28η Οκτωβρίου 1940 κι ο πόλεμος ξεκινά στην Ελλάδα.

Πολλές σελίδες της ιστορίας αυτής γράφτηκαν με αίμα αλλά και με ατέλειωτες ίντριγκες και προδοσίες.
Μία από αυτές είναι και η περιβόητη «Υπόθεση Μέρτεν».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Θα μπορούσε να είναι σενάριο μιας βραβευμένης ταινίας του Χόλιγουντ που τα είχε όλα: πολιτική, ίντριγκες, οικονομικά σκάνδαλα, προσωπικές φιλοδοξίες, παρασκήνιο, διπλωματία, άρωμα γυναίκας, σασπένς και κυρίως βία, πολλή βία. Όμως, η φαντασία και του καλύτερου σεναριογράφου ωχριά μπροστά στην ωμή πραγματικότητα της υπόθεσης Μέρτεν.

Συγκλονιστικά στοιχεία, μαρτυρίες και ντοκουμέντα που βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας δημοσιεύει σήμερα το zougla.gr. Το κείμενο αποτελεί προδημοσίευση της επιστημονικής εργασίας της δρ Νομικής Αλεξάνδρας Γωγούση, που πραγματοποιεί ιστορική έρευνα για το θέμα.

Ο Μαξιμίλιαν Μέρτεν ήλθε στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, το 1942, σε ηλικία 31 ετών, ως στρατιωτικός διοικητής Θεσσαλονίκης – Αιγαίου.

Όπως κατέθεσε ο ίδιος κατά την απολογία του: «Είχον δικαιοδοσίαν από Στρυμώνος μέχρι Καστοριάς, οροσειράς προς Νότον μέχρι Πλαταμώνος, Λέσβον, Χίον, Σύρον και περιοχήν Έβρου-Διδυμοτείχου. Η αυτή περιοχή παρέμεινεν και όταν ανέλαβα την πολιτικήν διοίκησιν Θεσσαλονίκης και αι αρμοδιότητές μου παρέμεινον αι αυταί.  Η ίδρυσις της Πολιτικής Διοικήσεως έγινεν διά την προστασίαν των Ελλήνων έναντι των Βουλγάρων και διότι οι Γερμανοί δεν θα ηνείχοντο ανάμιξιν των Βουλγάρων εις τα ελληνικά ζητήματα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για τους Έλληνες ο Μέρτεν ήταν αυτός που οργάνωσε το σχέδιο εξόντωσης των Εβραίων. Τον Μάρτιο του 1944 ο Μαξ Μέρτεν εγκατέλειψε την Ελλάδα παίρνοντας μαζί του μερικά από τα χρήματα και χρυσαφικά που «άρπαξε» κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Θεσσαλονίκη.

Τα υπόλοιπα, τον «θησαυρό του» όπως τον αποκαλούν μέχρι σήμερα, λέγεται ότι τα έκρυψε κάπου στην Ελλάδα. Τον Απρίλιο του 1957 ο Μέρτεν επανήλθε στην Αθήνα ως μάρτυρας υπεράσπισης του ναζιστή εγκληματία Άρθουρ Μάισνερ. Αυτή είναι η μία άποψη.

Για να πάρει μαζί του τον θησαυρό, είναι η άλλη!

Ο ίδιος στην απολογία του ισχυρίστηκε επί λέξει ότι ήρθε ως δικηγόρος μιας εταιρείας ταξιδίων: «Ήλθον διά να διαπραγματευθώ ως δικηγόρος με την εδώ εταιρείαν Ν…. Αφού επήγα εις την Εταιρείαν Ν…. εν συνεχεία επήγα και στην γερμανικήν πρεσβείαν διά να γνωστοποιήσω την άφιξίν μου και όπου ερώτησα αν θα ήτο δυνατόν να παρουσιαστώ και να καταθέσω εις το Ελληνικόν Γραφείον Εγκληματιών Πολέμου υπέρ του Μάισνερ, όστις έχει εν οικίσκον εις την Ελλάδαν επιτεταγμένον λόγω της εκκρεμούσης εναντίον του κατηγορίας.

»Εγώ επειδή ήμην εις θέσιν να καταθέσω υπέρ αυτού καθόσον ούτος εις Θεσσαλονίκην υπηρέτει ως διερμηνεύς υπό τας διαταγάς μου, ήλθον εις επαφήν με τον δικηγόρον του Μάισνερ.  Εις την Γερμανικήν Πρεσβείαν μού είπαν ότι δεν υπάρχει λόγος να μην παρουσιασθώ εφόσον εν Ελλάδι δεν υπήρχε δικογραφία εκκρεμής εναντίον μου.  Αμέσως επαρουσιάσθην εις τον αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Τούση, ο οποίος με επαρουσίασεν εις εν αρμόδιον ανακριτή. Μετά το πέρας της καταθέσεώς μου ο ανακριτής προέβη εις την σύλληψίν μου».

Πράγματι. Με εντολή του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Τούση ο Μέρτεν συνελήφθη στις 26 Απριλίου 1957 και μεταφέρθηκε στις φυλακές Αβέρωφ, όπου και παρέμεινε φυλακισμένος μέχρι…
Μέχρι πότε;

Εδώ η ιστορία μας αποκτά και πάλι ενδιαφέρον.

Τον Μάρτιο του 1958 εκδόθηκε το παραπεμπτικό βούλευμα και η δίκη του Μαξ Μέρτεν προσδιορίστηκε από το Ειδικόν Στρατοδικείον Εγκληματιών Πολέμου για τις 11 Φεβρουαρίου 1959. Ο Μέρτεν την ημέρα εκείνη προσήλθε στο δικαστήριο γελαστός και σε ερώτηση των δημοσιογράφων γιατί ήλθε στην Ελλάδα, αφού γνώριζε ότι σε βάρος του εκκρεμούσε ένταλμα συλλήψεως από το 1946, απήντησε ότι κατείχε έγγραφο από το οποίο προέκυπτε ότι ουδεμία κατηγορία είχε διατυπωθεί σε βάρος του στην Ελλάδα.

Η δίκη του Μέρτεν ολοκληρώθηκε την Πέμπτη 5 Μαρτίου 1959, οπότε και του επιβλήθηκε ποινή καθείρξεως 25 ετών και δήμευση της περιουσίας του. Τον Νοέμβριο του 1959 η ελληνική Βουλή ψήφισε νόμο περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου: Ν.Δ.4016/1959: «Αναστέλλεται αυτοδικαίως και χωρίς να απαιτήται απόφασίς τις δικαστηρίου, δικαστικού Συμβουλίου ή άλλη τις διαδικασία, πάσα δίωξις Γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου».

Έτσι ο Μέρτεν αποφυλακίστηκε και απελάθηκε από την Ελλάδα.

Μετά την άφιξή του στη Δυτική Γερμανία συνελήφθη με ένταλμα των γερμανικών δικαστικών αρχών και δικάστηκε στο Βερολίνο. Αποφασίστηκε να παραμείνει ελεύθερος με τον όρο να… παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα δύο φορές την εβδομάδα!

Όμως, η ιστορία μας δεν τελειώνει εδώ.

Στις 28 Σεπτεμβρίου 1960, η γερμανική εφημερίδα «Ηχώ του Αμβούργου» και το περιοδικό «Der Spiegel» δημοσίευσαν αφηγήσεις του Μαξ Μέρτεν, σύμφωνα με τις οποίες ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Εσωτερικών Δημήτρης Μακρής και η σύζυγός του, Δοξούλα, ήταν συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων.

Τα δημοσιεύματα του γερμανικού Tύπου αναδημοσιεύτηκαν από τον αθηναϊκό Τύπο και προκάλεσαν σάλο στην Ελλάδα.

Το θέμα απασχόλησε το ελληνικό Κοινοβούλιο με θυελλώδεις συνεδριάσεις. Η κυβέρνηση διέψευσε κατηγορηματικά τον Μέρτεν και έκανε έντονα διαβήματα στη Βόννη.

Ο Μέρτεν, όμως, δεν σταμάτησε εκεί.

Δήλωσε στα γερμανικά έντυπα ότι η σύζυγος του Μακρή, η Δοξούλα, η οποία δούλευε στην Κατοχή στη γερμανική διοίκηση Θεσσαλονίκης ως γραμματέας του, του είχε χαρίσει τα Χριστούγεννα του 1942 λεύκωμα με αναμνηστικές φωτογραφίες.

Η «Ηχώ του Αμβούργου» σε νεότερο δημοσίευμά της κατηγόρησε, για συνεργασία με τους Γερμανούς κατακτητές, τον υφυπουργό Αμύνης Γεώργιο Θεμελή, που κατά την Κατοχή ήταν νομάρχης Πέλλης και προϊστάμενος του Υπουργείου Οικισμού. Οι Θεμελής και Μακρής υπέβαλαν μήνυση στα ελληνικά δικαστήρια.

Στις 7 Μαρτίου του 1961 ο Μαξ Μέρτεν αρνήθηκε να καταθέσει στα ελληνικά δικαστήρια σχετικά με τα όσα καταμαρτυρούσε στον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Δημήτρη Μακρή, δηλώνοντας ότι δεν εμπιστεύεται την ελληνική Δικαιοσύνη.

Τόσος ήταν ο φόβος του, που δεν ήλθε ποτέ ξανά στην Ελλάδα. Ούτε για να πάρει τον κρυμμένο θησαυρό -που αναφέραμε προηγουμένως…

Στις 10 Νοεμβρίου του 1961 ο Μέρτεν καταδικάστηκε ερήμην σε τετραετή φυλάκιση και χρηματική καταβολή 70.000 δραχμών ως ένοχος συκοφαντικής δυσφήμησης.

Και η ιστορία συνεχίζεται…

Στις 16 Ιουλίου του 1975 με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης Κωνσταντίνου Στεφανάκη διατάχθηκε «η εκποίηση των εγγράφων Εθνικού Γραφείου εγκλημάτων πολέμου προς πολτοποίηση»!  Χωρίς καν προηγουμένως να απασχολήσει την αρμόδια επιτροπή η ιστορική αξία των δικογραφιών αυτών…

Η είδηση πέρασε στα «ψιλά» των εφημερίδων. Οι δικογραφίες καταστράφηκαν.

Η υπουργική απόφαση, όμως, δεν προέβλεψε τον αστάθμητο παράγοντα. Κι έτσι κατά την πολύχρονη και επίπονη συλλογή στοιχείων και μελέτη για τη συγγραφή σχετικού βιβλίου από μέρους μου, βρήκα και σας παραθέτω αυτούσια αποσπάσματα από συγκλονιστικές καταθέσεις μαρτύρων στην περιβόητη δίκη του Μέρτεν.

Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρω ότι όλο αυτό το εγχείρημα ξεκίνησε με την προτροπή του φίλου μου Σάμμυ Βαρσάνο, συγγραφέα του μυθιστορήματος «Σαουλίκο», που αναφέρεται στα βασανιστήρια και τον εξευτελισμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στην Πλατεία Ελευθερίας επί διοικήσεως του Μαξ Μέρτεν και τη συμπαράσταση της συνεργάτιδός μου δικηγόρου Δήμητρας Αϋφαντή.

Αλεξάνδρα Γωγούση
Δρ.  Νομικής

Δείτε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής:

Ακολουθούν αποσπάσματα ενόρκων καταθέσεων μαρτύρων

Αθήνα 11 Φεβρουαρίου 1959

 
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ: ΜΑΞ ΜΕΡΤΕΝ του ΜΑΞ, αξιωματικός του Γερμανικού Στρατού.

 ΠΡΑΞΕΙΣ:
…………….
– Φόνος 680 Ελλήνων Πολιτών
– Δημεύσεις ως και δόλιαι και βίαιαι αφαιρέσεις περιουσιών
– Φόνοι Ισραηλιτών
– Εγκαθείρξεις Ελλήνων Πολιτών άνευ αποχρώντος λόγου στρατιωτικής Ασφαλείας και υπό συνθήκας απανθρώπους
– Λεηλασία καταστημάτων Εβραίων Εμπόρων
– Συστηματική τρομοκρατία 9.000 περίπου Ισραηλιτών την 11/7/42 εις Πλατείαν Ελευθερίας (Θεσσαλονίκη)
– Υποβολή εις βασάνους των αμέσως ανωτέρω 9.000 περίπου Εβραίων
– Εξαναγκασμός πολιτών προς εργασίαν, διά στρατιωτικά έργα του εχθρού, ήτοι των ανωτέρω 9.000 ους έστειλεν εις στρατόπεδα εργασίας εντός της Ελλάδος
– Εσκεμμένη εγκατάλειψις εις θάνατον εξ ασιτείας των ανωτέρω 9.000 Εβραίων
-Κακόβουλος καταστροφή Ιστορικού και Θρησκευτικού Μνημείου (Εβραϊκόν Νεκροταφείον Θεσσαλονίκης)
-Συστηματική τρομοκρατία 56.000 περίπου Ισραηλιτών
– Εκτόπισις 46.051 Ισραηλιτών εις Πολωνίαν
-Φόνοι των αποσταλέντων εις Πολωνίαν Ισραηλιτών.

Πρόεδρος: Κατηγορούμενε αρνείσαι την κατηγορίαν;

 Κατηγορούμενος: Την αρνούμαι.

Πρόεδρος: Καλείται ο μάρτυς

Μάρτυς Α.
Ευρισκόμην εις το κτίριον που είναι το γραφείο της Τζόνστονλαϊν, εις το τρίτο πάτωμα και μέσα από τις ανοιχτές γρίλιες, εφαίνοντο τα πάντα. Διότι το κτίριον ευρίσκετο εις το κέντρον της βορείου πλευράς της πλατείας.

Εις την πλατείαν της Ελευθερίας, κατόπιν εντολής της Στρατιωτικής Διοικήσεως και με διαταγήν της ελληνικής διοικήσεως, συγκεντρώθησαν περί τους 10.000 Ισραηλίτας, ηλικίας 18 – 45 ετών. Η πλατεία Ελευθερίας είναι τόσον μεγάλη πλατεία, η οποία χωρεί τόσον κόσμον. Τους έφεραν από το πρωί και τους εκράτησαν υπό καυσικώτατον ήλιον, ημέραν Σάββατον και αυτό έχει σημασίαν διά να πιασθή ο Ισραηλιτικός πληθυσμός διότι το Σάββατο είναι ημέρα εξαιρετέα διά τους Ισραηλίτας και ημέρα θρησκευτικών τελετών. Τους έφεραν, λοιπόν, εκεί και με υπηρεσία ειδικήν τους εκακοποίησαν ποικιλοτρόπως.

Είναι αφάνταστον, όχι διότι ήσαν Έλληνες πολίται, αλλά διότι ήσαν άνθρωποι, να βλέπη κανείς μεταχείρησιν ανθρώπων προς ανθρώπους κατ’ αυτόν τον τρόπον. Τους εξηυτέλισαν τους έβαζαν να κάμνουν τας δήθεν γυμναστικάς ασκήσεις, δηλαδή να γνωρίζουν κάτω τούμπες, να περιπατούν με τα τέσσαρα, να αφήνουν τα σκυλιά να τους δαγκώνουν από πίσω και πολλές φορές τους υποχρέωναν να τρέξουν έν διάστημα 100 – 150 μέτρων κυλιόμενοι. Μου έκαμεν τόσην αλγηνήν εντύπωσιν αυτό. Και είναι απίστευτον ότι μεταξύ των συγκεντρωθέντων εκεί, είχομεν μαχητάς, οι οποίοι επολέμησαν γενναίως εις τα Αλβανικά βουνά. Συγκεκριμένως υπήρχαν εις την πλατείαν 180 ανάπηροι με κομένα πόδια, με καροτσάκι, όπως ήσαν και άλλοι άνω των 400 με ελαφροτέραν αναπηρίαν και εν συνόλω 9.000. Το τονίζω αυτό, διότι δι’ ημάς τους Έλληνας δεν ενδιαφέρει αν εις άλλην θρησκείαν ανήκει ο Έλλην πολίτης είναι διά την Ελλάδα ο Έλλην πολίτης, ίσος απέναντι του νόμου και εξ ίσου άνθρωπος όπως είναι όλοι οι άνθρωποι. Το λέγω αυτό διότι εις την μεταχείρησιν αυτών των μαχητών προσέβαλον τους Έλληνας μαχητάς, γενικώς όλους τους Έλληνας, οι οποίοι επολέμησαν πάντοτε διά την ελευθερίαν και επολέμησαν και τότε.

Πρόεδρος:
Σχετικώς με την πλατείαν της Ελευθερίας, ποίαν ανάμειξιν είχεν ο Μέρτεν;

Μάρτυς: Η συγκέντρωσις αυτή έγινεν εν γνώσει και διαταγή της Στρατιωτικής Διοικήσεως, εις την οποίαν υπηρέτει ο Μέρτεν. Και όταν η συγκέντρωσις είχε φθάσει εις το κορύφωμά της από απόψεως καυστικού ηλίου και βασανισμών ενεφανίσθη εις την πλατείαν της Ελευθερίας ένας εύσωμος άνδρας ακολουθούμενος από 2 – 3, βαδίζων με βήμα αγέρωχον, προχώρησε καθ΄όλην την πλατείαν επιθεωρών το σύνολον, ενώ είχε διαταχθή προσοχή από τους όντας επικεφαλής.

Πρόεδρος: Αυτός ο άνθρωπος ήτο ο Μέρτεν;

Μάρτυς: Μάλιστα, παρέμεινε εκεί επ’ αρκετήν ώραν και κατόπιν απεχώρησεν κατά τον ίδιον τρόπον. Η πρώτη αυτή συγκέντρωσις διελύθη και κατόπιν έγινε Δευτέρα διά να συμπληρωθούν τα μητρώα …

Πρόεδρος: Εις την πλατείαν της Ελευθερίας είδατε τον Μέρτεν να έρχεται εν παρατάξει και από εκεί συμπεραίνεται και είναι το συμπέρασμά σας εύλογον ότι είχε κάποια εξουσίαν.

Μάρτυς: Μάλιστα, εξουσίαν, ανάμειξιν και ενδιαφέρον να αντιληφθή τα αποτελέσματα.
Πρόεδρος: Είχε πρωτοβουλίαν εις την εκτέλεσιν των βασανιστηρίων εις την πλατείαν της Ελευθερίας ο
Μέρτεν ή ήτο εκτελεστικόν όργανον;

Μάρτυς: Εις την πλατείαν της Ελευθερίας είχεν πρωτοβουλίαν. Αυτή ήτο η αντίληψίς μου και πεποίθησίς μου, δεν ήτο θέμα δια το οποίον χρειάζεται να υπάρχη διαταγή ανωτέρας ή Κεντρικής Διοικήσεως Γερμανικής. Ήτο τοπικόν γεγονός της Θεσ/νίκης…
…………………………………..
Μάρτυς: Έχω να σας είπω ακόμη επί του ιδίου θέματος των βασανιστηρίων των Ισραηλιτών. Εν συνεχεία έγιναν διωγμοί και ξεύρω ότι ήθελαν να πληρώσουν ένα αντίτιμον διά να απολυθούν αυτοί οι 9.000 Ισραηλιτών, οι οποίοι εστέλνοντο εις καταναγκαστικά έργα εκτός της Θεσσαλονίκης και εντός της Ελλάδος. Εις τας διαπραγματεύσεις αυτάς έλαβεν μέρος προσωπικώς ο Μέρτεν, βοηθούμενος από τον πρώτον του βοηθόν και διερμηνέαν του Μάϊσνερ. Γνωρίζω ότι εζητούσεν ένα υπέρογκον ποσόν και κατόπιν κατέληξαν εις ένα ποσόν 25.000 χρυσών λιρών, τα οποία δεν εδέχετο παρά μόνον τοις μετρητοίς εις δόσεις. Εν τω μεταξύ όμως επέρασαν πολλοί μήνες και αυτοί οι οποίοι είχαν σταλεί εις τα καταναγκαστικά έργα υπέφερον και από σιτείαν κλπ.-

Δικαστής: Εκεί που εζήτησαν το ποσόν των 25.000 λιρών, πως εγένετο; Επήγαιναν εις ομηρίαν και κατόπιν έκαναν τας διαπραγματεύσεις;

Μάρτυς:
Είναι η πρώτη φύσις της πιέσεως των Ισραηλιτών, του εμάζευαν τους ικανούς προς εργασίαν και κατόπιν διεπραγματεύοντο. Αυτό το ήκουσα από ανθρώπους εκείνην την εποχήν, οι οποίοι αυτοπροσώπως διεπραγματεύθησαν με τον ίδιον τον Μέρτεν παρόντος και διερμηνέως.-

Δικαστής: Διά πρόσωπα ιδικά των;

Μάρτυς: Διά το σύνολον, ως αντιπρόσωποι, της Ισραηλιτικής Κοινότητος Θεσσαλονίκης. Είχον μίαν οικονομικήν Επιτροπήν η οποία διεπραγματεύετο τα οικονομικά αυτά θέματα.-

Δικαστής: Δηλ. εζήτουναποζημίωσιν να πάη εις το Δημόσιον Ταμείον ή εις την τσέπην των;

Μάρτυς: Εις το πρόσωπόν των…

Δικ. Κύριε μάρτυς, ο κατηγορούμενος λέγει ότι δεν επήρε αυτός τα λεπτά, αλλά εδόθησαν διά να πληρωθούν άλλοι εργάται.

Μαρτ. Αυτός είναι ισχυρισμός του κατηγορούμενου. Εγώ γνωρίζω ότι εδόθησαν εις αυτόν προσωπικώς. Και όσον δια εργάτας δεν περιήλθεν τίποτε εις γνώσιν μου εις την Θες/νίκην.

Δικ. Σεις τι πιστεύετε;

Μάρτ. Ότι τα ιδιοποιήθη. Αυτή η γνώμη υπήρχεν τότε εις την Θεσσαλονίκην, δεν εδέχθη ούτε τσεκ διά τράπεζαν, ούτε άλλον τρόπον πληρωμής παρά μόνον εις, χρήματα, μετρητά. Όσον διά τον ισχυρισμόν του κατηγορουμένου ότι με τα λεπτά αυτά θα επλήρωναν δήθεν άλλους εργάτας αυτό δεν το δέχομαι, διότι τότε οι Γερμανοί έπερνανό,τι ήθελαν μέσω των Τραπεζών, δεν είχονδυσχέρειαν χρηματικήν. Μας έπερναν, όλα τα λεπτά, όπως μας έπερναν όλα τα υπάρχοντά μας. Δυσχέρεια ταμειακή δεν είχαν και είναι γνωστόν αυτό.
…………………………….
…Μου είπον ότι ήλθε διαταγή διά της οποίας οι σιδηρόδρομοι πρέπει να ετοιμασθούν να δεχθούν δια μίαν περίοδον 2-3 μηνών από του Μαρτίου την μεταφοράν των Ισραηλιτών εις την Πολωνίαν και Γερμανίαν. Περί τα 1.000 βαγόνια φορτηγά προορίζοντο διά την μεταφοράν αυτήν του Εβραϊκού πληθυσμού.
…………………….
Επίτροπος: Μήπως εμάθατε, αν μετά την αναχώρησίν σας έγινε καμμία αλλαγή του καθεστώτος της Θες/νίκης από πλευράς διοικήσεως Γερμανικής ή Ελληνικής;

Μάρτυς: Αυτό συνέβη ενωρίτερον, ήμην εις την Θεσσαλονίκην, ήμην αυτόπτης μάρτυς όταν επρόκειτο να έλθουν τα Βουλγαρικά Στρατεύματα εις την Θεσσαλονίκην και ο Μέρτεν διά την είσοδον των στρατευμάτων αυτών εις την Ελληνικήν Μακεδονίαν, είχενμεταβή εις την Σόφιανμαζύ με έναν Βούλγαρον Συν/χην, ο οποίος ήτο σύνδεσμος του Βουλγαρικού Επιτελείου με το Γερμανικόν Στρατηγείον της Θεσσαλονίκης. Εκεί διεπραγματεύθη την είσοδον του Βουλγαρικού Στρατού εις την τότε Ελληνικήν Μακεδονίαν, διότι τας ανατολικάς επαρχίας τας είχον πάρει ήδη τας είχον δώσει οι Γερμανοί αλλά φαίνεται ότι οι Βούλγαροι ζητούσαν να βάλουν πόδι και αλλού.

Την εποχήν εκείνην, την άνοιξιν δηλαδή του 1943 είχεν αρκετά φανατίσει η ενεργός αντίστασις, διότι η παθητική και το σαμποτάζ υπήρχον από της πρώτης ημέρας της εισόδου των Γερμανών και ευρισκόμενοι εις δυσχερή στρατηγικήν θέσιν και μη έχοντες διαθεσίμους δυνάμεις άλλας, τουναντίον θέλοντες να απογκιστρώσουν και άλλας δυνάμεις, όσο το δυνατόν περισσοτέρας, οι Γερμανοί εκάμφθησαν, δηλαδή, εδέχθησαν την πίεσιν των Βουλγάρων να σταλούν δυνάμεις Βουλγαρικαί διά να αντικαταστήσουν Γερμανικάς ή να τοποθετήσουν Βούλγαρους εκεί όπου δεν ήτο δυνατόν να υπάρχουν Γερμανοί. Και πράγματι εισήλθεν εις την Μακεδονίαν μία Βουλγαρική Μεραρχία τριών Ταξιαρχιών κάθε μιάς περιλαμβανούσης δύο συντάγματα. Δι’ αυτό επήγεν ο Μέρτεν εις την Σόφιαν και διεπραγματεύθη και εβοήθησεν εις την είσοδον των Βουλγάρων.
……………………….
Μάρτυς Β.

Αν θέλετε μίαν ημέραν να με καλέσητε να σας είπω την ιστορίαν μου. Σας ομολογώ ειλικρινώς και θέλω να με πιστεύσητε, με όλην την ειλικρίνειαν, με όλην μου την καρδιά ότι αν έρχωμαι εδώ είναι διότι από την ημέρα που ελευθερώθηκα από το στρατόπεδον, αν έκανα τόσες καλωσύνες, αν μέσα στο στρατόπεδο εγλύτωσα πολλούς ανθρώπους μίαν εξήγησιν μπορώ να δώσω ότι ο ίδιος ο Θεός ήθελε και είμαι ακόμη ζωντανός και να κάμω αυτά τα πράγματα για να ακουστή μία ημέρα μία φωνή από αυτούς που ήσαν κοντά μου και οι οποίοι έλεγον αν ζήσης να το ειπής αν ζήσης να το λέγης πως πεθάναμε.
……………………..
…Μετέβην εις την πλατείαν Ελευθερίας και είδα εκεί που τους κρατούσαν εις τον ήλιον τον φοβερόν γυμνούς και με κάτι σκυλιά και είδα τον υπάλληλόν μου Ν. Μ., ο οποίος ήτο ανάπηρος πολέμου από την Αλβανίαν με κομμένα πόδια διότι δεν καμναν καμμίαν εξαίρεσιν διά τους αναπήρους πολέμου και τον είχον μαζύ και αυτόν και του λέγω μη στεναχωρείται, ο Θεός είναι μεγάλος και κάτι θα βγή. Και έμαθα κατόπιν ότι κατά τις 12 – 1 μετέβη εκεί ο Μέρτεν και έδιωξε τους τραυματίες με τα καρροτσάκια.- Διότι προφανώς ήσαν πολύ άσχημο θέαμα διά τους συμπολίτας μας. Και ήσαν εκεί περίπου 480 ανάπηροι πολέμου, Ισραηλίται.

Πρόεδρος. Είδατε τον Μέρτεν, σεις με τα μάτια σας; Και αυτός έδιωξε τα καρροτσάκια;

Μάρτυς. Πιθανόν.-

Πρόεδρος. Αυτός έδιωξε τα καροτσάκια;

Μάρτυς. Μάλιστα.

Υπεράσπισις. Προ ολίγου είπε πιθανόν.

Πρόεδρος. Έδιωξε τα καροτσάκια χωρίς τους αναπήρους;

Μάρτυς. Όχι έδιωξε τους αναπήρους.

Πρόεδρος.
Δηλαδή, τους έδιωξε διά να μην εξαγριώνεται ο κόσμος με αυτό το θέαμα;

Μάρτυς.
Μάλιστα. Και όταν την επομένην ο Πρόεδρος των αναπήρων πολέμου διότι εκεί ήσαν ανάπηροι με αναπηρίαν, κάτω των 25% και διότι οι συμπολίται μας χριστιανοί ανάπηροι πολέμου, επήγαν και διαμαρτύρωντο ότι δεν μας έδωσαν κανένα χαρτί ότι μας έδιωξαν και δεν θα μας ειπούν αύριον ότι εφύγαμεν – όταν την επομένην ο Πρόεδρος των αναπήρων επήγε εις τον ίδιον τον Μέρτεν, ο Μέρτεν του απήντησεν επί λέξει: Μη στεναχωρείσθε, οι ανάπηροι πολέμου δεν θα πάθουν απολύτως τίποτε και κανένα μέτρον δεν θα ληφθή εναντίον των εκ μέρους μας. ‘Εφυγαν ήσυχοι και τους έδωσε, νομίζω και ένα χαρτί και το αποτέλεσμα ήτο ότι μετά 5 μήνας, όταν έγινε ο διωγμός μίαν ωραίαν νύκτα συνελάμβανον 80 – 100 αναπήρους πολέμου τους έβαζε εις ένα βαγόνι – εγώ ήμουν ήδη φευγάτος με τον πρώτον συρμόν – και τους στέλνουν εις το Άουσβιτς και εκεί κατευθείαν εις τον φούρνο. Κανένας δεν εγλύτωσεν…

Πρόεδρος. Σε κάθε βαγόνι είσθε 80 άνθρωποι. Πόσο νερό είχατε;

Μάρτυς. Ένα γκιούμι. Ένα σάκκοεληές, δύο καζάνια φασόλια βρασμένα και λίγο ψωμί, εφθάσαμε εις την πόλιν του Άουσβιτς, η οποία απέχει 30 – 40 χιλιόμετρα από το στρατόπεδον. Το στρατόπεδον είχε σιδηροδρομικάςγραμμάς, ενωμένας με την πόλιν του Άουσβιτς. Εις την πόλιν λοιπόν του Άουσβιτς κατέβηκαν οι σιδηροδρομικοί που μας είχαν φέρει και ανέβηκαν και οδηγούσαν πλέον άλλοι οδηγοί. Από τους 50 φρουρούς του τραίνου κατέβηκαν και έμειναν μόνον 10, οι οποίοι είχον το δικαίωμα να εισέλθουν εις το Στρατόπεδον, διά να παραδώσουν το εμπόρευμα εις τον Στρατοπεδάρχην. Υπάρχει πιθανότης και αυτός να μη εγνώριζεν την περιοχήν του Άουσβιτς. ‘

Ητο κατά τοιούτον τρόπον οργανωμένη η δουλειά, ώστε δεν έβγαινε τίποτε έξω από το στρατόπεδον του Άουσβιτς. Τα πάντα εγένοντο πάντοτε νύκτα. Η αλλαγή της φρουράς, η αλλαγή των οδηγών σιδηροδρόμου. Όταν εφθάσαμε εις το Στρατόπεδον ήλθαν, άνοιξαν τα βαγόνια και κρατούμενοι, οι οποίοι εξετέλουν αυτήν την υπηρεσίαν, με κάτι βούρδουλες ήρχισαν να κτυπούν τον κόσμον διά να κατεβή γρήγορα, φωνάζοντας. Οι άνδρες χωριστά και οι γυναίκες χωριστά. Εγώ επήρα τον υιόν μου και μία βαλίτσα και έτρεχα. Έχασα την γυναίκα μου και την κόρη μου. Σε μία στιγμή ακούω: ΚούνιοΚούνιο. Εις το Στρατόπεδο, όταν ήκουες ένα όνομα, έπρεπε να το επαναλάβης δυνατά. Λέγω λοιπόν εις ένα δίπλα μου: Κούνιο λέγομαι. Γρήγορα μου λέγει, μη κάθεσαι καθόλου. Τρέχα να παρουσιασθής εις την πλατείαν. Τρέχω εις την Πλατείαν, που βλέπω τον Στρατοπεδάρχην, με τον οδηγόν με τα καφέ ο οποίος κάτι του έλεγε. Εκτύπησε τα πόδια του, υπέγραψε ένα χαρτί και έφυγε. ‘Ισως – υποθέτω – του είπε, ότι ξεύρω Γερμανικά. Με φώναξε ο Στρατοπεδάρχης και με ερωτά: Έχεις γυναίκα; Μάλιστα, απαντώ. Γυρίζει και φωνάζει. ΦράουΚούνιο.

Επαναλαμβάνετο και πάλιν εις όλο το Στρατόπεδο το ΦράουΚούνιο, οπότε σε λιγάκι έφθασε και η γυναίκα μου. Εν τω μεταξύ λέγουν εις τους Ισραηλίτας: Όσοι είναι κουρασμένοι και όσοι δεν ημπορούν να περπατήσουν ας ανέβουν εις τα αυτοκίνητα, διά να πάνε εις το μέρος, όπου θα είναι το κατάλυμμά τους. Ανέβηκαν πολλοί. Αυτοί – δυστυχώς – οι ίδιοι έκαμαν την διαλογήν.

Επήγαν κατευθείαν εις το Κρεματόριον. Εμένα μου είπαν: Ακολούθησε τον Σβαρτς, κάτι θέλει από σένα. Τι ήθελε; Αυτοί που δεν ανέβηκαν εις τα αυτοκίνητα, ήσαν αραδιασμένοι και ο Σβαρτς ερωτούσε τον καθένα τι δουλειά έκαμε, πως ελέγετο κλπ., κάτι πολύ πρόχειρο. Μία αμελέτητη επιλογή. Εγώ έκαμα τον διερμηνέα. ‘Εγινε η διαλογή. Διάλεξαν έναν αριθμό. Εδώ θέλω να προσθέσω, ότι και αυτοί είχαν πάρει διαταγήν από το Βερολίνον, από το εμπόρευμα το Ισραηλιτικό, διαλέξατε 10% άνδρες και 5% γυναίκες, αυτοί θα μπουν εις το Στρατόπεδον και οι άλλοι θα πάνε εις τους φούρνους.-

Πρόεδρος. Τι είναι ο φούρνος;

Μάρτυς. Ήταν κάτι πολύ καλά ωργανωμένο. Ήτο μία σάλα με πολλά ντουζ. Εις την αρχήν ήσαν τα ντουζ 40. Αργότερα έγιναν και άλλες σάλες με 100 ντουζ, εις την αρχήν μία, αλλά έπειτα, επειδή ηύξανε η δουλειά τέσσαρες. Πριν μπούμε εις την σάλλα έδιναν ένα σπαγγάκι εις κάθε ένα, διά να δέση τα ρούχα του και τα παπούτσια του, διά να τα εύρη – δήθεν – μετά το μπάνιο. ‘Εμπαιναν μέσα εις την σάλα με τα ντουζ, η οποία είχε και καθρέπτη. Μόλις συμπληρούτο η σάλα έκλειναν οι πόρτες και τότε αντί να βγαίνη νερό από τα ντουζ, έβγαιναν αέρια δηλητηριώδη, τα οποία ημπορούσαν να δώσουν τον θάνατον εις 5 – 6 λεπτά. Εις μίαν πόρταν υπήρχε ένα παράθυρο, από όπου παρακολουθούσαν. Μόλις έβλεπαν, ότι πέθαιναν αυτοί, άνοιγαν από την άλλη πόρτα, όπου επερίμενε μία ομάδα από κρατούμενους, οι οποίοι εδούλευαν εις το κρεματόριον.

Αυτοί έπρεπε να πάρουν τους πεθαμένους και να ανοίξουν κάτι σωλήνας με νερό, διά να καθαρίση η σάλα, διότι μετά 10 λεπτά, που θα έμπαιναν οι άλλοι δεν έπρεπε να ίδουν τίποτε. Πρέπει να σας είπω, ότι την στιγμήν που απέθνησκαν οι πνιγόμενοι ελερώνοντο και έτσι η αίθουσα γέμιζε ακαθαρσίες. ‘Εβγαζαν λοιπόν τους νεκρούς και τους έρριπτον εις την αποθήκην των νεκρών. Από τα αέρια άλλοι πέθαιναν εις τα 5 – 6 λεπτά, άλλοι δεν ετελείωναν και τους αποτελείωναν τα Ες – Ες με τα όπλα. Δι’ εμέ δεν έχω καμμίαν αμφιβολίαν, ότι εάν ο Μέρτεν δεν έβαλε το μυαλό του, την ψυχήν του, εις την δουλειά αυτήν, ούτε ο Βιντσιτσέλλι, ούτε ο Μπρύνερ, ούτε τα 10 Ες – Ες ημπορούσαν να κάμουν την εργασίαν αυτήν.

Μάρτυς Γ

Οκτώ ημέρας μετά, την 19ην Μαρτίου ώραν 1. 30’ πρωινήν ήλθεν ο Β. με δύο άλλους, επήραν όλα τα κοσμήματα της γυναίκας μου και τα λεπτά, μετά έφεραν από μίαν κουβέρταν και ετύλιξαν εμένα και την γυναίκα μου και μας επήγαν αμέσως εις τον σταθμόν, όπου ήτο ένα τραίνο έτοιμο διά να φύγη, μας έκλεισαν εμένα και την γυναίκα μου εις ένα βαγόνι που βάζουν τα ζώα και μας έστειλαν εις το ‘Αουσβιτς της Πολωνίας. Εκεί επί τρεις ημέρας συνεχώς μ’ εβασάνιζαν, διότι ήθελαν να υπογράψω ότι ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός εις την Ελλάδα κάμει κατασκοπίαν. Εγώ δεν υπέγραψα και με έβαλαν εις ένα ανθρακωρυχείον να δουλεύω. ‘

Εκαμε διαβήματα η Ελβετική Πρεσβεία εις το Βερολίνο, αλλά το Βερολίνο απήντησεν ότι ήμουν δραπέτης. Η διαμαρτυρία του Πρέσβεως ήτο και διά την γυναίκα μου, η οποία είναι Ελβετίς. Της γυναίκας μου δεν της έκαμαν τίποτε. Εδούλευσα εις το ανθρακωρυχείον εν μήνα…
‘Όταν εγύρισα από την ομηρίαν μου τον Νοέμβριον του 1945, έμαθα ότι δύο ημέρας μετά την σύλληψίν μου, έστειλεν ο Μέρτεν μίαν διαταγήν, την υπ’ αριθ. 3766, εις την κοινότητα λέγοντας ότι επειδή δραπέτευσα να δώση ως αντίποινα 25 ομοίρους και τους επήρε…Δεν ήτο αληθινή η προειδοποίησις, ήτο παγίδα.

Επίτροπος: Εις το βαγόνι που σας έβαλαν είχε νερό, φως;

Μάρτυς: Δεν είχε ούτε νερό, ούτε φως, είχε μόνον ένα μικρό παραθυράκι από το οποίο πέταξα ένα σημείωμα εις το οποίον έγραφα ότι όποιος το βρη να ειδοποιήση το ν Δ.Ε.Σ. ή το Ιταλικόν Προξενείον ότι με συνέλαβαν. Αυτό φαίνεται ότι το σ επήραν οι Γερμανοί, διότι ήλθαν και εκάλυψαν το παραθυράκι…

………………..
Μάρτυς Δ.

Ο Μέρτεν, ο μας είχε προτείνει, εάν είχομεν την πρόθεσιν να εξαγοράσωμεν την αναγκαστικήν εργασίαν με χρήματα. Βεβαίως ήτο πολύ φυσικόν και λογικόν, η Ισραηλιτική Κοινότης, να δώση χρήματα, λόγω του ότι εν τω μεταξύ οι περισσότεροι από αυτούς, οι οποίοι είχον πάει εις τα έργα είχον αρρωστήσει και σχεδόν ήσαν ράκοι. Πάντοτε, όπως ξεύρετε, τα λεπτά καμμίαν αξίαν δεν έχουν μπροστά εις την ψυχήν και την υγείαν. Κατά την δευτέραν συνάντησιν που είχε γίνει εις το Υπόγειον του Οίκου Παιδικών Συσσιτίων δεν ήμουν παρών, αλλά κατά την τρίτην συνάντησιν έτυχε να είμαι παρών.

Είχον γίνει αι προκαταρκτικαί συζητήσεις με τον Μέρτεν και τον Μάϊσνερ όταν ήλθον την τρίτην φοράν. Εις αυτήν την συνεδρίασιν, μετά τας τιμάς που απεδώσαμε εις τον κατηγορούμενον επήλθε η συμφωνία. Τα 3,5 δισεκατομμύρια που εζητούσαν έγιναν 2,5 δισεκατομμύρια και επηκολούθησε μία δήλωσις του κατηγορουμένου Μέρτεν, ότι «Κύριοι, από σήμερον και εξής δεν έχετε να φοβηθήτε καθόλου οι Ελληνοεβραίοι της Θεσσαλονίκης. Από την στιγμήν που θα πληρώσετε τα 2,5 δισεκατομμύρια, δεν θα έχετε να φοβηθήτε τίποτε, όσον αφορά τους νόμους της Νυρεμβέργης και τα μέτρα των Γερμανών εναντίον των εβραίων». Αυτή ήτο η δήλωσις που έκαμε ο κατηγορούμενος εν ονόματι του Γ’ Ράϊχ. Μετά μίαν τοιαύτην δήλωσιν αναγκαστικώς δεν φοβόμεθα. Ήλθε η πρώτη προθεσμία, μετά ένα μήνα, μία Επιτροπή από τρεις ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και εγώ, επήραμε μίαν επιταγήν εκδοθείσαν, από την Τράπεζαν Θεσσαλονίκης, διά την Τράπεζαν Ελλάδος, 500 εκατομμύρια και την επήγαμε εις τον Μέρτεν.
Εγώ εκάθησα κάτω εις το μέγαρον Κονιόρδου, οι άλλοι δύο ανέβηκαν επάνω. Ο Μέρτεν ηρνήθη να πάρη την επιταγήν. Εζήτησε χρήματα, ρευστόν. Κατέβηκαν οι δύο άνθρωποι, μου το είπον, επήγαμε επήραμε ένα τσουβάλι και μία βαλίτσα, επήραμε τα χρήματα από την Τράπεζα – δεν είχε μάλιστα χοντρά και μας έδωσε ψιλά – εγεμίσαμε το τσουβάλι και την βαλίτσα και τα επήγαμε εις τον Μέρτεν. Εγώ δεν μπήκα εις το Γραφείον του Μέρτεν. Εσταμάτησα απ’ έξω από το μέγαρον Κονιόρδου.

Πρόεδρος. Πότε έγινε αυτό;

Μάρτυς. Κατά το τέλος Οκτωβρίου, αρχάς Νοεμβρίου. Εν τω μεταξύ ήρχισαν οι άρρωστοι και τα ράκη να γυρίζουν από τα έργα. Τότε η Ισραηλιτική Κοινότης ηναγκάσθη να κάμη συσσίτια ενισχυμένα, διά να συγκρατήση αυτούς τους ανθρώπους και να δίδη αντί 6 δράμια λάδι, 8 δράμια, αντί 25 δράμια όσπρια 40 εις κάθε μερίδα 100 δράμια κρέας, περισσότερον ψωμί κλπ. Και τα αποτελέσματα – δυστυχώς – δεν ήσαν πολύ καλά.

Πρόεδρος.
Πόσοι είχαν πάει εις τα έργα;

Μάρτυς. 1500 και εγύρισαν άρρωστοι περίπου 230 – 240 και εντέλει οι περισσότεροι πέθαναν φθισικοί.

Πρόεδρος.
Ενθυμείσθε το όνομα κανενός που απέθανε;

Μάρτυς.
Όχι διότι δεν είχον σχέσιν μαζύ τους. Η Δευτέρα και η Τρίτη δόσις εδόθησαν εκ μέρους της Επιτροπής χωρίς ν’ανακατευθώ εγώ καθόλου. Εάν, εδόθησαν με επιταγήν, ή ρευστά, δεν ξεύρω. Αλλά όμως έμαθα, όλαι αι δόσεις εδόθησαν εις ρευστά, διότι απήτησε ο Μέρτεν. Μετά παρέλευσιν χρόνου, δηλ. κατά τον Φεβρουάριον, οπότε επληρώσαμε την 4ην δόσιν, μέχρι τότε δεν έγινε καμμία δίωξις των Εβραίων. Εν τω μεταξύ κατά 10 – 15 ημέρας, ήρχοντο πολλοί άρρωστοι από τα έργα. Τα συσσίτια εξακολουθούσαν και ό,τι ημπορούσαμε εκάμαμε, όσον αφορά φάρμακα και ιατρούς, διότι την υποχρέωσιν αυτήν είχεν αναλάβει η Ισραηλιτική Κοινότης διά τους εργαζομένους.

Μόλις όμως επληρώσαμε τα 2,5 δισεκατομμύρια, ξάφνου ακούσαμε, ότι ήλθε μία ειδική αποστολή από την Γερμανίαν, μάλλον από την Βιέννη, διότι ήσαν οι ίδιοι, οι οποίοι είχον εκτελέσει εκεί τας διαταγάς και τας διώξεις κατά των Εβραίων, ο Βιντσιτσέλλι και ο Μπρύνερ και αρχίζει ήδη η νέα δίωξις κατά των Εβραίων. Ξαφνικά ένα βράδυ Παρασκευή νομίζω ο Ραββίνος, ο οποίος είχε γίνει και Πρόεδρος της Κοινότητος, διορισμένος παρά του Μέρτεν μας φωνάζει όλους τους ιθύνοντας εις τα γραφεία της Κοινότητος – ήτο αργά – και μας λέγει , ότι είχε λάβει διαταγή του Μέρτεν, ότι από αύριο το πρωί, κανείς Εβραίος από τον συνοικισμό ΒαρώνουΧιρς δεν θα βγη από το σπίτι του.-

Μάρτυς Ε
Πως ονομάζεσθε;…Τον κατηγορούμενον δεν γνωρίζω.

Χάρις εις τα διαβήματα που έκαμε ο Διευθυντής του Ερυθρού Σταυρού και το Προξενείον της Ιταλίας προς τον κ. Μέρτεν, με εκάλεσεν ο Διευθυντής της Γκεστάπο και μου είπεν ότι είχενεντολήν από τον κ. Μέρτεν να με αφήση να κατοικώ εις το σπίτι μου και ταυτοχρόνως να κυκλοφορώ ελεύθερα
υπό δύο όρους πρώτον να μη φιλοξενήσω κανέναν εις το σπίτι μου το βράδυ και ότι η υπηρεσία μου ακόμη πρέπει το βράδυ να υπάγη στο σπίτι της και δεύτερον να μη ταξειδεύω έξω από την Θεσσαλονίκην, χωρίς να πάρω άδειαν από την Γκεστάπο. Δέκα ημέρας μετά, με κάποιον υπάλληλον ανώτερον του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού με ειδοποιεί ο δόκτωρ Μέρτεν ότι προκειται να με συλλάβη η Γκεστάπο και ότι πρέπει να φύγω, επειδή δεν βάδισα σύμφωνα με το σχέδιο. Οκτώ ημέρας μετά, την 19ην Μαρτίου ώραν 1. 30’ πρωϊνήν ήλθεν ο Βιντσιτσέλι με δύο άλλους, επήραν όλα τα κοσμήματα της γυναίκας μου και τα λεπτά, μετά έφεραν από μίαν κουβέρταν και ετύλιξαν εμένα
και την γυναίκα μου και μας επήγαν αμέσως εις τον σταθμόν, όπου ήτο ένα τραίνο έτοιμο διά να φύγη, μας έκλεισαν εμένα και την γυναίκα μου εις ένα βαγόνι που βάζουν τα ζώα και μας έστειλαν εις το Άουσβιτς της Πολωνίας. Εκεί επί τρεις ημέρας συνεχώς μ’ εβασάνιζαν, διότι ήθελαν να υπογράψω ότι ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός εις την Ελλάδα κάμει κατασκοπίαν.

Εγώ δεν υπέγραψα και με έβαλαν εις ένα ανθρακωρυχείον να δουλεύω. ‘Εκαμε διαβήματα η Ελβετική Πρεσβεία εις το Βερολίνο, αλλά το Βερολίνο απήντησεν ότι ήμουν δραπέτης. Η διαμαρτυρία του Πρέσβεως ήτο και διά την γυναίκα μου, η οποία είναι Ελβετίς. Της γυναίκας μου δεν της έκαμαν τίποτε. Εδούλευσα εις το ανθρακωρυχείον εν μήνα.-

Πρόεδρος: Ήξευραν ότι ήσουν ιατρός;

Μάρτυς: Το ήξευραν, αλλά δεν είχον ανάγκην.

‘Όταν εγύρισα από την ομηρίαν μου τον Νοέμβριον του 1945, έμαθα ότι δύο ημέρας μετά την σύλληψίν μου, έστειλεν ο Μέρτεν μίαν διαταγήν, την υπ’ αριθ. 3766, εις την κοινότητα λέγοντας ότι επειδή δραπέτευσα να δώση ως αντίποινα 25 ομοίρους και τους επήρε.

Πρόεδρος: Οι όμοιροι αυτοί ετυφεκίσθησαν;

Μάρτυς: Όχι. Έφυγαν εις την Πολωνίαν.

Πρόεδρος:
Σεις τον είχατε ιδεί προηγουμένως κατά πρόσωπον τον Μέρτεν;

 Μάρτυς: Ποτέ.
…………………….
Επίτροπος: Εις το βαγόνι που σας έβαλαν είχε νερό, φως;

Μάρτυς: Δεν είχε ούτε νερό, ούτε φως, είχε μόνον ένα μικρό παραθυράκι από το οποίο πέταξα ένα σημείωμα εις το οποίον έγραφα ότι όποιος το βρη να ειδοποιήση το ν Δ.Ε.Σ. ή το Ιταλικόν Προξενείον ότι με συνέλαβαν. Αυτό φαίνεται ότι το επήραν οι Γερμανοί, διότι ήλθαν και εκάλυψαν το παραθυράκι.-

Εφέτης: Επήρατε μαζί σας πράγματα, αφήσατε κοσμήματα;

Μάρτυς: Αυτά τα είχεν πάρει ο Βιντσιτσέλι σε μία βαλίτσα.

Εφέτης: Τι είχατε;

Μάρτυς:
Χρυσά νομίσματα, τα κοσμήματα της γυναίκας μου.

Εφέτης: Τι εχάσατε;

Μάρτυς: Όλα.
…………………..
Στρατοδίκης: Είπατε ότι σας εβασάνισαν, τι σας έκαμαν;

Μάρτυς: Κτυπήματα, κλείσιμο σε σκοτεινό μέρος χωρίς φαγητό διά να ομολογήσω και να υπογράψω ότι εκάμαμε κατασκοπείαν.-
…………………..
Υπεράσπισις: Η γνώμη σας είναι επηρεασμένη από ένα πάθος;

Μάρτυς: Βεβαίως.

Μάρτυς ΣΤ

Είτα προσήλθεν κατόπιν εντολής του Προέδρου ο Δ όστις ερωτηθείς υπό του Προέδρου περί της ταυτότητός του εν γένει απεκρίθη ότι ονομάζεται Δ. Είτα ορκισθείς επί του Ιερού Ευαγγελίου κατά τας διατάξεις του άρθρου 218 Κ.Π.Δ. κατέθεσεν τα εξής: Τον εγνώρισα όταν ήμουν εις τας φυλακάς Παύλου Μελά. Αμέσως μόλις άρχισε η Κατοχή μας εκοινοποίησαν, εις εμάς τους καπνεμπόρους, τας κατασχέσεις των καπνών μας, διότι έπρεπε να πάνε εις το Ράϊχ, χωρίς να είπωμεν εις τι τιμή θα πωληθούν. Κατόπιν αυτού του γεγονότος εδημιουργήθη μία Επιτροπή Πενταμελής από καπνεμπόρους μεταξύ των οποίων ήμουν και εγώ.

Επήγαμε εις τα Γραφεία της Ρέτσμα και μας είπαν ότι τα καπνά και παραγωγικά και τα εμπορικά είναι κατεσχημένα και ότι δεν επιτρέπουν να εργασθούμε. Μετά εξ μήνας, μας εκάλεσε εις τα γραφεία της Θεσσαλονίκης η εταιρία διά να προσυπογράψουμε συμβόλαια διά την φόρτωσιν των καπνών ότι τα επωλήσαμεν τα καπνά αυτά τα οποία κατέσχον.- Εγώ δεν εδέχθην να υπογράψω, διότι τας τιμάς, τας οποίας έβαλον εις διαφόρους μερίδας μετόχων, ήσαν τόσον εξευτελιστικαί, ως να μη επαίρναμε τίποτα και έφυγα. Εμένα μου επήραν από την Θεσσαλονίκην 800.000 οκάδες καπνό. Είχον και εις τας Σέρρας ιδιόκτητον αποθήκην η οποία κατέρρευσεν και είχον άλλες 760.000 οκάδες.

Σύνολον περίπου 1,5 εκατομμύρια κιλά. Μετά ένα μήνα με επήρε εις το τηλέφωνον η Ρ., ότι την τάδε ημέρα θα είσθε εις την αποθήκην διά να παραδώσετε διότι εάν δεν δεχθήτε να τα παραδώσετε, θα έλθη η τοπική αστυνομία της πόλεως. Οπότε υπεχρεώθην και επήγα και υπέγραψα και τα επήραν και τα εφόρτωσαν εις το βαγόνι. Επήρα δε περίπου 175 λίρες, αλλά μέχρις ότου τας παραλάβω, εξανεμίσθησαν. Κατόπιν αυτού επήγα εις το χρηματιστήριον και ήρχισα να κάμω διάφορες μεσιτίες. Από το χρηματιστήριον μας επήραν και μας επήγαν εις τας φυλακάς Παύλου Μελά. Κατ΄ αρχήν επήγαν εις το σπίτι μου – εγώ έλειπα αυτήν την στιγμήν και μόλις εμπήκαν μέσα είπαν εις την γυναίκα μου και τα παιδιά μου να φύγουν και εσφράγισαν το σπίτι.

Πρόεδρος: Ποίοι ήσαν αυτοί;

Μάρτυς: Η τοπική αστυνομία. Εγώ κατόπιν το επληροφορήθην ότι έπιασαν την γυναίκα μου και τα παιδιά μου και τα επήγαν εις του Παύλου Μελά. Το βράδυ συμβουλεύομαι έναν δικηγόρο γερμανομαθή, ο οποίος μου λέγει ότι εάν πάτε εσείς εις την φυλακήν θα αφίσουν την γυναίκα σας και τα παιδιά σας. Δυστυχώς όμως καίτοι παρουσιάστηκα εγώ έμεινα και η γυναίκα μου και τα παιδιά μου εις την φυλακήν.

Πρόεδρος: Εις το σπίτι επήγαν διά εσάς ή διά τους άλλους;

Μάρτυς: Δι΄ εμένα, αλλά επήραν και την οικογένεια. Σας είπα ότι το σπίτι εσφραγίσθη αμέσως από την τοπικήν αστυνομίαν. ‘Όταν εβγήκα από την φυλακή με επληροφόρησαν από την γειτονιά μου ότι έμπαινε καθημερινώς κάποιος Μάϊσνερ με κάποιαν Ε. και έπαιρναν ότι εύρισκαν. Αυτών των πραγμάτων εγώ δεν είχον γνώσιν όσον καιρό ήμουν εις την φυλακήν. Κατά την διάρκειαν της φυλακής ήλθε ο κατηγορούμενος και αφού μας έβαλε εις την γραμμήν μας είπεν: Ξεύρετεδιατί σας κρατώ εδώ; Διότι σεις είσθε η αφορμή, της καταρεύσεως της δραχμής.

Πρόεδρος: Σεις είσαστε και με τους άλλους; Οι περισσότεροι ήσαν χρυσοχόοι;

Μάρτυς: Μάλιστα. Μαζί με τον κατηγορούμενον ήτο και ο διερμηνεύς Μάϊζνερ τον οποίον επλησίασα και του λέγω ότι όταν μας επιάσατε η λίρα είχε 100.000 και σήμερον έχει 1.000.000, δι’ ημάς αφορμή είναι η έκπτωσις των χαρτονομισμάτων.

Πρόεδρος:
Η ύψωσις του χρυσού απεδίδετο μόνον εις σας;

Μάρτυς: Εις ημάς που είμεθα εις την φυλακήν. Μου λέγει ο Μάϊσνερ ότι εσύ έχεις μεγάλην ευθύνην και πρέπει να σε κρεμάσουμε.

Μάρτυς Ζ

Ήλθον εις Θεσνίκην με τον σύζυγόν μου την πρώτην Μαΐου 1941 παραπεμφθέντες εις την εν θες/νίκην Γκεστάπο από την Γκεσταπό Βελιγραδίου ως εκτοπιζόμενοι διότι ο σύζυγος μου ήτο Ισραηλίτης. Κατά Φ/ρίον 1943 συνελήφθη ο σύζυγός μου από τον Βιντσιτσέλι και ενεκλείσθηκατ΄ αρχάς εις το στατόπεδον Παύλου Μελά και εν συνεχεία μετεφέρθη εις το τοιούτον ΒαρώνουΧίρς καίτοι έπρεπε να εξαιρήται τον Ισραηλιτικόν διώξεων ως πολεμιστής του πρώτου παγκοσμίου πολέμου με πολλά παράσημα και επιπλέον διότι ήτο έγγαμος μετά Χριστιανής. Καίτοι είχεν ανά χείρας ο σύζυγός μου πιστοποιητικόν απαλλαγής που εφρόντισε και του έφερεν ο Μέρτεν από το Βερολίνον, ο Βιντσιτσέλι προέβη εις την σύλληψίν του αφού είπεν προηγουμένως άμα τη επιδείξει του πιστοποιητικού, ότι εμείς θα κανονίζωμε ποίοι θα συλλαμβάνωνται.

Όταν συνελήφθη ο σύζυγός μου επήγα εις την Γκεστάπο όπου μου είπαν να αναγγείλω την σύλληψιν του συζύγου εις τον δόκτορα Μέρτεν εις τον οποίον και επήγα και τότε εγώ τον εγνώρισα δια πρώτην φοράν, και του είπα σχετικώς. Ούτος μου είπεν να πάω στο σπίτι μου και ότι αυτός θα φροντίση να πληροφορηθή το τι συνέβαινε και δια τι συνελήφθη ο σύζυγος μου. Μετά λίγας ημέρας εκλήθην εις το γραφείον του Μέρτεν όπου μου ανηγγέλθη ότι ο Μέρτενεφρόντισε δια τον σύζυγόν μου εις Βερολίνον και εζήτει την απαλλαγήν του λόγω του μικτού του γάμου και των παρασήμων του πρώτου πολέμου. Μετ΄ ολίγας ημέρας εκλήθην εκ νέου εις το γραφείον του Μέρτεν όπου με καθησύχασαν με την διαβεβαίωσιν ότι μετ΄ ου πολύ ο σύζυγος μου θα αφίετο ελεύθερος.

Στις 13 Μαΐου ο μάγειρος της Γκεστάπο με επληροφόρησεν ότι εκείνο το πρωί εφονεύθη ο σύζυγος μου. Προηγουμένως ο Μπρούνερ μου είπεν ότι θα έπρεπε να πάρω διαζύγιον από τον σύζυγόν μου που ήτο Ισραηλίτης. Όταν μου το επανέλαβε και μετά τον θάνατον του συζύγου μου και του είπα ότι και αν εζούσε ο σύζυγός μου δεν θα εδεχόμην να τον διαζευχθώ, και ενώ εβρισκόμην εις τα γραφεία του Μπρούνερ ούτος με εκτύπησεν και εν συνεχεία με έβγαλε εις τον κήπον και επι δύο ώρες με είχε ορθή με το πρόσωπο στον τοίχο και εν συνεχεία εβγήκε αυτός ο οποίος πάλι με εκτύπησε αυτήν την φοράν με το μαστίγιον και μου είπεν τώρα θα κάνετε αυτό που σας λέμε ημείς. ……………………..

Όταν ο Μέρτεν έμαθε την δολοφονίαν του συζύγου μου ετηλεφώνησε αμέσως εις τον Παύλο Κάστρο και τον παρεκάλεσε να χρησιμοποιήση και να προστατεύση από τους Βιντσιτσέλι-Μπρούνερ δια να μη με συλλάβουν. Μετά ηναγκάσθην να πάω τρείς ή τέσσαρας φοράς εις το γραφείον του Μπρούνερ όπου μου επαναλάμβανον ότι έπρεπε να διαζευχθώ τον σύζυγόν μου έστω και νεκρόν και εις κάθενάρνησίν μου μουεδερόμην. Ο Μπρούνερ απαιτούσε απ΄ εμέ να του υπογράψω ένα χαρτί δια του οποίου θα εξεδήλωνα την θέλησίν μου και την επιθυμίαν μου να διαζευχθώ τον σύζυγόν μου δια τον οποίον ακόμη δεν μου είχαν γνωρίσει επισήμως ότι είχε φονευθή. Αργότερα με συνέλαβον και με ωδήγησαν εις το στρατόπεδον του ΒαρώνουΧίρς όπου με απεμώνοσαν σε ένα κελλί και μετά τρείς ημέρας εβγήκα τη συνοδεία της Ισραηλιτικής Αστυνομίας. Μέχρι της συλλήψεώς μου παρηκολούθουν από τα παράθυρα του σπιτιού μου που ήτο μέσα στο Γκέτο τας απαγωγάς των Εβραίων. Εις Θες/νίκην παρέμεινα μέχρι Αυγούστου 1943 οπότε εξεδιώχθην.

Το διατίεφόνευσαν τον σύζυγόν μου ούτε εγώ ούτε ο Μέρτεν κατορθώσαμε να το εξακριβώσωμεν. Τούτον δεν εξετέλεσανδι΄ όπλου αλλά τον δηλητηρίασαν δι΄ ενέσεως ως έμαθα και τούτο ίσως δια να δικαιολογηθούν ότι αρρώστησε και επέθανε και όχι ότι τον εφόνευσαν. Τον θάνατον του συζύγου μου τον επληροφορήθην από τον μάγειρον της Γκεστάπο χωρίς ουδέποτε να του το γνωρίσουν οι Βιντσιτσέλι και Μπρούνερ.-

Μάρτυς Η

Υπήρξα γενικός έφορος του νεκροταφείου της Θεσσαλονίκης. Ολίγας ημέρας μετά την κατοχήν μου έφεραν ένα αυτοκίνητον με ξένα πτώματα εκτελεσθέντων και με διέταξαν να ανοίξω έναν ομαδικόντάφον και να τα θάψω, όπερ και εγένετο. Τούτο έκτοτε επανελήφθη. Πληρωθέντος του νεκροταφείου και μη υπάρχοντος χώρου παρεκάλεσα τον επί κεφαλής Γερμανόν Αξιωματικόν να γίνωνται τοιαύτοι τάφοι του λοιπού εις έτερον νεκροταφείον της πόλεως, όπερ και έγένετοδεκτόν, πλην ο ως άνω αξιωματικός μου υπέδειξεν πέντε θέσεις όπου εις το εξής θα εγένοντο οι εκτελέσεις και θα ήμουν υποχρεωμένος να πηγαίνω με συνεργείον να ανοίγω ομαδικούς τάφους και να ενταφιάζω τους εκτελουμένους. Εντεταλμένος δια τας εκτελέσεις ήτο ο Μέρτεν, ποίος όμως τας διέτασε δεν γνωρίζω.

Πολλαί εκτελέσεις εγένοντο ουχί κατόπιν αποφάσεως των Στρατοδικείων αλλά δι΄οιωνεί αντίποινα κρατουμένων Ομήρων, ή κρατουμένων δια ποινά του Ποινικού Δικαίου και κρατουμένων εις τας φυλακάς Επταπυργίου. Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης λόγω γήρατος είχεν αναθέσει εις εμέ το σκληρόν καθήκον να παρίσταμαι εις τας εκτελέσεις. Προς σύνταξιν ληξιαρχικών πράξεων θανάτου παρεκάλεσα τους Γερμανούς που εστεγάζοντο εις την οδόν Τσιμισκή 27 και μου έδιδονονομαστικας καταστάσεις εκτελεσθέντων και που συν τω χρόνω μας έδιδαν προ των εκτελέσεων και εις αυτάς πολλάκις έβλεπα διαγραφάς και έμαθα από διερμηνείς ότι όποιος έχει τον Μέρτεν σβύνει. Εγώ τον Μέρτεν ουδέποτε τον είδα , εσχημάτισα όμως την γνώμην δι’αυτόν ότι ήτο παντοδύναμος επί της εποχής μου εις το Νεκροταφείον εξετελέσθησαν από τους Γερμανούς 680 Έλληνες εκ των οποίων οι 300 εξετελέσθησαν άνευ αποφάσεως Στρατοδικείων.

Επιμέλεια: Σωτήρης Σκουλούδης

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης