Ο δολοφόνος της Τζο Κοξ, η οποία έδινε αγώνα υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ένας «αφοσιωμένος υποστηρικτής» νεοναζιστικής οργάνωσης των ΗΠΑ. Αυτό γνωστοποίησε την Πέμπτη αμερικανική οργάνωση προάσπισης των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων.

O Μέιρ δαπάνησε περί τα 620 δολάρια (550 ευρώ) για να αποκτήσει κείμενα της «Εθνικής Συμμαχίας», μιας οργάνωσης που καλεί να εγκαθιδρυθεί ένα κράτος αποκλειστικά για λευκούςΌπως ανέφερε η ΜΚΟ «Southern Poverty Law Center», ο φερόμενος ως δράστης της επίθεσης, που σύμφωνα με βρετανικά μέσα ενημέρωσης ονομάζεται Τόμας Μέιρ, έχει «μακρά ιστορία» ανάμιξης στον «λευκό εθνικισμό».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο Μέιρ ήταν αφοσιωμένος υποστηρικτής της “Εθνικής Συμμαχίας”, της σημαντικότερης επί δεκαετίες νεοναζιστικής οργάνωσης των ΗΠΑ», γράφει στον ιστότοπό της η ΜΚΟ.

Η οργάνωση διευκρίνισε πως ο Μέιρ δαπάνησε περί τα 620 δολάρια (550 ευρώ) για να αποκτήσει κείμενα της «Εθνικής Συμμαχίας», μιας οργάνωσης που καλεί να εγκαθιδρυθεί ένα κράτος αποκλειστικά για λευκούς, αλλά και να εξαλειφθούν οι Εβραίοι.

Σύμφωνα με τον αδελφό του φερόμενου ως δράστη, τον Σκοτ Μέιρ, ο 52χρονος έπασχε από ψυχική ασθένεια και ακολουθούσε φαρμακευτική αγωγή

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Η Τζο Κοξ, 41 ετών, βουλευτής του Εργατικού κόμματος (αξιωματική αντιπολίτευση), δολοφονήθηκε την Πέμπτη στο Μπρίστολ, στη βόρεια Αγγλία. Λίγη ώρα αργότερα, η αστυνομία συνέλαβε τον φερόμενο ως δράστη, 52 ετών, που οι γείτονές του περιέγραψαν ως έναν «μοναχικό» άνθρωπο. Τα κίνητρά του παραμένουν άγνωστα, αλλά σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα που επικαλέστηκαν βρετανικά ΜΜΕ, ούρλιαζε «πρώτα η Βρετανία» καθώς επιτέθηκε εναντίον της. 
Η Κοξ εργάστηκε για μια χρονική περίοδο στην Oxfam, η οποία υπερασπιζόταν δυναμικά τους Σύρους πρόσφυγες. Σύμφωνα με τον αδελφό του φερόμενου ως δράστη, τον Σκοτ Μέιρ, ο 52χρονος έπασχε από ψυχική ασθένεια και ακολουθούσε φαρμακευτική αγωγή.


Το φονικό που σόκαρε τη Βρετανία – Tιμούν τη μνήμη της Κοξ

Το χωριό του Μπρίστολ τιμά σήμερα τη μνήμη της δολοφονημένης βουλευτή του Εργατικού Κόμματος Τζο Κοξ, μία τραγωδία που «πάγωσε» την κοινή γνώμη στη Βρετανία, αναστέλλοντας και την εκστρατεία του δημοψηφίσματος για την παραμονή ή όχι της χώρας στη Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το βράδυ της Πέμπτης, δεκάδες συμπατριώτες της συγκεντρώθηκαν στην εκκλησία του χωριού για να συμμετάσχουν σε τελετή στη μνήμη της, ενώ την ίδια στιγμή στο Λονδίνο μπροστά στο κτήριο του Κοινοβουλίου βρέθηκαν δεκάδες πολίτες με δάκρυα στα μάτια, ανάμεσά τους ο ηγέτης του Εργατικού Κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν και άλλα μέλη των Εργατικών.

Τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης διερωτώνται για το κίνητρο της επίθεσης και δεν διστάζουν να καταγγείλουν τον επιθετικό τόνο της εκστρατείας υπέρ του Brexit. 
Η εφημερίδα «The Guardian» δίνει έμφαση στο βίαιο και διχαστικό κλίμα της εκστρατείας, κάνοντας λόγο για μία επίθεση «κατά του ανθρωπισμού, του ιδεαλισμού και της Δημοκρατίας».

Το περιοδικό «Spectator» απαλλάσσει από την προσωπική ευθύνη τον Νάιτζελ Φάρατζ, επικεφαλής του Ukip και τα μέλη της εκστρατείας «Leave». «Αλλά είναι υπεύθυνοι για τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η εκστρατεία τους», γράφει. «Όταν ενθαρρύνεις το μένος, δεν μπορείς να κάνεις τον έκπληκτο όταν οι άνθρωποι εξαγριώνονται» προσθέτει.

Το μήνυμα του συζύγου του θύματος

Ο σύζυγός της, ο Μπρένταν Κοξ, απηύθυνε το ακόλουθο μήνυμα, λίγες ώρες μετά τη δολοφονία της.

«Σήμερα είναι η αρχή ενός νέου κεφαλαίου στις ζωές μας. Πιο δύσκολου, πιο επώδυνου, λιγότερο χαρούμενου, με λιγότερη αγάπη. Εγώ, οι φίλοι και η οικογένειά της θα δουλέψουμε κάθε στιγμή της ζωής μας για να αγαπούμε και να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας και για να πολεμήσουμε το μίσος που σκότωσε την Τζο. Η Τζο πίστευε σ’ έναν καλύτερο κόσμο και αγωνίστηκε δυναμικά γι ‘αυτό κάθε μέρα της ζωής της. Είχε ένα πάθος για τη ζωή που θα εξαντλούσε τους περισσότερους. Θα ήθελε δύο πράγματα πάνω απ’ όλα να συμβούν τώρα:

– Ένα, τα πολύτιμα παιδιά μας να πλημμυρίσουν με αγάπη και,
– δύο, να ενωθούμε όλοι για να πολεμήσουμε το μίσος που τη σκότωσε.

»Το μίσος δεν έχει ηθική, φυλή ή θρησκεία, είναι δηλητηριώδες. Η Τζο δεν λυπόταν για τη ζωή της, έζησε κάθε μέρα της στο μάξιμουμ».



Διαβάστε επίσης
:

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης