Διαμάχη για το ιστορικό οίκημα του σπουδαίου αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ, στην οδό Μαυρομιχάλη 6, στην Αθήνα, σημειώθηκε μεταξύ των μελών του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων (Κ.Σ.Ν.Μ.) και των εκπροσώπων του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, κατά τη χθεσινή συνεδρίασή τους στο Υπουργείο Πολιτισμού.

«Δεν μπορώ να διοικώ υπηρεσίες που δεν εμπιστεύονται η μια την άλλη και δεν θέλω να αμφισβητεί ο ένας τον άλλον» δήλωσε η Λίνα Μενδώνη, γενική γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού και πρόεδρος του Κ.Σ.Ν.Μ..

Σύμφωνα με μελέτη, που παρουσιάστηκε από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων, από το διατηρητέο κτίσμα χρήζουν κατεδάφισης τρία ετοιμόρροπα τμήματά του. Το Βυζαντινό μουσείο όμως – στο οποίο έχει παραχωρηθεί η χρήση του κτηρίου για την έκθεση συλλογής Βυζαντινών εικόνων της συλλογής Λοβέρδου – διαφωνεί, καθώς σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει το μέγαρο για να εκθέσει νέες συλλογές και υποστηρίζει πως όλοι οι χώροι είναι απαραίτητοι.

«Πρέπει να σταματήσει αυτή η κοκορομαχία. Το μείζον αγαθό είναι να αναδειχθεί το μνημείο αυτό καθ’ αυτό και έπειτα όπως – καλώς – το οραματίζεται το Βυζαντινό Μουσείο. Τα αρχαιολογικά προγράμματα προσαρμόζονται στα μνημεία και όχι το αντίθετο» σημείωσε η Λίνα Μενδώνη.

Το κτήριο αποτελεί υπόδειγμα μεσοαστικού οικήματος της εποχής και έχει πολλές ομοιότητες με το «Iλίου Μέλαθρον», το οποίο κατασκευαζόταν σχεδόν την ίδια χρονική περίοδο από τον περίφημο αρχιτέκτονα. Αποτελείται από συγκρότημα διαφόρων κτισμάτων που κατασκευάστηκαν μεταξύ 1882-1930. Το αρχικό μέγαρο κτίστηκε στο διάστημα 1882-1885 από τον διάσημο αρχιτέκτονα, για να το χρησιμοποιήσει ως κατοικία και γραφείο του.

Κατά το 1912, το κτήριο «άλλαξε χέρια» και αγοράστηκε από τον τραπεζίτη και ιδρυτή της Ιονικής Τράπεζας Διονύσιο Λοβέρδο, προκειμένου να μείνει εκεί με την οικογένειά του. Αργότερα, και λίγο πριν από τον θάνατο του Λοβέρδου το 1930, ακολούθησαν προσθήκες για τη δημιουργία του Μουσείου Μεταβυζαντινών εικόνων που είχε στη συλλογή του ο τραπεζίτης. Με το πέρασμα, όμως, του χρόνου, οι προσθήκες του κτηρίου, το οποίο για ένα διάστημα χρησιμοποιήθηκε και ως βεστιάριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, αλλοιώθηκαν.

«Το Βυζαντινό Μουσείο σχεδιάζει να παρουσιάσει περίπου 800 αντικείμενα, τα οποία φυλάσσονται, όπως και να καθιερώσει εκπαιδευτικά και πολιτιστικά προγράμματα» ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης η αναπληρώτρια διευθύντρια του Βυζαντινού Μουσείου, Αναστασία Λαζαρίδου.

Το θέμα αυτό είχε επανεξεταστεί από την επιτροπή του Υπουργείου Πολιτισμού τον Ιούλιο του 2010. Επανήλθε, όμως, έπειτα από διαμαρτυρία του Βυζαντινού Μουσείου, γιατί δεν κλήθηκε τότε να παραστεί στο συμβούλιο. Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων γνωμοδότησε ομόφωνα, ώστε να επανεξεταστεί η υπόθεση.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης