Όλοι λέμε ότι θέλουμε να επικοινωνούμε καλύτερα. Να εκφράζουμε πιο καθαρά αυτό που νιώθουμε, να μας καταλαβαίνουν οι άλλοι. Να μην παρεξηγούμαστε. Να μη φτάνουμε στα όρια για να ακουστούμε. Στις σχέσεις μας, στη δουλειά, με τα παιδιά μας. Ξέρουμε ότι είναι δύσκολο. Αλλά ξεχνάμε κάτι σημαντικό: η επικοινωνία δεν είναι ταλέντο, δεν είναι απλά μια ικανότητα που κάποιος έχει ή δεν έχει. Είναι δεξιότητα. Που σημαίνει ότι μπορούμε να την εξασκήσουμε. Να την καλλιεργήσουμε, να την εξελίξουμε – όπως κάθε άλλη δεξιότητα. Και όταν το κάνουμε αυτό, δεν αλλάζει μόνο ο τρόπος που μιλάμε. Αλλάζει ο τρόπος που μας νιώθουν οι άλλοι. Αλλάζει ο κόσμος μας, όλη μας η ζωή.

Στο χώρο της ψυχολογίας, μιλάμε πολύ για το πώς να λέμε αυτό που νιώθουμε. Να αποφεύγουμε το «εσύ φταις» και να λέμε «εγώ νιώθω». Να κάνουμε προσεκτικότερη επιλογή των λέξεων. Να κάνουμε οπτική επαφή, να είμαστε παρόντες, να μην διακόπτουμε. Και όλα αυτά είναι βεβαίως πολύ σημαντικά. Αλλά, αν με ρωτάς, δεν είναι η καρδιά της επικοινωνίας.

Η επικοινωνία, στην ουσία της, δεν είναι λέξεις. Είναι παρουσία. Είναι το συναίσθημα που εκπέμπεις την ώρα που μιλάς, η πρόθεση με την οποία πλησιάζεις τον άλλον.

Έχεις ποτέ βρεθεί σε έναν χώρο διαισθανόμενος την ένταση που προηγήθηκε, αλλά και στην οποία εσύ δεν ήσουν παρών; Έχεις νιώσει ότι κάποιος δεν σε συμπαθεί, χωρίς καν να σου το πει; Εσύ όμως το κατάλαβες από το βλέμμα, τον τόνο, τη στάση του σώματος. Αυτοί είναι μη λεκτικοί κώδικες που στέλνουμε και λαμβάνουμε – η γλώσσα του σώματος, ο τόνος της φωνής, η αύρα μας. Πριν καν ακούσουμε λέξεις, έχουμε ήδη νιώσει τον άλλον.

Το ίδιο ισχύει και στις σχέσεις μας. Αν μιλάς στον σύντροφό σου και μέσα σου σκέφτεσαι «σε βαρέθηκα», «δεν σε αντέχω άλλο», τότε, ακόμα κι αν οι λέξεις σου είναι “σωστές”, ο άλλος θα τη νιώσει αυτή την απόσταση. Το σώμα, τα μάτια, η φωνή σου θα το πουν – πριν καν ανοίξεις το στόμα σου. Αν είσαι και σαν εμένα που μιλάω με τα μάτια, την πάτησες πραγματικά!

Αλλά το ίδιο ισχύει και από την ανάποδη. Αν πλησιάσεις τον άνθρωπο που αγαπάς με τρυφερότητα, και του δείξεις με την παρουσία σου ότι τον σέβεσαι, τον εκτιμάς, τον βλέπεις, τότε αυτό θα «μιλήσει» πιο δυνατά από οποιαδήποτε λέξη. Δεν χρειάζεται να το πεις. Το βλέμμα και η στάση του σώματός σου θα τα έχουν ήδη πει όλα.

Η αποτελεσματική επικοινωνία, λοιπόν, δεν είναι να βρεις τις «σωστές» λέξεις. Είναι να νιώθεις και να δείχνεις ότι ο άλλος μετράει για σένα. Ότι έχεις καλή πρόθεση απέναντί του. Ότι επιθυμείς να τον καταλάβεις, να τον ακούσεις, να τον συναντήσεις στην αλήθεια του.

Η μεγαλύτερη παγίδα είναι να νομίζουμε ότι επικοινωνούμε επειδή απλώς μιλάμε. Ή επειδή εξηγούμε. Ή επειδή λέμε «ειλικρινά» τη γνώμη μας. Όμως αυτό που φτάνει στον άλλον, δεν είναι πάντα το περιεχόμενο – είναι το συναίσθημα πίσω από τα λόγια. Είναι το βλέμμα σου, ο τόνος της φωνής σου, η στάση του σώματός σου, οι ώμοι σου, η απόσταση που κρατάς.

Και ξέρεις κάτι; Οι άνθρωποι δεν θυμούνται πάντα τι τους είπαμε. Θυμούνται, όμως, πώς ένιωσαν όταν τους μιλήσαμε.

Κι αυτό είναι κάτι που μπορούμε να εξασκήσουμε. Να μάθουμε να είμαστε πιο παρόντες. Να ελέγχουμε τον τόνο μας. Να κοιτάμε τον άλλον στα μάτια με ενδιαφέρον, όχι με κριτική. Να ανοίγουμε το σώμα μας αντί να το κλείνουμε. Να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώσει τρυφερότητα, αντί για άμυνα.

Την επόμενη φορά που θα θελήσεις να επικοινωνήσεις κάτι δύσκολο, μην ξεκινήσεις με λέξεις. Πάρε μια ανάσα και αναρωτήσου: «Πώς νιώθω πραγματικά για αυτόν τον άνθρωπο αυτή τη στιγμή;» Η απάντηση θα σε βοηθήσει να ευθυγραμμίσεις τα λόγια σου με την καρδιά σου. Και όταν αυτό συμβαίνει, η επικοινωνία δεν είναι πια κόπος. Γίνεται δρόμος. Γίνεται σχέση. Κι αυτό, καλλιεργείται.

Γιατί επικοινωνία δεν είναι να πείσεις. Είναι να συνδεθείς. Όταν το καταφέρεις αυτό, όλα τα λόγια γίνονται πιο αληθινά, πιο ζωντανά, πιο συνδετικά. 

 Ιουλία Καζάνα-McCarthy

Δρ. Κοινωνιολογίας (University of Surrey, UK)

Πιστοποιημένη Life Coach (International Coaching Federation, ICF)

Solution Focused Θεραπεύτρια (BRIEF)

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης