Ρεπορτάζ – Επιμέλεια: Αντώνης Ζήβας
Η όξυνση της ρητορικής της Άγκυρας απέναντι στο Ισραήλ, οι κινήσεις της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή και οι κατηγορίες περί έμπρακτης στήριξης της Χαμάς επαναφέρουν στο προσκήνιο σοβαρά ερωτήματα για τον ρόλο της χώρας ως περιφερειακού παράγοντα ασφάλειας. Στο ίδιο πλαίσιο, η συζήτηση για ενδεχόμενη πώληση μαχητικών F-35 στην Τουρκία προκαλεί έντονη ανησυχία σε Ισραήλ, αραβικές χώρες και τμήμα της αμερικανικής πολιτικής ελίτ.
Σε άρθρο γνώμης που φιλοξενεί η Wall Street Journal, υποστηρίζεται ότι η τουρκική ηγεσία εφαρμόζει στην πράξη πολλές από τις πολιτικές για τις οποίες κατηγορεί το Ισραήλ. Το φαινόμενο αυτό, σημειώνεται, είναι γνωστό στην ψυχολογία ως «προβολή»: η απόδοση στον αντίπαλο προθέσεων και πρακτικών που αντανακλούν τις ίδιες φιλοδοξίες εκείνου που κατηγορεί.
Όταν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κάνει λόγο για σχέδιο δημιουργίας ενός «Μεγάλου Ισραήλ» και για επέκταση των συνόρων του εβραϊκού κράτους, επικριτές του εκτιμούν ότι ουσιαστικά περιγράφει το δικό του όραμα αναβίωσης της οθωμανικής επιρροής σε περιοχές που στο παρελθόν τελούσαν υπό τουρκική κυριαρχία.
Αντίστοιχα, οι δηλώσεις περί απειλής κατά της Τουρκίας από το Ισραήλ αποσιωπούν, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, τις δημόσιες αναφορές και τις προσευχές που ακούγονται συστηματικά στην Τουρκία για την καταστροφή του ισραηλινού κράτους.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στην κατηγορία περί γενοκτονίας των Παλαιστινίων, την ώρα που η Άγκυρα εξακολουθεί να αρνείται επισήμως τη γενοκτονία των Αρμενίων.
Παράλληλα, οι τουρκικές καταγγελίες για υποτιθέμενα σχέδια μετατροπής του τεμένους Αλ Άκσα σε εβραϊκό ναό συγκρίνονται με την απόφαση μετατροπής της Αγίας Σοφίας από μουσείο σε τζαμί, παρά τις διεθνείς αντιδράσεις και τις προειδοποιήσεις της UNESCO.
Η Τουρκία, η οποία άλλοτε χαρακτηριζόταν ως «ο Μεγάλος Ασθενής της Ευρώπης», παρουσιάζεται πλέον κατά τη WSJ, ως αποσταθεροποιητικός παράγοντας στη Μέση Ανατολή, με ρόλο αντίστοιχο εκείνου του Κατάρ.
Κατηγορείται ότι στηρίζει ακραίες ισλαμιστικές οργανώσεις, ενισχύει περιφερειακές εντάσεις και διατηρεί διαύλους με τρομοκρατικά δίκτυα.
Σύμφωνα με αναφορές που επικαλείται η εφημερίδα, η Άγκυρα έχει προσφέρει στήριξη στο Πακιστάν έναντι της Ινδίας, φέρεται να προχωρά στη δημιουργία στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Σρι Λάνκα και, κυρίως, να φιλοξενεί και να προστατεύει στελέχη της Χαμάς στην Κωνσταντινούπολη.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται η απόφαση της τουρκικής πρεσβείας στο Τελ Αβίβ να υποστείλει τη σημαία μετά τον θάνατο του ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγια, ενός εκ των βασικών οργανωτών της επίθεσης της 7ης Οκτωβρίου.
Το Ισραήλ έχει εκφράσει ξεκάθαρα την αντίθεσή του στη συμμετοχή Τούρκων στρατιωτών σε οποιαδήποτε πολυεθνική δύναμη στη Λωρίδα της Γάζας.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, παρόμοιες επιφυλάξεις διατυπώνονται κατ’ ιδίαν και από τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με την εκτίμηση ότι μια χώρα που στηρίζει τη Χαμάς στην Κωνσταντινούπολη θα μπορούσε να πράξει το ίδιο και επί του πεδίου στη Γάζα.
Στο επίκεντρο των ανησυχιών βρίσκεται και το ενδεχόμενο πώλησης μαχητικών F-35 στην Τουρκία.
Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Τομ Μπάρακ, ανέφερε πρόσφατα ότι οι σχετικές συνομιλίες ήταν «παραγωγικές», ενώ Ισραηλινός αξιωματούχος εκτίμησε στις 12 Δεκεμβρίου ότι η πιθανότητα έγκρισης της συμφωνίας ανέρχεται περίπου στο 40%.
Το βασικό ερώτημα, όπως τίθεται στο άρθρο, είναι γιατί μια χώρα με ήδη ισχυρές ένοπλες δυνάμεις χρειάζεται ένα τόσο προηγμένο οπλικό σύστημα, τη στιγμή που ο ίδιος ο Ερντογάν μιλά ανοιχτά για την καταστροφή του «σιωνιστικού Ισραήλ».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η τουρκική κυβέρνηση έχει εντάξει φέτος το Ισραήλ στο λεγόμενο «Κόκκινο Βιβλίο», το βασικό δόγμα εθνικής ασφάλειας της χώρας, χαρακτηρίζοντάς το υπαρξιακή απειλή με το επιχείρημα ότι επιδιώκει την κατάκτηση της Ανατολίας.
Παράλληλα, δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι περισσότερο από το ένα τρίτο των Τούρκων πολιτών θεωρούν το Ισραήλ τη μεγαλύτερη απειλή για τη χώρα, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να ακολουθούν.
Αναλυτές προειδοποιούν ότι η πώληση των F-35 θα μπορούσε να ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή και να πλήξει το στρατιωτικό πλεονέκτημα των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο Μάικλ Ντόραν, ειδικός στη Μέση Ανατολή στο Hudson Institute, έχει επισημάνει ότι η Ουάσινγκτον οφείλει να διατηρεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας, αν θέλει να αποτρέψει μια μελλοντική σύγκρουση – ακόμη και μεταξύ μαχητικών F-35.
Υπενθυμίζεται τέλος η προειδοποίηση του ιστορικού Μπέρναρντ Λιούις ήδη από το 2011, ότι η Τουρκία θα μπορούσε να εξελιχθεί σε απειλητική ισλαμική δύναμη, την ώρα που το Ιράν θα ακολουθούσε αντίστροφη πορεία.
Με δεδομένο ότι ισραηλινά, αμερικανικής κατασκευής αεροσκάφη κατέστρεψαν πρόσφατα παρωχημένα ιρανικά F-14, η άποψη που διατυπώνεται είναι ότι θα συνιστούσε σοβαρό στρατηγικό σφάλμα ο εξοπλισμός μιας ολοένα και πιο επιθετικής Τουρκίας με ακόμη πιο προηγμένα αμερικανικά όπλα.
