Η περίφημη ρήση τού Αϊνστάϊν
«Δύο πράγματα τείνουν προς το Άπειρο: το Σύμπαν και η Ανθρώπινη Βλακεία.
Αν και δεν είμαι σίγουρος για το Σύμπαν.»,
κατέχει αναμφιβόλως την πρώτη θέση
μεταξύ των αναρίθμητων προσεγγίσεων που έχουν καταγραφεί για τη Βλακεία
από φιλοσόφους, λογοτέχνες, επιστήμονες
και εν γένει από κάθε λογής και ιδιότητας πνευματικούς ανθρώπους
που κατέφεραν -έστω μερικώς-
να περικλείσουν σε ένα απόφθεγμα ετούτο το αχανές πνευματικό φαινόμενο.

Με δεδομένο, λοιπόν,
ότι το «χρυσό μετάλλιο» σε αυτόν τον άτυπο διαγωνισμό κοινωνιολογικού γραφήματος
(θα) ανήκει εσαεί στην ιδιοφυΐα που διετύπωσε τη «Θεωρία τής Σχετικότητας»,
υπάρχει τεράστια μάχη για τις έτερες θέσεις τού βάθρου
και ένας από τούς βασικούς διεκδικητές είναι ο Ζαν-Μπατίστ Ποκλέν.
Ο Γάλλος θεατρικός συγγραφέας που γεννήθηκε 257 χρόνια πριν από τον Γερμανό φυσικό
(ο μεν το 1622, ο δε το 1879),
ο γνωστός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Μολιέρος»,
είχε διεισδύσει στα αρχέγονα χαρακτηριστικά που φέρει η Ανθρώπινη Φύση
και έτσι κατέληξε στο δυστοπικό συμπέρασμα που διατυμπανίζει ότι
«Η Φυσική Νοημοσύνη δεν μπορεί να νικήσει τη Φυσική Ηλιθιότητα.».

Η Βλακεία και η Ηλιθιότητα θεωρούνται συνώνυμες έννοιες
(αν και υπάρχουν κάποιες εξαιρετικώς λεπτές διαχωριστικές γραμμές),
όμως σίγουρα ταυτίζονται στην άρρηκτη σχέση που έχουν με την Αμορφωσιά,
με την Απουσία Παιδείας, με την Απουσία Καλλιέργειας,
με την Άρνηση για Νόηση, με την Άρνηση για Γνώση,
με τη Μικροκοσμική Αντίληψη περί Κόσμου.
Και βεβαίως, επειδή ο Άνθρωπος είναι «Αγελαίο Είδος»,
η Βλακεία εμπεριέχει ΚΑΙ τη Μεταδοτικότητα στις αποσυνθετικές ιδιότητές της.
Η Βλακεία είναι η Πιο Φονική Πανδημία στην Ιστορία τής Ανθρωπότητας.

Εκπομπή «Καθαρές Κουβέντες», κανάλι «Open».
Ο παρουσιαστής και η (συμ)παρουσιάστρια προαναγγέλλουν πομπωδώς
ένα από τα θέματα που πρόκειται να αναδείξουν,
όμως ο τίτλος που εμφανίζεται στο κάτω μέρος τής οθόνης
υπονομεύει σε βαθμό εξαΰλωσης τη Σοβαρότητα.
Ιδού τι αντικρίσαμε και φρίξαμε…

Βλέπεις τη λέξη «Ρεμβασισμό(ς)», βλέπεις την αδιανόητη μπούρδα,
βλέπεις το συνονθύλευμα που πολτοποιεί τη «Ρεβάνς» και το «Ρεμβάζω»,
και γεμίζεις με οργή για το γεγονός ότι η Βλακεία είναι το «Καθεστώς τής Νεοελλάδας».
Η Όραση στέλνει την εικόνα στον εγκέφαλο
και όταν αρχίσεις να επεξεργάζεσαι τα μηνύματα
αισθάνεσαι ασφυξία από τα εγειρόμενα αμείλικτα ερωτήματα:
«Ποιο είναι αυτό το ον;».
«Ποιο είναι αυτό το ον που έχει θέση στο “κοντρόλ” ενημερωτικής εκπομπής;».
«Ποιο είναι αυτό το ον που δεν ξέρει τη λέξη “Ρεβάνς”;».
«Ποιο είναι αυτό το ον που δημιουργεί το γελοίο ουσιαστικό “Ρεμβασισμός”;».
«Ποιο είναι αυτό το ον που πετάει στα μούτρα των πολιτών την άκυρη λέξη;».
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με έναν αθώο αναγραμματισμό
(η μορφή «Ρενβασισμός» θα δικαιούταν επιείκεια και θα θεωρούταν παραδρομή),
εδώ έχουμε να κάνουμε με καραμπινάτη και δυσώδη αμορφωσιά.

Όμως, η Οργή επιτείνεται στο μη περαιτέρω,
όταν φύγουμε από το αστοιχείωτο ον και πάμε στις συνεπαγωγικές απορίες..:
«Καλά…, τόσοι άνθρωποι υπάρχουν στο “κοντρόλ” και ουδείς έδωσε σημασία;
Τι κάνει ο αρχισυντάκτης, τι κάνει ο σκηνοθέτης,
τι κάνουν ακόμη-ακόμη και οι τεχνικοί που χειρίζονται τα μηχανήματα;
Και επίσης, τι ακριβώς κάνουν ο παρουσιαστής και η (συμ)παρουσιάστρια;
Προβάλλεται επί είκοσι λεπτά στον “αέρα” ετούτη η τεράστια μαλακία
και άπαντες αγοράζουν αγρόν;
Ουδείς ενδιαφέρεται τι πράττει ο διπλανός του;
Ουδείς ενδιαφέρεται τι πράττει ο συνεργάτης του;
Ουδείς κοιτά τι έχει γραφτεί στο “super”;
Παράλληλοι βίοι; Ο καθείς κόπτεται μόνο για τη θεσούλα του;
Και εν τέλει, ακόμη κι αν επικρατεί ο “Καρεκλοκενταυρισμός”,
δεν λειτουργεί το “Ένστικτο τής Αυτοσυντήρησης”
ώστε οι καθ’ ύλιν υπεύθυνοι να μην καθίστανται υπόλογοι για το συγκεκριμένο αίσχος;».

Ναι, ξέρω…, ξέρω…,
θα πεταχτεί ο Νεοέλληνας και θα υποβαθμίσει το περιστατικό,
ξεστομίζοντας/γράφοντας τη σεσημασμένη επωδό που δηλώνει την προσωπική διάβρωσή του.
Ναι, ξέρω…, ξέρω…,
θα πεταχτεί ο Νεοέλληνας,
ο αμόρφωτος, ο ατάλαντος, ο φαντασιόπληκτος, ο ξιπασμένος ζήτουλας,
o «Ξέρεις ποιος είμ’ εγώ;», ο «Ας πούμε, να σούμε, να ’ούμε…»,
και θα με εγκαλέσει επειδή -τάχα του, τάχα του- δίνω μεγαλύτερη από την αρμόζουσα έκταση.
«Σιγά το πράμα.». «Με τι κάθεσαι κι ασχολείσαι;». «Εντάξει, έγινε ένα λαθάκι.».

Όχι, δεν είναι «σιγά το πράμα».
Όχι, θα εξακολουθήσω να ασχολούμαι.
Όχι, δεν έγινε απλώς ένα λαθάκι.
Εναντιώνομαι και θα εναντιώνομαι εις το πεπερασμένο ανθρώπινο διηνεκές μου,
προς το «Μοτίβο τού Ωχαδερφισμού» που εξελίχθηκε πια σε σαθρή κυρίαρχη νοοτροπία
και έχει οδηγήσει στη «Νομιμοποίηση των Λειτουργηματικών Κακουργημάτων».
Η Δικαιοσύνη, η Βουλή, η Αστυνομία, η Διδασκαλική, η Δημοσιογραφία
είναι Λειτουργήματα και αποτελούν «Κολώνες τής Κοινωνίας»,
οπότε οφείλουν να μην επιφυλάσσουν την παραμικρή ανοχή
στα κακουργήματα που διαπράττονται εντός των τειχών τους.

Αρνούμαι να γίνω βολεμένο και βολικό «Μέλος τού Συστήματος».
Αρνούμαι να γίνω βολεμένο και βολικό «Μέλος τής Συντεχνίας».
Αρνούμαι να συμβιβαστώ με την πολύπτυχη και πολυπρόσωπη «Θεσμική Σαπίλα».
Όταν μού επιτίθενται η Βλακεία, η Ηλιθιότητα, η Αμορφωσιά,
πυροδοτείται αυτομάτως ο ρεβανσισμός μου (και ουχί ο ρεμβασμός μου).

Ο Μέγας Μάνος Χατζιδάκις
μάς άφησε -μεταξύ άλλων θεσπέσιων κληροδοτημάτων- την εκκωφαντική σειρήνα κινδύνου
«Όποιος δεν φοβάται το “Πρόσωπο τού Τέρατος”, πάει να πει ότι τού μοιάζει.
Και η πιθανή προέκταση τού αξιώματος είναι,
να συνηθίζουμε τη Φρίκη, να μάς τρομάζει η Ομορφιά.».
Αρνούμαι να συνηθίσω τη Φρίκη.
Αρνούμαι να συνηθίσω τα θλιβερά όντα που αποτελούν «Εστίες Μόλυνσης»
και μαγαρίζουν -διά τής όζουσας ανεπάρκειάς τους- τη Δημοσιογραφία.
Αρνούμαι να με τρομάζει η Ομορφιά.
Αρνούμαι να με τρομάζουν ο Χατζιδάκις, ο Καζαντζάκης, ο Θεοδωράκης, η Δημουλά
(επίτηδες αναφέρω ως μοναδική γυναίκα τη λατρεμένη και αείμνηστη ποιήτρια Δημουλά,
διότι είναι -διά τού επωνύμου της- ομόρριζη με τη Δημοσιογραφία).
ΑΡΝΟΥΜΑΙ.

Ο Δάσκαλος
Twitter (νυν «Χ»): https://x.com/TopDaskalos
Gmail: TopDaskalos@gmail.com

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης