίσης και το πόσο αυτά επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής τους.
Επίσης, σημαντικό ρόλο στην απόφαση για χειρουργική επέμβαση παίζει αν η απόφραξη που προκαλεί ο προστάτης προκαλεί επιπλοκές, όπως η χρόνια επίσχεση ούρων, η λιθίαση της ουροδόχου κύστεως ή η δημιουργία εκκολπωμάτων στην κύστη. Επιπροσθέτως, η μέτρηση του υπολείμματος των ούρων μετά από την ούρηση που γίνεται με τη χρήση υπερήχου αποτελεί ακόμη μία ένδειξη της σοβαρότητας της υπερπλασίας, χωρίς όμως από μόνη της να αποτελεί και ένδειξη για χειρουργείο.
Γενικά, ασθενείς με ήπια μόνο συμπτώματα πιστεύεται ότι μπορούν απλώς να παρακολουθούνται ή να λάβουν φαρμακευτική αγωγή, ενώ αντίθετα άνδρες με εντονότερα συμπτώματα προσανατολίζουν τον θεράποντα ιατρό προς τη χειρουργική αντιμετώπιση. Αυτός ο διαχωρισμός βέβαια είναι σχηματικός – ο τρόπος που θα αντιμετωπιστεί τελικά ένας ασθενής εξατομικεύεται και εξαρτάται από πολλές παραμέτρους, μία από τις οποίες είναι και η ίδια η επιθυμία του ασθενή να ακολουθήσει τη μία ή την άλλη οδό, αφού βέβαια ενημερωθεί αναλυτικά από τον γιατρό για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε μορφής θεραπείας.
Φυσικά, άνδρες για τους οποίους συστήνεται απλή παρακολούθηση των συμπτωμάτων θα πρέπει να ελέγχονται τακτικά και να μην εφησυχάζουν. Η προστατική υπερπλασία είναι μία νόσος που εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου, απαιτώντας πολύ συχνά προσαρμογή της θεραπευτικής στρατηγικής που ακολουθείται. Πάντως, απλές προσαρμογές του τρόπου ζωής, όπως π.χ. η αποφυγή λήψης μεγάλων ποσοτήτων υγρών το βράδυ, η τακτική ούρηση χωρίς αναβολές και η αποφυγή ερεθιστικών ουσιών, όπως ο καφές, το οινόπνευμα και οι πικάντικες τροφές, μπορούν να ανακουφίσουν τους ασθενείς με ήπια συμπτωματολογία.
Οι επιλογές που υπάρχουν όσον αφορά στη φαρμακευτική αντιμετώπιση είναι κυρίως δύο: οι α-αναστολείς και οι αναστολείς της 5α-ρεδουκτάσης. Οι τελευταίοι χορηγούνται, εφόσον το μέγεθος του προστάτη είναι μεγάλο (δηλαδή να ξεπερνά τα 40 κυβικά εκατοστά). Η μέγιστη αποτελεσματικότητα των φαρμάκων της δεύτερης κατηγορίας φαίνεται σε μία περίοδο έξι μηνών από την έναρξή τους, ενώ η ανακούφιση που προσφέρουν οι α-αναστολείς είναι πολύ πιο άμεση (σε περίοδο λίγων ημερών ή εβδομάδων).
Τέλος, ασθενείς με σοβαρά και βασανιστικά συμπτώματα που επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής τους θα πρέπει να αντιμετωπίζονται χειρουργικά. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις η σκέψη του γιατρού οδηγείται κατευθείαν στη χειρουργική αντιμετώπιση, όπως για παράδειγμα σε ασθενείς οι οποίοι αντιμετωπίζουν επανειλημμένα και επίμονα επεισόδια επίσχεσης ούρων, για τα οποία αναγκάζονται να έχουν καθετήρα κύστεως. Επίσης, η αιματουρία που εμφανίζουν ασθενείς με προστατική υπερπλασία μπορεί να αποτελέσει ένδειξη για χειρουργική αφαίρεση του προστάτη, αν δεν έχει αποτέλεσμα η φαρμακευτική αγωγή.
Όσοι εμφανίζουν λίθους στην ουροδόχο κύστη σαν συνέπεια της υπερπλασίας έχουν επίσης σαφή ένδειξη για χειρουργείο. Τέλος, μία ιδιαίτερη κατηγορία ασθενών είναι αυτοί στους οποίους η απόφραξη που προκαλεί ο προστάτης και η παρατεινόμενη λίμναση των ούρων στην ουροδόχο κύστη επηρεάζουν τη φυσιολογική λειτουργία των νεφρών, με τελικό αποτέλεσμα τη νεφρική ανεπάρκεια, την πιο επικίνδυνη επιπλοκή της προστατικής υπερπλασίας. Τέτοιοι ασθενείς θα πρέπει να οδηγούνται στο χειρουργείο για αντιμετώπιση της απόφραξης, πριν επέλθουν μόνιμες βλάβες στους νεφρούς.
Το άρθρο υπογράφει ο Χ. Κυράτσας, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, συνεργάτης του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

