Αυξήθηκε το προσδόκιμο επιβίωσης των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια με τις γυναίκες να φτάνουν αισίως τα 82 έτη και τους άνδρες τα 77.
Το γεγονός αυτό οφείλεται στη δημιουργία νέων πιο αποτελεσματικών φάρμακων που έχουν στη «φαρέτρα» τους οι γιατροί, τα οποία συμβάλλουν κατά 60% στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης.
Σε ό,τι αφορά τους δύο μεγαλύτερους «φονιάδες», τα καρδιαγγειακά νοσήματα και τον καρκίνο, η συνεισφορά των φαρμάκων είναι καθοριστική.
Για τα καρδιαγγειακά προβλήματα η μεγάλη βελτίωση αποδίδεται στους νέους συνδυασμούς στατινών και αντιυπερτασικών, ενώ έχουν γίνει και τα πρώτα σημαντικά βήματα στην εξατομικευμένη θεραπεία.
Όσον αφορά τον καρκίνο, παρατηρείται μείωση της θνησιμότητας στην Ελλάδα παρ’ ολο που τα κρούσματα έχουν σχεδόν διπλασιαστεί την τελευταία 10ετία. Ωστόσο, σημαντική είναι η συνεισφορά της ανακάλυψης νέων θεραπευτικών μεθόδων όπως η αγγειογένεση και των νέων στοχευμένων θεραπειών που και αυτές στηρίζονται στο πρότυπο της εξατομικευμένης θεραπείας.
Μεγάλη βελτίωση σημειώνεται στον καρκίνο του μαστού και του προστάτη, όπου η ενημέρωση των πολιτών και οι προληπτικές εξετάσεις έχουν φέρει καλά αποτελέσματα.
Εξέλιξη υπάρχει και στον τομέα των σπάνιων ή «ορφανών» νοσημάτων που πλήττουν 1.000.000 Έλληνες. Με τα νέα «όπλα» που έχουν στα χέρια τους, οι γιατροί μπορούν να προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ζωής στους ασθενείς.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει και το κόστος της υγείας που στη χώρα μας αποδίδεται στον πολυδάπανο νοσοκομειακό τομέα, ο οποίος αντιστοιχεί στο 80% της συνολικής δαπάνης για την υγεία. Αυτό τόνισε σε συνέντευξη Τύπου ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, Νίκος Μανιαδάκης, με βάση τα στοιχεία έρευνας του Πανεπιστήμιου της Πάτρας συμπληρώνοντας: «Η φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται εξαιτίας του δημογραφικού προβλήματος (2στους 10 Έλληνες είναι άνω των 65 ετών) αλλά και από το γεγονός ότι είμαστε πρωταθλητές στην κατανάλωση αντιβιοτικών και αντιδιαβητικών δισκίων».

