Η ψυχική μας υγεία εξαρτάται από κάτι πολύ πιο θεμελιώδες απ’ όσο νομίζουμε. Και αυτό δεν είναι άλλο από την ικανότητά μας να είμαστε αυθεντικοί. Να ζούμε δηλαδή μια ζωή που να αντανακλά το ποιοι είμαστε στ’ αλήθεια. Όμως αυτό είναι από τα πιο δύσκολα πράγματα στη σύγχρονη εποχή. Ζούμε μέσα σε έναν κόσμο γεμάτο φωνές. Στα social media, η παραμικρή άποψη μπορεί να κριθεί, να δεχθεί επίθεση, να γίνει αντικείμενο σχολίων. Οι γνώμες των άλλων μας ζυγίζουν διαρκώς, αλλά το πιο βαρύ φορτίο δεν ξεκίνησε από εκεί. Το κουβαλάμε χρόνια και λέγεται προσδοκίες των άλλων.

Πριν από περίπου 15 χρόνια, είχα γνωρίσει μέσω κοινών γνωστών κάποιον άνθρωπο που πάλευε με αυτό ακριβώς το ζήτημα. Η οικογένειά του ήθελε να ακολουθήσει μια πορεία γεμάτη κύρος, όμοια με αυτήν του πατέρα του που ήταν Καθηγητής Μουσικολογίας σε πανεπιστήμιο της Αμερικής. Ο ίδιος δεν είχε προλάβει καν να ανακαλύψει τι αγαπούσε στ’ αλήθεια. Δεν του δόθηκε ο χώρος να πειραματιστεί, να δοκιμάσει, να κάνει λάθη. Του επιβλήθηκε σχεδόν να παίζει βιολί από τότε που θυμόταν τον εαυτό του, παίζοντας μαζί με το βιολί και έναν ρόλο που δεν ήταν δικός του. Τα χρόνια περνούσαν, εκείνος βαρέθηκε να ακούει «μα πόσο ωραίο βιολί παίζει ο πατέρας σου!» και κάπως έτσι ήρθε και η κατάθλιψη. Στο τέλος, ο άνθρωπος αυτός εγκατέλειψε τελείως την πορεία του. Αναρωτιέμαι συχνά: πώς θα είχε εξελιχθεί η ζωή του αν του είχε επιτραπεί να ψάξει μόνος του το δικό του πάθος;

Αυτό είναι το τίμημα των προσδοκιών: μας εμποδίζουν να μεγαλώσουμε με τον δικό μας ρυθμό, να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας.

Στην θεραπευτική μου εμπειρία, έχω δει το ίδιο μοτίβο δεκάδες φορές. Έρχονται σε μένα άνθρωποι που νιώθουν αποτυχημένοι. Όχι γιατί απέτυχαν – αλλά γιατί στο οικογενειακό τους πλαίσιο υπήρχε πάντα κάποιος «πιο επιτυχημένος». Ένας αδερφός που έβγαλε περισσότερα χρήματα, ένας πατέρας που απέκτησε περισσότερο κοινωνικό κύρος.

Θυμάμαι έναν πελάτη, δικηγόρο, που ένιωθε «χαμένος». Και δεν μιλάμε για κάποιον που δεν είχε καταφέρει τίποτα – για να γίνει κανείς δικηγόρος χρειάζονται σπουδές, και πολύ σοβαρή προσπάθεια και αντοχή. Παρ’ όλα αυτά, εκείνος ένιωθε κατώτερος, επειδή ο αδερφός του είχε γίνει εκατομμυριούχος επιχειρηματίας. Στις οικογενειακές συγκεντρώσεις η σύγκριση ήταν αμείλικτη. Δεν του περνούσε καν από το μυαλό ότι η δική του επιτυχία μπορούσε να σταθεί αυτόνομα, χωρίς να συγκρίνεται με τη λάμψη του αδερφού του.

Μέσα στη θεραπεία, συνειδητοποίησε κάτι ουσιαστικό: ότι ο ίδιος πέτυχε ακριβώς αυτό που είχε θέσει ως στόχο. Ήθελε να σπουδάσει Νομική γιατί τον ενδιέφερε το δίκαιο και ήθελε να συμβάλει στη βελτίωση του ποινικού συστήματος στην Αγγλία. Ο αδερφός του, από την άλλη, ήθελε να βγάλει χρήματα – πολλά χρήματα. Και οι δύο είχαν πετύχει τον δικό τους σκοπό. Άρα και οι δύο ήταν επιτυχημένοι – απλώς με διαφορετικά μέτρα.

Εδώ βρίσκεται η ουσία: η επιτυχία δεν μετριέται συγκριτικά ούτε με τον πήχη των άλλων· μετριέται με βάση τους στόχους που ο καθένας μας θέτει για τον εαυτό του. Αν ζούμε εγκλωβισμένοι στις συγκρίσεις, θα νιώθουμε πάντα κατώτεροι. Αν όμως μάθουμε να αξιολογούμε τον εαυτό μας με βάση τις δικές μας επιδιώξεις, θα ανακαλύψουμε ότι είμαστε πολύ πιο επιτυχημένοι απ’ όσο νομίζαμε.

Οι προσδοκίες θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Οι συγκρίσεις επίσης. Το ερώτημα είναι: ποια φωνή θα αφήσουμε να καθορίσει την αξία μας; Τη φωνή της οικογένειας, της κοινωνίας, των social media; Ή τη δική μας εσωτερική φωνή που ξέρει ποιοι είμαστε και τι θέλουμε πραγματικά;

Η απάντηση δεν είναι εύκολη – πονάει να απογοητεύεις τους γύρω σου. Αλλά πονάει περισσότερο να απογοητεύεις τον εαυτό σου. Η αληθινή χαρά, η ψυχική ισορροπία και η ελευθερία αρχίζουν τη στιγμή που σταματάμε να ζούμε τη ζωή που θέλουν οι άλλοι και αρχίζουμε να ζούμε τη δική μας.

 

 


 

Ιουλία Καζάνα-McCarthy

Δρ. Κοινωνιολογίας (University of Surrey, UK)

MSc Psychology (c.) (Brunel University of London)

Πιστοποιημένη Life Coach (International Coaching Federation, ICF)

Solution Focused Θεραπεύτρια (BRIEF)

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης