Πώς η λοίμωξη με COVID– 19 επηρεάζει το καρδιαγγειακό σύστημα;
Όπως είναι γνωστό ο ιός SARS-Cov-2 που προκαλεί τη νόσο COVID-19 μπορεί να επηρεάσει το καρδιαγγειακό σύστημα και την ίδια την καρδιακή λειτουργία ιδιαίτερα επί ύπαρξης καρδιακής νόσου και καρδιακής ανεπάρκειας. Η προσβολή του καρδιαγγειακόυ συστήματος αποδίδεται είτε σε απευθείας βλάβη της καρδιάς είτε σε διαταραχή της λειτουργικότητας των αρτηριών και ενδοθηλιακή δυσλειτουργία όπως έχει φανεί και από δικές μας μελέτες. Επιπλέον λόγω των διαταραχών στους μηχανισμούς θρόμβωσης, την ενεργοποίηση του καταρράκτη της πήξης και της φλεγμονώδους απόκρισης, τόσο κατά το διάστημα της νόσησης όσο και το πρώτο διάστημα μετά την οξεία νόσο μπορεί να εμφανιστεί κινητοποίηση ενζύμων μυοκαρδιακής βλάβης με αύξηση κυρίως της τροπονίνης, αυξημένη επίπτωση – πιθανότητα- πρόκλησης εμφράγματος του μυοκαρδίου, μυοκαρδίτιδα, περικαρδίτιδας αλλά και ποικιλία καρδιακών αρρυθμιών.
Σε άτομα τα οποία δεν έχουν διαγνωσμένη καρδιαγγειακή νόσο τι συστήνετε εφόσον νοσήσουν με COVID– 19 ή άλλες ιογενείς λοιμώξεις;
Όλοι οι ασθενείς που νόσησαν, ιδιαίτερα όσοι είναι άνω το 40 ετών, έχουν οικογενειακό ιστορικό πρώιμης εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου ή με συνοσηρότητες, είναι ευκαιρία να εξεταστούν για κλασικούς καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου (δυσλιπιδαιμία, υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης, νεφρική νόσο κ.α.) ώστε να λάβουν τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα, και την προληπτική αγωγή που θα τους προστατέψει από μελλοντικά καρδιαγγειακά συμβάντα. Είναι επίσης ευκαιρία να ενταχθούν σε ένα πρόγραμμα εντατικής παρακολούθησης και συστηματικής τροποποίησης των ανθυγιεινών συνηθειών του τρόπου ζωής. Αν υπάρχουν συμπτώματα όπως πόνος στο στήθος ή δυσφορία, δύσπνοια, αίσθημα παλμών ή ενδείξεις καρδιαγγειακών επιπλοκών (όπως προκύπτει από την κλινική εξέταση, τις απεικονιστικές εξετάσεις π.χ. ακτινογραφία θώρακος, και από βιοχημικούς δείκτες π.χ. αύξηση τιμών τροπονίνης ορού και νατριουρητικών πεπτιδίων) πρέπει καταρχήν να γίνει προσεκτικός έλεγχος της καρδιακής λειτουργίας με ηλεκτροκαρδιογράφημα και υπερηχογραφική απεικόνιση της καρδιάς.
Ποια τα κύρια συμπτώματα από το καρδιαγγειακό σύστημα σε επιπλοκή από λοίμωξη COVID– 19 ή άλλες ιογενείς λοιμώξεις;
Οι επιπλοκές από το καρδιαγγειακό δεν είναι συχνές πρέπει όμως να δίνεται προσοχή ιδιαίτερα στους ασθενείς που παρουσιάζουν συμπτώματα. Η εμφάνιση θωρακικού άλγος, στηθάγχης (συσφικτικού θωρακικού άλγους στο προκάρδιο) , δυσκολίας στην αναπνοή, εύκολης κόπωσης, «λαχάνιασματος»- ταχύπνοιας και αρρυθμιών που μπορεί να γίνουν αντιληπτές ως διαταραχή του καρδιακού ρυθμού ή «αίσθημα παλμών» πρέπει να σε κάθε περίπτωση να αξιολογούνται από κάποιον ειδικό ιατρό.
Τι πρέπει να προσέχουν οι καρδιοπαθείς;
Οι καρδιοπαθείς και ιδιαίτερα όσοι πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια ή έχουν αρρύθμιστη υπέρταση ή είναι παχύσαρκοι έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών σε περίπτωση νόσησης από COVID-19. Προληπτικά είναι σημαντικό να έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα των εμβολιασμών τους. Επίσης πρέπει να έχουν ρυθμίσει όλα τα υποκείμενα νοσήματα (καρδιακή ανεπάρκεια, σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση) κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο ώστε αν νοσήσουν να μπορούν να ανταπεξέλθουν καλύτερα στο «στρες» της νόσησης από COVID-19. Όταν τα άτομα με υποκείμενα καρδιαγγειακά νοσήματα νοσούν από COVID-19, ανάλογα και με τη βαρύτητα της νόσου, πρέπει να επικοινωνήσουν άμεσα με τους θεράποντες ιατρούς για το ενδεχόμενο λήψης ειδικής αντι-ιικής αγωγής. Σε αυτή την περίπτωση συχνά χρειάζεται και τροποποίηση μιας σειράς φαρμάκων που λαμβάνουν οι καρδιοπαθείς ασθενείς και αυτό πρέπει να γίνει σε συνεννόηση με των καρδιολόγο τους ώστε να προφυλαχθούν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Επίσης ο υψηλός πυρετός από μόνος του μπορεί να οδηγήσει σε απορρύθμιση των ατόμων με καρδιακή ανεπάρκεια και για αυτό πρέπει συχνά να τροποποιούνται οι δώσεις των καρδιολογικών φαρμάκων. Συμπερασματικά, όλοι οι καρδιοπαθείς είναι σημαντικό να βρίσκονται σε στενή επαφή και επικοινωνία με τον θεράποντα καρδιολόγο τους εφόσον νοσήσουν από COVID-19.
Ποιες οι εξετάσεις που πρέπει να γίνονται κατά τη διάρκεια ή μετά την ανάρρωση;
Οι εξετάσεις που πρέπει να γίνουν κατά τη διάρκεια ή μετά την ανάρρωση (από λοίμωξη με COVID-19 ή άλλες ιογενείς λοιμώξεις) ποικίλλουν και εξατομικεύονται ανάλογα με το ιστορικό του ασθενούς, τα συμπτώματα και την κλινική πορεία της νόσου. Ειδικότερα εάν υπάρχουν σημεία καρδιαγγειακών επιπλοκών συστήνεται: κλινική εξέταση, ηλεκτροκαρδιογράφημα, εργαστηριακός έλεγχος (γενική αίματος, βιοχημικός έλεγχος ηπατικής και νεφρικής λειτουργίας, τροπονίνη, δείκτες φλεγμονής όπως CRP, νατριουρητικά πεπτίδια), απεικονιστικός έλεγχος συνήθως με απλό υπερηχοκαρδιογράφημα. Ανάλογα με τα αποτελέσματα των εξετάσεων και την κλινική εικόνα ενδεχομένως να κριθούν αναγκαίες από τον καρδιολόγο και επιπλέον εξετάσεις όπως μαγνητική απεικόνιση της καρδιάς.
Κάποιες από τις εξετάσεις που δύναται να ζητηθούν μετά την ανάρρωση από COVID-19 και ιδιαίτερα αν κάποια συμπτώματα επιμένουν είναι: Ηλεκτροκαρδιογράφημα, ακτινογραφία θώρακος, υπερηχοκαρδιογράφημα, Ηolter Ρυθμού, μαγνητική απεικόνιση της καρδιάς (επί εικόνας μυοκαρδίτιδας), δοκιμασία κόπωσης / δυναμική υπερηχοκαρδιογραφία και εξετάσεις αίματος όπως γενική αίματος, γλυκόζη και γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, δείκτες νεφρικής λειτουργίας (ουρία και κρεατινίνη ορού), δείκτες μυοκαρδιακής νέκρωσης (τροπονίνη), δείκτες καρδιακής λειτουργίας -νατριουρητικά πεπτίδια- και μέτρηση δεικτών φλεγμονής.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία ατόμων αποτελούν και αυτοί που αθλούνται συστηματικά. Η επιστροφή στις αθλητικές δραστηριότητες πρέπει να γίνει με προσοχή. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να επιστρέψουν στις αθλητικές δραστηριότητες πριν την ύφεση των συμπτωμάτων και η καρδιοαναπνευστική δοκιμασία κόπωσης μπορεί να είναι χρήσιμη στην ομάδα αυτών των ασθενών.
Η καρδιολογική εκτίμηση και παρακολούθηση όσων νόσησαν με COVID-19 μπορεί να πραγματοποιηθεί και σε ειδικά καρδιολογικά ιατρεία. Στο ΓΝΝΘΑ «Η ΣΩΤΗΡΙΑ» στην Γ’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική ήδη λειτουργεί ιατρείο καρδιολογικής παρακολούθησης ασθενών μετά λοίμωξη COVID-19, στελεχωμένο με έμπειρους καρδιολόγους (τηλ. ραντεβού 1535, Κωδικός Ιατρείου 08758).