Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Μια νέα μελέτη δείχνει ότι μεμονωμένες εταιρείες ορυκτών καυσίμων ευθύνονται για τη δημιουργία καυσώνων που μέχρι πρότινος ήταν αδύνατο να συμβούν και και θα μπορούσαν να υποχρεωθούν να καταβάλουν αποζημίωση.

Οι εκπομπές άνθρακα από τις μεγαλύτερες εταιρείες ορυκτών καυσίμων στον κόσμο συνδέθηκαν άμεσα με δεκάδες θανατηφόρους καύσωνες για πρώτη φορά, σύμφωνα με μια νέα ανάλυση. Η έρευνα χαιρετίστηκε ως ένα «άλμα προς τα εμπρός» στη νομική μάχη για να λογοδοτήσουν οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες για τις ζημιές που προκαλούνται με ευθύνη τους από την κλιματική κρίση.

Η έρευνα διαπίστωσε ότι οι εκπομπές από οποιαδήποτε από τις 14 μεγαλύτερες εταιρείες ήταν από μόνες τους αρκετές για να προκαλέσουν περισσότερους από 50 καύσωνες που διαφορετικά θα ήταν σχεδόν αδύνατο να συμβούν. Η μελέτη δείχνει, ότι στην πραγματικότητα,  αυτές οι εκπομπές προκάλεσαν τους καύσωνες. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ρύπανση από άνθρακα από τα ορυκτά καύσιμα της ExxonMobil, για παράδειγμα, έκανε 51 καύσωνες τουλάχιστον 10.000 φορές πιο πιθανούς από ό,τι σε έναν μη θερμαινόμενο κόσμο, όπως και οι εκπομπές από τη Saudi Aramco.

Η παγκόσμια θέρμανση κάνει τους καύσωνες πιο συχνούς και πιο έντονους σε όλο τον κόσμο, συμβάλλοντας σε τουλάχιστον 500.000 θανάτους που σχετίζονται με τη ζέστη ετησίως. Ο καταιγιστικός καύσωνας που έπληξε τον Ειρηνικό βορειοδυτικά των ΗΠΑ το 2021 έγινε σχεδόν 3 βαθμούς Κελσίου θερμότερος, για παράδειγμα.

Η νέα έρευνα διαπίστωσε ότι οι συνολικές εκπομπές από τις 180 «μεγάλες εταιρείες άνθρακα» που συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση ήταν υπεύθυνες για περίπου το ήμισυ της αύξησης της έντασης, με τις εκπομπές που οφείλονται στην καταστροφή των δασών να αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των υπολοίπων. Διαπίστωσε επίσης ότι οι 213 καύσωνες που μελετήθηκαν έγιναν 200 φορές πιο πιθανοί κατά μέσο όρο από το 2010 έως το 2019 λόγω της κλιματικής κρίσης. «Η δυνατότητα ανίχνευσης της συνεισφοράς αυτών των μεμονωμένων εκπομπών άνθρακα και η ποσοτικοποίηση της συνεισφοράς τους θα μπορούσε να είναι πολύ χρήσιμη για τη διαπίστωση πιθανής ποινικής ευθύνης», δήλωσε η καθηγήτρια Sonia Seneviratne, στο πανεπιστήμιο ETH της Ζυρίχης στην Ελβετία, μια από τις κύριες συγγραφείς της έκθεσης.

Ο Δρ Davide Faranda, διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας, που δεν συμμετείχε στην μελέτη δήλωσε: «Αυτή η μελέτη προσθέτει ένα κρίσιμο νέο βήμα: συνδέει τις κουκίδες μεταξύ συγκεκριμένων κλιματικών καταστροφών και των εταιρειών των οποίων οι εκπομπές τις κατέστησαν δυνατές».

Η Cassidy Di Paola, εκπρόσωπος της καμπάνιας Make Polluters Pay, δήλωσε: «Μπορούμε τώρα να δείξουμε συγκεκριμένους καύσωνες και να πούμε: Η Saudi Aramco το έκανε αυτό. Η ExxonMobil το έκανε αυτό. Όταν οι εκπομπές τους από μόνες τους πυροδοτούν καύσωνες που δεν θα συνέβαιναν διαφορετικά, μιλάμε για πραγματικούς ανθρώπους που πέθαναν, πραγματικές καλλιέργειες που καταστράφηκαν από μια απόφαση που ελήφθη σε συγκεκριμένη αίθουσα συνεδριάσεων εταιρείας».

Το ανώτατο δικαστήριο του κόσμου – το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης – αποφάνθηκε τον Ιούλιο ότι η αποτυχία πρόληψης βλάβης απότοκης της κλιματικής κρίσης, θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποζημίωση, ενώ γερμανικό ανώτατο δικαστήριο δημιούργησε νομικό προηγούμενο τον Μάιο αποφαίνοντας ότι οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων θα μπορούσαν να θεωρηθούν υπεύθυνες για τη συνεισφορά τους. «Εδώ είναι τα στοιχεία που περίμεναν τα δικαστήρια», είπε η DiPaola. «Ο λογαριασμός πλησιάζει και είναι καιρός αυτοί που ρυπαίνουν να πληρώσουν για τη ζημιά που έχουν κάνει».

Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature, χρησιμοποίησε έναν τύπο ανάλυσης που ονομάζεται απόδοση, με την έννοια της απόδοσης ευθύνης για συγκεκριμένη πράξη ή αμέλεια. Αυτή συγκρίνει τον θερμότερο κόσμο σήμερα με τον κόσμο πριν από την έναρξη μαζικής καύσης ορυκτών καυσίμων για να εκτιμηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι εκπομπές έχουν αυξήσει τις θερμοκρασίες, χρησιμοποιώντας δεδομένα καιρού και μοντέλα υπολογιστών.

Οι επιστήμονες αρχικά υπολόγισαν το πόσο είχαν ωθήσει τις θερμοκρασίες οι εκπομπές άνθρακα κάθε πετρελαϊκού κολοσσού και στη συνέχεια πόσο αυτές οι υψηλότερες θερμοκρασίες αύξησαν την πιθανότητα δημιουργίας καύσωνα. Προηγούμενη έρευνα είχε συνδέσει εκατοντάδες μεμονωμένα γεγονότα με την παγκόσμια θέρμανση, αλλά αυτή η μελέτη είναι η πρώτη που ανέλυσε συστηματικά μια σειρά γεγονότων. «Η κλιματική αλλαγή έχει κάνει καθένα από τους 213 καύσωνες πιο πιθανό και πιο έντονο και η κατάσταση έχει επιδεινωθεί με την πάροδο του χρόνου», δήλωσε ο Δρ Yann Quilcaille του ETH Zurich, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.

Η έρευνα διαπίστωσε ότι η μέση ένταση των κυμάτων καύσωνα αυξήθηκε κατά 1,4 βαθμούς C το διάστημα 2000-09 και κατά 2,2 βαθμούς C το 2020-23. Οι 213 μεγάλοι καύσωνες που αξιολογήθηκαν συνέβησαν από το 2000 έως το 2023 και κάλυψαν κάθε ήπειρο. Τα δεδομένα σχετικά με αυτούς ελήφθησαν από τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων καταστροφών, το EM-DAT, αλλά η Αφρική και η Νότια Αμερική υποεκπροσωπούνται σημαντικά λόγω έλλειψης αναφορών και κατάλληλων δεδομένων καιρού. «Τα ευρήματα της μελέτης πιθανότατα υποτιμούν την πραγματική κλίμακα αυτών των γεγονότων και οι πραγματικές συνέπειες είναι πιθανώς πολύ μεγαλύτερες», δήλωσε η Δρ Friederike Otto, στο Imperial College του Λονδίνου.

Ακόμη και οι εκπομπές από  εταιρείες ορυκτών καυσίμων στο κάτω μέρος της λίστας των μεγάλων εταιρειών του κλάδου είχαν σημαντικό αντίκτυπο στους καύσωνες. Η ρύπανση από άνθρακα από καθεμία από αυτές συνέβαλε ώστε 16 καύσωνες να γίνουν τουλάχιστον 10.000 φορές πιο πιθανοί από ό,τι πριν από την κλιματική κρίση. «Αυτή η μελέτη είναι ένα άλμα προς τα εμπρός που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να υποστηρίξει μελλοντικές αγωγές για το κλίμα», δήλωσε ο Δρ Karsten Haustein, στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας στη Γερμανία, που δεν είχε συμμετοχή στη μελέτη. «Είναι επίσης μια υπενθύμιση ότι η άρνηση και η αντιεπιστημονική ρητορική δεν θα εξαλείψουν την κλιματική ευθύνη», συμπλήρωσε.

Οι εκπομπές άνθρακα συμβαίνουν όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πετρέλαιο, φυσικό αέριο ή άνθρακα για να θερμάνουν τα σπίτια τους ή για να τροφοδοτούν τις μεταφορές τους, αλλά ο Quilcaille είπε ότι οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων είχαν ιδιαίτερη ευθύνη διότι είχαν επιδιώξει το κέρδος μέσω παραπληροφόρησης και πίεσης, παρόλο που γνώριζαν από τη δεκαετία του 1980 ότι η καύση ορυκτών καυσίμων θα οδηγούσε σε παγκόσμια θέρμανση. «Ωστόσο, κανένας ρυπαίνων δεν έχει κριθεί ακόμη υπόλογος στο δικαστήριο και οι προκλήσεις εξακολουθούν να υπάρχουν», είπαν ο καθηγητής Michael Gerrard και η Dr Jessica Wentz, από το Sabin Center for Climate Change Law στο Πανεπιστήμιο Columbia.

«Το πρόβλημα είναι τα διάφορα νομικά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν προτού οι επιστήμονες μπορέσουν να πάρουν θέση μάρτυρα στο δικαστήριο», είπαν σε ένα σχόλιο στο Nature. «Τα ζητήματα περιλαμβάνουν το ποια δικαστήρια θα έπρεπε να εκδικάσουν τις υποθέσεις, αν οι παραγωγοί ορυκτών καυσίμων θα έπρεπε να είναι υπεύθυνοι για τις εκπομπές των πελατών τους και εάν ήταν σχετικές – και σε ποιο βαθμό – μακροχρόνιες εκστρατείες εξαπάτησης από ορισμένες εταιρείες ορυκτών καυσίμων», είπαν οι Gerrard και Wentz. «Η νέα μελέτη είναι ένα ακόμη δομικό στοιχείο και χρήσιμο, αλλά ο δρόμος προς την πραγματική ευθύνη για τις μεγάλες εταιρείες άνθρακα εξακολουθεί να είναι γεμάτος νομικές και αποδεικτικές λακκούβες», πρόσθεσαν.

Η ExxonMobil και η Saudi Aramco δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχολιασμό.

Πηγή: The Guardian

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης