Συνέντευξη: Μπάμπης Παπαφιλιππάκης 

Η Άννα δεν είναι πριγκίπισσα. Δεν φοράει γυάλινα γοβάκια, ούτε περιμένει να τη σώσει κανείς. Αντί για κάστρο, κλείνεται στο δωμάτιο της αγκαλιά με πατατάκια και αυτοσαρκασμό. Και αντί για πρίγκιπα, έχει μια βαθιά, ειλικρινή ανάγκη να συμφιλιωθεί με τον εαυτό της.

Η ηρωίδα του βιβλίου «Ο κορσές της Σταχτοπούτας» μπορεί να είναι φανταστική, αλλά η ιστορία της είναι για πολλές γυναίκες τρομακτικά αληθινή. Σε αυτή τη συνέντευξη, η συγγραφέας μάς μιλά για την Άννα, αλλά και για όλες τις πραγματικές «Άννες» εκεί έξω: τις γυναίκες που έχουν περάσει από τον φαύλο κύκλο της δίαιτας, της ενοχής, της ντροπής.

Μιλά για τη σχέση με το φαγητό, για τις διατροφικές διαταραχές, για την ανάγκη αποδοχής, αλλά και για το χιούμορ που σώζει. Γιατί τελικά, όπως λέει και η ίδια, «δεν χρειαζόμαστε κορσέ για να σταθούμε όρθιες. Χρειαζόμαστε αγάπη. Από εμάς για εμάς». Η συγγραφέας του ξεχωριστού μυθιστορήματος που κυκλοφορεί από την Χάρτινη Πόλη μιλά στο zougla.gr για όλα!

– Τι πραγματεύεται το βιβλίο “Ο κορσές της Σταχτοπούτας”;

Πρόκειται για ένα σύγχρονο μυθιστόρημα που αγγίζει με τρυφερότητα, ειλικρίνεια αλλά και χιούμορ, ζητήματα όπως οι διατροφικές διαταραχές, ο κοινωνικός ρατσισμός απέναντι στα σώματα με παραπάνω κιλά και η ανάγκη βαθιάς αποδοχής του εαυτού μας. Πρωταγωνίστρια είναι η Άννα, μια νέα γυναίκα που παλεύει καθημερινά όχι μόνο με το βάρος της, αλλά και με το βάρος των προσδοκιών των άλλων.

– Ας γνωρίσουμε λοιπόν την Άννα. Ποια είναι;

Η Άννα είναι κάθε γυναίκα που έχει κάποτε σταθεί μπροστά στον καθρέφτη και αναστέναξε, που ανέβηκε στη ζυγαριά και γέμισε ενοχές και θλίψη. Είναι εκείνη που δοκίμασε όλες τις δίαιτες, που αγόρασε ρούχα μικρότερα «για όταν αδυνατίσει», που άκουσε σχόλια «για το καλό της». Η Άννα του βιβλίου είναι βαθιά ευαίσθητη αλλά με σκληρό χιούμορ και μέσα από αυτό προσπαθεί να επιβιώσει. Αντί για νεράιδες και παραμύθια, έχει ένα γεμάτο ψυγείο με αμαρτωλά γλυκά, αϋπνία και ενοχές. Και μια μεγάλη επιθυμία: να αγαπήσει τον εαυτό της χωρίς όρους.

– Γιατί επιλέξατε έναν τίτλο που παραπέμπει στο παραμύθι της Σταχτοπούτας;

Γιατί το πρότυπο της “ιδανικής γυναίκας” που περιμένει κάποιον να τη διαλέξει επειδή χωράει στο γοβάκι, είναι ακόμη πολύ ζωντανό. Στο βιβλίο μου, ο κορσές δεν είναι απλώς ένα ρούχο, είναι σύμβολο πίεσης, κοινωνικών προσδοκιών, ψυχολογικού στραγγαλισμού. Η Άννα, όμως, δεν θέλει να χωρέσει σε τίποτα. Θέλει να αναπνεύσει.

– Το βιβλίο είναι γραμμένο με χιούμορ. Ήταν συνειδητή επιλογή;

Απόλυτα. Το χιούμορ είναι ο τρόπος μου να ανοίγω δύσκολες συζητήσεις χωρίς να τρομάζω τον αναγνώστη. Και η Άννα έχει μια φωνή που ξέρει να αυτοσαρκάζεται, όχι για να υποτιμήσει τον εαυτό της, αλλά για να τον σώσει. Στο κάτω κάτω, πολλές φορές γελάμε για να μην κλάψουμε. Και αυτό, από μόνο του, είναι δύναμη.

– Πόσο βαθιά αγγίζει το βιβλίο το ζήτημα των διατροφικών διαταραχών;

Δεν πρόκειται για ιατρική ανάλυση, αλλά για μια λογοτεχνική βουτιά στην ψυχολογία της συναισθηματικής υπερφαγίας. Η Άννα τρώει όταν είναι θλιμμένη, όταν είναι χαρούμενη, όταν δεν αντέχει άλλο να νιώθει. Και αυτό είναι πολύ αληθινό. Μέσα από την καθημερινότητά της, βλέπουμε πώς η τροφή γίνεται παρηγοριά, τιμωρία, παρέα. Και πώς, σταδιακά, το φαγητό δεν γεμίζει απλώς το σώμα, αλλά και το κενό της ψυχής.

– Αναφέρεστε και στον ρατσισμό απέναντι στους ανθρώπους με παραπανίσια κιλά. Πόσο βαθύς είναι αυτός στην κοινωνία μας;

Είναι ύπουλος και υπόγειος. Δεν φωνάζει αλλά ψιθυρίζει: όταν σου λένε «έχεις τόσο όμορφο πρόσωπο», όταν ο γιατρός αποδίδει τα πάντα στο βάρος σου, όταν σου ζητούν να “φροντίσεις τον εαυτό σου” ενώ εννοούν “να γίνεις πιο αποδεκτή”. Οι άνθρωποι με παραπάνω κιλά δεν στερούνται πειθαρχίας, αισθητικής ή αξίας. Στερούνται αποδοχής. Και αυτό προσπαθώ να φωτίσω μέσα από την Άννα: το δικαίωμα κάθε σώματος να υπάρχει όπως είναι.

– Ποιο είναι, τελικά, το μήνυμα του βιβλίου;

Ότι δεν χρειαζόμαστε δίαιτα για να αξίζουμε. Ότι η αποδοχή δεν είναι κάτι που πρέπει να την κερδίσουμε από τους άλλους, είναι κάτι που πρέπει να δώσουμε εμείς στον εαυτό μας. Ότι το σώμα μας είναι σπίτι, όχι τιμωρία. Και πως ακόμα κι αν δεν το αγαπάμε κάθε μέρα, μπορούμε τουλάχιστον να το σεβαστούμε.

– Πώς ήταν η δική σας σχέση με το φαγητό όλα αυτά τα χρόνια;

Ασταθής, γεμάτη ενοχές και συμβιβασμούς. Από μικρή ένιωθα ότι το φαγητό ήταν εχθρός και παρηγοριά μαζί. Ότι έπρεπε πάντα να προσέχω, να μαζεύομαι, να ντρέπομαι. Μέχρι που κατάλαβα ότι δεν είναι το σώμα μου το πρόβλημα, αλλά ο τρόπος που μου έμαθαν να το βλέπω. Αυτό το ταξίδι προς την αποδοχή είναι που προσπάθησα να μεταφέρω και στην Άννα.

– Πιστεύετε πως το σώμα μιας γυναίκας είναι ακόμη το πεδίο πάνω στο οποίο η κοινωνία ασκεί έλεγχο;

Δυστυχώς ναι. Από το πόσα κιλά πρέπει να έχει, μέχρι πώς να ντύνεται, να κινείται ή να μεγαλώνει. Το γυναικείο σώμα γίνεται εργαλείο κρίσης και πολλές φορές, πεδίο μάχης. Το πιο επαναστατικό πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να το αγαπήσουμε, να του φερθούμε με τρυφερότητα. Και να αρνηθούμε να δώσουμε λογαριασμό για αυτό.

– Ποια είναι η μεγαλύτερη παγίδα όταν μιλάμε για το ζήτημα του βάρους;

Το ότι όλοι έχουν άποψη. Και το ότι η κοινωνία έχει μάθει να συνδέει την αξία με την εμφάνιση. Το «αδυνάτισες, μπράβο» γίνεται έπαινος. Το «πήρες κιλά» κουβαλά κριτική. Κανείς δεν ξέρει τι υπάρχει πίσω από μια αλλαγή σώματος, ούτε χρειάζεται ο καθένας να απολογηθεί για τα κιλά του.

– Πώς μπορούμε, τελικά, να αγαπήσουμε τον εαυτό μας;

Με υπομονή, με αλήθεια και να βγούμε από την πίεση της σύγκρισης. Κάθε σώμα έχει τη δική του διαδρομή, τις δικές του πληγές και νίκες. Αντί να κυνηγάμε την αποδοχή των άλλων, ας χτίσουμε μια νέα σχέση με τον εαυτό μας, όχι τέλεια, αλλά ειλικρινή. Και ας του δώσουμε την άδεια να υπάρχει όπως είναι.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης