Ο ΟΠΕΚΕΠΕ, ο οργανισμός που διαχειρίζεται στην Ελλάδα τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, ποσό που φτάνει τα 3 δισ. ευρώ ετησίως, από το προηγούμενο καλοκαίρι βρίσκεται υπό καθεστώς επιτήρησης, με την υποχρέωση εφαρμογής συγκεκριμένου σχεδίου (action plan) αναδιάρθρωσης, με ορατό τον κίνδυνο να χάσει τη διαπίστευσή του από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Καθημερινή, τον Ιούλιο αναμένεται το ελεγκτικό κλιμάκιο από την Ε.Ε. και η απόφαση διατήρησης ή μη της πιστοποίησης. Παράλληλα έχει προταθεί ποσοστό διόρθωσης τουλάχιστον 10%, οριζοντίως επί των αγροτικών κονδυλίων που λαμβάνει η Ελλάδα, ένα ποσό που προσεγγίζει τα 45 εκατ. ευρώ. Σε περίπτωση που γίνει άρση της πιστοποίησης, ο οργανισμός δεν θα έχει το δικαίωμα να διαχειρίζεται κοινοτικά κονδύλια, οπότε θα σταματήσουν οι πληρωμές των ενισχύσεων προς τους αγρότες.
Πηγές της Ε.Ε. αναφέρουν ότι θα πρέπει να βρεθεί ένας άλλος πιστοποιημένος οργανισμός, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν να γίνει άμεσα. Η διαδικασία της πιστοποίησης είναι μακροχρόνια –στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ διήρκεσε χρόνια– και στο μεταξύ δεν θα καταβάλλονται οι ενισχύσεις προς τους αγρότες.
Μια εναλλακτική «λύση», επισημαίνουν στελέχη που έχουν εμπλακεί στη διαδικασία, θα ήταν να καταβάλλονται τα χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό και στη συνέχεια έπειτα από έλεγχο να εκταμιεύονται τα σχετικά κοινοτικά κονδύλια.
Oσοι έλαβαν παράνομα κονδύλια με βάση τη νομοθεσία, αλλά και τη λογική, θα χρειαστεί να τα επιστρέψουν. Ομως, ποτέ έως τώρα δεν έχει ζητηθεί από αγρότες να επιστρέψουν κοινοτικά κονδύλια, αλλά οι καταλογισμοί πληρώθηκαν από τον κρατικό προϋπολογισμό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το περίφημο «πακέτο Χατζηγάκη», συνολικού ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ, που δόθηκε στους αγρότες για δήθεν καταστροφές στις καλλιέργειες παραμονές των εκλογών του 2009.
Επτά χρόνια αργότερα και έπειτα από εκατοντάδες συναντήσεις και e-mail που ανταλλάχθηκαν με τα κοινοτικά όργανα, τον Φεβρουάριο του 2016 με απόφαση του δικαστηρίου της Ε.Ε. το ελληνικό Δημόσιο υποχρεώθηκε να ανακτήσει από τους αγρότες κονδύλια ύψους 425 εκατ. ευρώ, τα οποία είχε χορηγήσει για τις συνέπειες στις καλλιέργειες λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών. Τα κονδύλια αυτά επιστράφηκαν από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Εξετάζεται υποκατάστασή του από την ΑΑΔΕ
«Στο θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ η κυβέρνηση θα προχωρήσει με νομική ασφάλεια και αποτελεσματικότητα, προκειμένου η λύση να είναι δραστική. Η ΑΑΔΕ είναι μια Αρχή, της οποίας η αντικειμενικότητα και αποτελεσματικότητα δεν έχει αμφισβητηθεί, έχει λειτουργήσει στο παρελθόν, την περίοδο του κορωνοϊού, ως Αρχή πληρωμών. Εξετάζεται σοβαρά τη δουλειά του ΟΠΕΚΕΠΕ από εδώ και πέρα να κάνει η ΑΑΔΕ», ανέφερε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης.
Μάλιστα, ο κ. Χατζηδάκης πρόσθεσε ότι η περίπτωση του εν λόγω οργανισμού είναι παράδειγμα για το «πώς λειτουργεί το βαθύ κράτος, προς όφελος ορισμένων γραφειοκρατών και κάποιων επιτήδειων, εις βάρος της κοινωνίας αλλά και της εκάστοτε κυβέρνησης».
Το ίδιο ζήτημα, σε σχέση με τις αγροτικές επιδοτήσεις, όπως επισήμανε, έχει προκύψει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ δεν είναι κάτι που προκαλεί έκπληξη σε όσους κινούνται στην αγροτική οικονομία. Ωστόσο, συνέχισε, πρόκειται για πολύ σοβαρό ζήτημα που μπορεί να οδηγήσει στο να ζητηθεί να επιστραφούν κονδύλια.
Οι δηλώσεις του αρμόδιου Υπουργού Κώστα Τσιάρα
Για την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ μίλησε στο ΕΡΤΝews ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Κώστας Τσιάρας, τονίζοντας ότι «αν υπάρχουν παραγωγοί οι οποίοι κορόιδεψαν τον ΟΠΕΚΕΠΕ, προφανώς θα επιστρέψουν τα χρήματα».
Ξεκαθάρισε πως η δικαστική έρευνα για ενδεχόμενες καταχρήσεις κοινοτικών πόρων βρίσκεται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, ενώ την ίδια στιγμή το Υπουργείο δρομολογεί ριζικές τομές για να θωρακίσει τον ΟΠΕΚΕΠΕ και να αποκαταστήσει πλήρως την αξιοπιστία του.
«Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει πολύ μεγάλο βάθος και είναι γνωστή σε όλους. Υπάρχει μια εισαγγελική έρευνα από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία σε σχέση με το αν κάποιοι αγρότες και κτηνοτρόφοι έχουν λάβει παράνομα επιδοτήσεις τις οποίες και δε δικαιούνται. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίον επιλαμβάνεται η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, διότι πρόκειται περί ευρωπαϊκών πόρων. Άρα λοιπόν, η αρμοδιότητα ανήκει στη λεγόμενη Ευρωπαϊκή Εισαγγελία» ανέφερε ο κ. Τσιάρας συμπληρώνοντας ότι υπάρχουν ζητήματα ή παθογένειες, οι οποίες έρχονται από το παρελθόν των οποίων η επίλυση δεν είναι εύκολη

