Σήμερα Τετάρτη μεταβαίνει στο Κάιρο η ελληνική αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Γιώργο Γεραπετρίτη, για να συζητήσει με την Αιγυπτιακή κυβέρνηση το ζήτημα που προέκυψε σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής Σινά. Η Αθήνα ζητά την τήρηση των δημόσιων δεσμεύσεων του προέδρου Αλ Σίσι στην πολιτική συμφωνία των δύο πλευρών.

Η Ελλάδα υποστηρίζει το πάγιο καθεστώς της Μονής που διαμορφώθηκε και διατηρείται ανά τους αιώνες και θα επιδιώξει την ολοκλήρωση της συμφωνίας με την αιγυπτιακή πλευρά στη βάση όλων όσων συζητήθηκαν και ανακοινώθηκαν στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας των δύο χωρών με γνώμονα τη διαφύλαξη του χαρακτήρα της Μονής, δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης.

Η Αθήνα πάντως θα επιμείνει στα όσα συμφωνήθηκαν στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, δηλαδή, να μην υπάρξει κανένα ζήτημα με τον χαρακτήρα της Μονής και όλα όσα ισχύουν ως προς το διαμορφωθέν πάγιο καθεστώς της και τον χαρακτήρα λειτουργίας της και όλα όσα έχουν να κάνουν με τη Μονή αυτή καθαυτή και όλους τους λατρευτικούς – θρησκευτικούς χώρους.

Η ελληνική αποστολή που αναμενόταν αρχικά να μεταβεί στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα τη Δευτέρα, θα συνοδεύσει τελικά τον Υπουργό την Τετάρτη, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες.

Οι διαβουλεύσεις για το ιδιοκτησιακό

Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται στον απόηχο της πρόσφατης απόφασης της αιγυπτιακής Δικαιοσύνης, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες, κήρυξε την ιστορική Μονή Αγίας Αικατερίνης ως κλειστή και προχώρησε σε δήμευση της περιουσίας της.

Στο επίκεντρο των συνομιλιών θα βρεθεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής, με την ελληνική πλευρά να επιδιώκει την εξεύρεση θεσμικής λύσης που θα διασφαλίζει τα δικαιώματα των μοναχών, τον λατρευτικό χαρακτήρα της Μονής και τη συνέχεια της λειτουργίας της.

Η ελληνική θέση ενισχύεται από έγγραφο της UNESCO, σύμφωνα με το οποίο η Αίγυπτος είχε αναγνωρίσει ήδη από το 2002, με επίσημη υπογραφή, ότι η κυριότητα των εδαφών και των κτηρίων της Μονής ανήκει στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία και την Αρχιεπισκοπή του Σινά.

Οι εξελίξεις αυτές εντάσσονται στο πλαίσιο των πρόσφατων επαφών του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, οι οποίοι είχαν συμφωνήσει στη διατήρηση του μοναδικού θρησκευτικού καθεστώτος της Μονής.

Η προηγούμενη συμφωνία διακανονισμού του Δεκεμβρίου αναγνώριζε την ιδιοκτησία της Μονής στις αμφισβητούμενες εκτάσεις, και είχε συμφωνηθεί σε διακρατικό επίπεδο, με συμμετοχή εκπροσώπων των Υπουργείων Εξωτερικών, Παιδείας και Πολιτισμού και της αιγυπτιακής πλευράς. Σύμφωνα με το σχετικό έγγραφο, «το Μοναστήρι, τα κτίριά του, τα οικόπεδά του, οι εκκλησίες και τα συναφή κτίρια» αποτελούν ιδιοκτησία του Μοναστηριού που ανήκει στο Ελληνορθόδοξο Δόγμα, με βάση και την εγγραφή του στη Λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Η δικαστική απόφαση της Αιγύπτου, η οποία έθεσε υπό διαχείριση του Αιγυπτιακού Δημοσίου τη Μονή και τις εκτάσεις της, αναγνωρίζει ωστόσο το πλήρες δικαίωμα χρήσης των χώρων από τους μοναχούς για την τέλεση των θρησκευτικών τους καθηκόντων, με δέσμευση του Προέδρου Σίσι για διατήρηση του θρησκευτικού της χαρακτήρα.

Οι ελληνικές διπλωματικές προσπάθειες επικεντρώνονται στη θεσμική επίλυση του ζητήματος, με στόχο να μην υπάρξει αλλοίωση του λατρευτικού και προσκυνηματικού χαρακτήρα της Μονής, αλλά και να διασφαλιστεί η συνέχεια της ιστορικής της παρουσίας στην περιοχή του Σινά.

Οι χειρισμοί της Αθήνας γίνονται με γνώμονα τη διατήρηση των ελληνοαιγυπτιακών σχέσεων, οι οποίες θεωρούνται υψηλής σημασίας και για τις δύο χώρες.

Έγγραφο Unesco για τη Μονή

Έγγραφο της Unesco που χρονολογείται το 2002, αποτυπώνει τη δέσμευση του Καΐρου όσον αφορά την κυριότητα εδαφών και κτηρίων.

«Η Μονή αποτελεί ιδιοκτησία της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας και ανήκει στην Αρχιεπισκοπή του Σινά. Υπό το ιεραρχικό σύστημα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, είναι αυτοδιοικούμενη και ανεξάρτητη, υπό τη διοίκηση του Ηγουμένου, ο οποίος φέρει τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου» αναφέρεται χαρακτηριστικά στο έγγραφο της Unesco.

Από την πλευρά της Αθήνας επαναλαμβάνεται ότι δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό τίποτα λιγότερο από τις δεσμεύσεις που αποτυπώθηκαν δημοσίως από τον Αιγύπτιο πρόεδρο στην ελληνική πρωτεύουσα.

«Ως Ελλάδα παραμένουμε στη δέσμευση που έλαβε ο πρωθυπουργός στην επίσκεψη του προέδρου Σίσι στην Αθήνα στις 7 Μαΐου και δεν αναμένουμε την οποιαδήποτε διαφοροποίηση σε όσα συμφωνήθηκαν», υπογράμμισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης.

Το άρθρο 3 για την ένταξη στη Λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς

Η ελληνική πλευρά προσέρχεται στη συζήτηση έχοντας διαμηνύσει ότι περιμένει να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα. Στη συμφωνία, στην οποία είχαν καταλήξει οι δύο πλευρές, αναγνωρίζονταν ιδιοκτησία της Μονής. Επί λέξει, στο άρθρο 3 αναφέρεται ότι: «Τα μέρη συμφωνούν ότι, σύμφωνα με την εγγραφή του Μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης στη Λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς, το Μοναστήρι, τα κτήρια του, τα οικόπεδά του, οι εκκλησίες και τα συναφή κτίρια που αναφέρονται στο συνημμένο και υπογεγραμμένο έγγραφο από τα μέρη αποτελούν ιδιοκτησία του Μοναστηριού που ανήκει στο Ελληνορθόδοξο Δόγμα».

Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης στην επικοινωνία που είχε την περασμένη Παρασκευή με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αλ Σίσι τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι «προέχει η διατήρηση του ελληνορθόδοξου και προσκυνηματικού χαρακτήρα της Ιεράς Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά».

Ωστόσο, δεν πέρασε απαρατήρητο ότι στην ανακοίνωση της αιγυπτιακής Προεδρίας αναφέρθηκε ότι «η επικοινωνία τόνισε την ακλόνητη δέσμευση της Αιγύπτου να διατηρήσει το μοναδικό και ιερό θρησκευτικό καθεστώς της Μονής της Αγίας Αικατερίνης, διασφαλίζοντας ότι αυτό το καθεστώς παραμένει ανέγγιχτο. Η δέσμευση αυτή ενισχύεται από την πρόσφατη δικαστική απόφαση, η οποία ευθυγραμμίζεται με την αφοσίωση της Αιγύπτου στην ιερότητα των θρησκευτικών και εκκλησιαστικών χώρων και επιβεβαιώνει τη μοναδική κληρονομιά, την πνευματική και θρησκευτική θέση της Μονής της Αγίας Αικατερίνης».

Η δικαστική απόφαση, δηλαδή, μπαίνει ήδη στη συζήτηση. Μένει να φανεί με ποια μορφή και σε ποια ένταση θα βρεθεί στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης την Τετάρτη.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΕΡΤ – Skai

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης