Ρεπορτάζ – Επιμέλεια: Αντώνης Ζήβας
Το Ηνωμένο Βασίλειο σταμάτησε να μοιράζεται πληροφορίες με τις ΗΠΑ σχετικά με τα σκάφη που φέρεται να διακινούν ναρκωτικά στην Καραϊβική, επειδή δεν θέλει να είναι συνένοχο στις στρατιωτικές επιθέσεις των ΗΠΑ και πιστεύει ότι οι επιθέσεις αυτές είναι παράνομες, σύμφωνα με αποκαλυπτικό άρθρο του CNN, το οποίο επικαλείται πηγές που είναι εξοικειωμένες με το θέμα.
Η απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου σηματοδοτεί μια σημαντική ρήξη με τον στενότερο σύμμαχό του και συνεργάτη του στον τομέα ανταλλαγής πληροφοριών και υπογραμμίζει τον αυξανόμενο σκεπτικισμό σχετικά με τη νομιμότητα της στρατιωτικής εκστρατείας των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική.
Για χρόνια, το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο ελέγχει σειρά εδαφών στην Καραϊβική όπου έχει εγκαταστήσει Υπηρεσίες Πληροφοριών, βοηθούσε τις ΗΠΑ να εντοπίζουν πλοία που είναι ύποπτα για μεταφορά ναρκωτικών, ώστε η αμερικανική Ακτοφυλακή να μπορεί να τα αναχαιτίσει.
Αυτό σημαίνει ότι οι δυνάμεις θα σταματούσαν τα πλοία, θα επιβιβάζονταν σε αυτά με ρεσάλτο, θα συλλάμβαναν το πλήρωμα και τα ναρκωτικά θα κατάσχονταν.
Οι πληροφορίες συνήθως αποστέλλονταν στην Joint Interagency Task Force South, μια ομάδα δράσης με έδρα τη Φλόριντα, η οποία περιλαμβάνει εκπροσώπους από μια σειρά χωρών-εταίρων και εργάζεται για τη μείωση του παράνομου εμπορίου ναρκωτικών.
Ωστόσο, λίγο μετά την έναρξη των θανατηφόρων επιθέσεων των ΗΠΑ κατά των σκαφών τον Σεπτέμβριο, το Ηνωμένο Βασίλειο άρχισε να ανησυχεί ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που τους παρέχει για να επιλέγουν τους στόχους τους. Βρετανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι οι στρατιωτικές επιθέσεις των ΗΠΑ, που έχουν σκοτώσει 76 άτομα, παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο, σύμφωνα με τις πηγές. Η διακοπή της παροχής πληροφοριών ξεκίνησε πριν από ένα μήνα, ανέφεραν.
Ο επικεφαλής των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, Φόλκερ Τουρκ, δήλωσε τον περασμένο μήνα, ότι οι επιθέσεις παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο και συνιστούν «εξωδικαστικές εκτελέσεις». Το Ηνωμένο Βασίλειο συμφωνεί με αυτή την εκτίμηση, ανέφεραν οι πηγές στο CNN.
Η Βρετανική Πρεσβεία στην Ουάσινγκτον, το Πεντάγωνο και ο Λευκός Οίκος δεν απάντησαν σε αιτήματα του CNN για σχόλια.
Οι διακινητές δεν αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες με δικαιώματα δίκαιης δίκης αλλά ως άμεση απειλή.
Πριν ξεκινήσει ο αμερικανικός στρατός τις επιδρομές του τον Σεπτέμβριο, η καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών ήταν αρμοδιότητα των Αρχών και της αμερικανικής Ακτοφυλακής, ενώ τα μέλη των καρτέλ και οι διακινητές ναρκωτικών αντιμετωπίζονταν ως εγκληματίες με δικαιώματα δίκαιης δίκης — κάτι στο οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πρόθυμο να συνδράμει, σύμφωνα με τις πηγές.
Ωστόσο, η Κυβέρνηση Τραμπ έχει υποστηρίξει ότι ο αμερικανικός στρατός μπορεί νόμιμα να σκοτώνει ύποπτους διακινητές, επειδή αποτελούν άμεση απειλή για τους Αμερικανούς και είναι «εχθρικοί μαχητές» που βρίσκονται σε «ένοπλη σύγκρουση» με τις ΗΠΑ, σύμφωνα με επιστολή που έστειλε η Κυβέρνηση στο Κογκρέσο. Το Γραφείο Νομικών Συμβούλων του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ εξέδωσε γνωμοδότηση, η οποία εξακολουθεί να είναι απόρρητη, ενισχύοντας αυτό το επιχείρημα, σύμφωνα με το CNN, και ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει μια σειρά από καρτέλ ναρκωτικών ως «ξένες τρομοκρατικές ομάδες». Ο Λευκός Οίκος έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι οι ενέργειες της Κυβέρνησης «συμμορφώνονται πλήρως με το Δίκαιο των Ένοπλων Συγκρούσεων», τον τομέα του Διεθνούς Δικαίου που έχει σχεδιαστεί για την πρόληψη επιθέσεων εναντίον αμάχων.
Ωστόσο, νομικοί εμπειρογνώμονες υποστηρίζουν ότι ο νόμος περί ένοπλων συγκρούσεων εξακολουθεί να ισχύει και για τους πολίτες που διακινούν ναρκωτικά και ότι ο χαρακτηρισμός μιας ομάδας ως «ξένης τρομοκρατικής οργάνωσης» δεν επιτρέπει αυτόματα τη χρήση θανατηφόρας βίας. Σύμφωνα με το CNN, πολλά από τα σκάφη που χτυπήθηκαν από τις ΗΠΑ ήταν, είτε ακινητοποιημένα, είτε έκαναν αναστροφή όταν δέχθηκαν την επίθεση, στοιχείο που αποδομεί τον ισχυρισμό της Κυβέρνησης ότι αποτελούσαν άμεση απειλή που δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την σύλληψη.
Ανώτεροι αξιωματούχοι του Αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας έχουν επίσης εκφράσει σκεπτικισμό για τη στρατιωτική εκστρατεία. Ο διοικητής της Αμερικανικής Διοίκησης Νότου (SOUTHCOM), ναύαρχος Άλβιν Χόλσι, υπέβαλε την παραίτησή του κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχε τον περασμένο μήνα με τον Υπουργό Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ και τον Πρόεδρο του Γενικού Επιτελείου, αφού έθεσε ερωτήματα σχετικά με τη νομιμότητα των επιθέσεων, σύμφωνα με το CNN. Ο Χόλσι θα αποχωρήσει από τη θέση του τον Δεκέμβριο, μόλις ένα χρόνο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως επικεφαλής της SOUTHCOM.
Δικηγόροι ειδικευμένοι στο Διεθνές Δίκαιο στο Γραφείο του Γενικού Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Άμυνας έχουν επίσης εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τη νομιμότητα των επιθέσεων. Πολλοί εν ενεργεία και πρώην δικηγόροι του Στρατού δήλωσαν στο CNN ότι οι επιθέσεις δεν φαίνονται νόμιμες. Ο εκπρόσωπος του Χέγκσεθ έχει αρνηθεί στο παρελθόν ότι οποιοσδήποτε δικηγόρος που εμπλέκεται στις επιχειρήσεις έχει διαφωνήσει.
Ο Καναδάς, ένας άλλος σημαντικός σύμμαχος των ΗΠΑ, που βοηθούσε την Αμερικανική Ακτοφυλακή να αναχαιτίσει ύποπτους εμπόρους ναρκωτικών στην Καραϊβική, για σχεδόν δύο δεκαετίες, έχει επίσης αποστασιοποιηθεί από τις Αμερικανικές στρατιωτικές επιθέσεις. Ο Καναδάς σκοπεύει να συνεχίσει τη συνεργασία του με την Ακτοφυλακή. Ωστόσο, η χώρα έχει καταστήσει σαφές στις ΗΠΑ ότι δεν επιθυμεί οι πληροφορίες της να χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν στο να στοχευθούν σκάφη με σκοπό τις θανατηφόρες επιθέσεις.
Ένας εκπρόσωπος του Καναδικού Υπουργείου Άμυνας δήλωσε τον περασμένο μήνα στον καναδικό Τύπο πως «είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι δραστηριότητες των Καναδικών Ενόπλων Δυνάμεων στο πλαίσιο της «Επιχείρησης Καραϊβική», που διεξάγονται σε συντονισμό με την Αμερικανική Ακτοφυλακή, είναι ξεχωριστές και διακριτές, από τις αμερικανικές στρατιωτικές επιθέσεις εναντίον πλοίων, που είναι ύποπτα για διακίνηση ναρκωτικών».
Πηγή: CNN
