Το ότι η Πολιτεία (δηλαδή το επίσημο κράτος), δεν πολυνοιάζεται για τον Πολιτισμό είναι γνωστό από την παρατεταμένη σιωπή της, ακόμη και όταν οι συνθήκες επιβάλουν να πράξει το αντίθετο.

Για παράδειγμα: εφέτος, διανύουμε επετηρίδα 100 χρόνων από την γέννηση του Ελύτη αλλά και του Νίκου Γκάτσου. Ο πρώτος, ίσως, δεν έχει και μεγάλη ανάγκη τιμητικής στη μνήμη του για το έργο που άφησε πίσω, μια και -εν ζωή- δέχτηκε τιμές πού μόνο ένας Σεφέρης (και όχι οι Καβάφης, Καζαντζάκης) είχαν την τύχη να γευτούν, με κορυφαία στιγμή το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τον Γκάτσο, όμως, το ποιητή της μοναδικής (κυριολεκτικά) «Αμοργού» ακόμη η Ελλάδα δεν τον έχει ανακαλύψει. Κι’ όπως είπε ο Μανώλης Μητσιάς (στο πλαίσιο της συναυλίας που έδωσε πρόσφατα στην Ασέα, στο πυκνό ακροατήριο του προαύλιου του σχολείου): «Έχετε την τύχη να έχει γεννηθεί εδώ ο Γκάτσος, ένας από τους σπουδαιότερους Ελληνες, ο ποιητής που μας έμαθε να σκεφτόμαστε, να αγαπάμε τον τόπο μας, να βλέπουμε μπροστά και να μην προσκυνάμε κανένα». Για να συμπληρώσει οργισμένα: «Αν υπήρχε σοβαρό Κράτος, θα έπρεπε στην Αρκαδία το ιωβηλαίο του Γκάτσου να διαρκεί μία εβδομάδα, με συμμετοχή όλων των τραγουδιστών που ευνοήθηκαν από τους στίχους του. Μου ζητάτε μέσα σε δύο ώρες να πω χίλια τραγούδια. Δεν γίνεται».

Στην απλή, αλλά απίστευτα γοητευτική βραδιά για τον Γκάτσο, παραβρέθηκε ο δήμαρχος της Τριπολιτσάς και ο βουλευτής Ανδρέας Λυκουρέντζος. Λοιπές προσωπικότητες της Πολιτικής και της Περιφέρειας (Ρέππας, Αβραμόπουλος, Τατούλης κλπ.) προτίμησαν να απουσιάσουν. Ποιοι; Αυτοί που άλλοτε έτρεχαν από «γάμο σε γάμο» και από «βάφτιση σε βάφτιση», αλλά είναι κατανοητός ανθρώπινος φόβος… Μην ξεχνάμε, πρόσφατα γιαουρτώθηκε στην τουριστική Αντίπαρο κοτζάμ Πρετεντέρης, που βέβαια δεν έχει καμία σχέση με την Πολιτική άσχετα αν έχει η Πολιτική μαζί του…

Ο Γκάτσος, σύμφωνα με τις εγκυκλοπαίδειες, το βιογραφικό του στο Διαδίκτυο κλπ., γεννήθηκε πριν εκατό χρόνια (8 Δεκεμβρίου του 1911) στα (προσέξτε λεπτομέρεια) Χάνια Φραγκόβρυσης της Κάτω Ασέας. Ήταν γιός της Βασιλικής Βασιλοπούλου και του αγρότη Γιώργο Γκάτσου, ο οποίος το 1916 άφησε το Βαλτέτσι για να σαλπάρει στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου πίστευε πως θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί το περίφημο «αμερικάνικο όνειρο», αλλά δεν πρόλαβε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στη διάρκεια του ταξιδιού, πέθανε ξαφνικά και η σωρός του ρίχτηκε στον Ατλαντικό.

Ορφανός από πατέρα ο μόλις πέντε χρόνων Νίκος Γκάτσος, κατάλαβε πως εκείνος θα ήταν ο αρχηγός στη ζωή του και από τα μαθητικά του χρόνια φρόντισε να οπλιστεί με όση παιδεία πάνω από ό,τι του επέτρεπαν τα Μέσα της εποχής.

Έτσι, όταν το 1930 πήγε στην Αθήνα με στόχο να σπουδάσει στη Φιλοσοφική, ήταν έτοιμος για τη μεγάλη περιπέτεια πνεύματος που του επιφύλασσε η ζωή του.

Το 1936 γνωρίστηκε με τον Οδυσσέα Ελύτη και συνδέθηκε με το ρεύμα του υπερρεαλισμού. Η δημοσίευση το 1943 της ποιητικής έκδοσης «Αμοργός», άλλωστε, τον καθιέρωσε στα Γράμματα και του χάρισε τον τίτλο του εκφραστή του «ελληνικού ποιητικού υπερρεαλισμού», αφού η «Αμοργός» θεωρήθηκε έργο κορυφαίο.

Αλλά, το μοναδικό αυτό ποιητικό έργο του Γκάτσου, τυπωμένο σε λιγότερα από 400 αντίτυπα, δεν μπόρεσε να τον κάνει γνωστό στο πλατύ ελληνικό κοινό, μολονότι ο ποιητής ασχολήθηκε και έδωσε συγκλονιστικές μεταφράσεις για το Θέατρο:
– Λόρκα (Ματωμένος Γάμος, Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα κ.α.)
– Τενεσσί Ουϊλιαμς
– Λόπε Ντε Βέγκα (Φουέντε Οβεχούνα)
– νΕυγένιο Ο’ Νηλ
– Αύγουστο Στρίνμπεργκ

Αλλά και ως στιχουργός (κορυφαίος στην τέχνη του αυτά τα εκατό χρόνια που πέρασαν), ο Γκάτσος ίσως δεν είχε την μεγάλη αποδοχή που κέρδισε, αν δεν είχε συνεργαστεί με τον Χατζιδάκι (κυρίως) και τους Ξαρχάκο, Μούτση, Θεοδωράκη, Κηλαηδόνη (δευτερευόντως).

Με τον Μάνο Χατζιδάκι, μάλιστα, συνδέθηκαν με συγκλονιστική φιλία με τον Γκάτσο σε ρόλο δάσκαλου (προς μαθητή), που ποτέ δεν παραδέχτηκε ο ποιητής. Η καθημερινή παρέα Γκάτσου – Χατζιδάκι στα γνωστά στέκια της Πλατείας Συντάγματος έχουν μείνει στην Ιστορία της πνευματικής Αθήνας.

Λεπτομέρειες της συντροφιάς, έχουν δώσει δεκάδες ρεπορτάζ και μαρτυρίες ανθρώπων του τραγουδιού και της δημοσιογραφίας, ενώ κάποιες σημαντικές στιγμές του ποιητή στη σχέση του με τους φίλους και τους συνεργάτες του, έδωσε η συγγραφέας Αγαθή Δημητρούκα στο πρόσφατο βιβλίο της «Πουλάμε τη ζωή χρεώνουμε τον θάνατο». Η Δημητρούκα ήταν για αρκετά χρόνια –ως το θάνατο του ποιητή- η σύντροφος του Γκάτσου, αν και τους χώριζαν κάποιες δεκαετίες.

Ο Γκάτσος είχε να «πει» πολλά και τα «είπε» μέσα από την «Αμοργό» (ένα έργο που παραμένει εξαιρετικά σύγχρονο εξηντατόσα χρόνια μετά την έκδοσή του…) αλλά και τους ποιητικούς του στίχους. Γιατί, από τους απλούς δίσκους «Χάρτινο το φεγγαράκι», «Ένα μεσημέρι» και την σειρά «Μυθολογία», ως τα ολοκληρωμένα έργα «Επιστροφή», «Αθανασία», «Της Γης το χρυσάφι», «Χειμωνιάτικος ήλιος», «Ρεμπέτικο» και τόσα άλλα, ως το τελευταίο «Κατά Μάρκον», φρόντισε να αφήσει πικρό. αλλά γενναίο και ειλικρινές σχόλιο πάνω στα προβλήματα της σύγχρονης Ελλάδας.

Στο κοιμητήρι της Ασέας, σε υψόμετρο κάπου οκτακοσίων μέτρων, κοιμάται ο «πατέρας» του Κεμάλ και της Μικρής Ραλλού κάτω από ένα λευκό μάρμαρο που έχει χαραγμένες μόνο δύο λέξεις: ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ.

Ούτε σταυρό θα δεις, ούτε λουλούδια σε βάζο, ούτε καντήλι να καίει. Μόνο η σκιά ενός γέρικου κυπαρισσιού φροντίζει για τη «δροσιά» του ποιητή μέσα σε μια απόλυτη ηρεμία που σέβονται ακόμη και ο γκιώνης, τραγουδώντας διακριτικά κάπου μακριά στο διάσελο…

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης