Σύνταξη-επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Τα αεροπορικά ταξίδια συχνά συνοδεύονται από ενοχλητικά απρόβλεπτα και ένα από τα μεγαλύτερα είναι οι καθυστερήσεις των πτήσεων. Όταν συμβεί, κανείς κάθεται στο σαλόνι αναχωρήσεων – περιμένοντας – απογοητεύεται όλο και περισσότερο και ελέγχει την οθόνη πληροφοριών πτήσης κάθε λεπτό, παρατηρώντας την καθυστέρηση της αναχώρησης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όταν ο πίνακας δείξει τελικά τον αριθμό της πύλης, μπορεί να απέχει 15 λεπτά με τα πόδια. Στη συνέχεια, είναι πιθανό να αντιμετωπίσει μια επιπλέον αναμονή, μέχρι να μπορέσει να επιβιβαστεί και να αναχωρήσει.

Οι καθυστερημένες πτήσεις παραμένουν ένα κοινό πρόβλημα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι το 11% των πτήσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο καθυστέρησαν το δεύτερο τρίμηνο του περασμένου έτους, ενώ το 16% των πτήσεων στις ΗΠΑ απογειώθηκε με καθυστέρηση το 2021, συνολικά. Υπάρχουν συχνά πολλοί λόγοι για τις καθυστερήσεις, και μπορεί να περιλαμβάνουν τα πληρώματα εδάφους που καθυστερούν τον ανεφοδιασμό αεροσκαφών, δυσκολίες του αεροδρομίου να αντιμετωπίσει τον τεράστιο όγκο των επιβατών, καθυστερημένη άφιξη πληρώματος του αεροσκάφους, ή αντίξοες καιρικές συνθήκες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μια στρατηγική για τη μείωση των καθυστερήσεων, είναι η αυξημένη χρήση υψηλής τεχνολογίας παρακολούθησης, προκειμένου να βοηθηθούν τα αεροδρόμια και οι αεροπορικές εταιρείες να λειτουργούν πιο αποτελεσματικά.

Η Intellact, μια ισραηλινή startup, είναι ένας τέτοιος πάροχος. Σύμφωνα με την εταιρεία, οι περισσότερες καθυστερήσεις αναχώρησης εμπίπτουν στον έλεγχο της αεροπορικής εταιρείας και πολλές προέρχονται από τις λεγόμενες υπηρεσίες ανάκαμψης (turnaround ) – όπως ο καθαρισμός του αεροσκάφους, ο ανεφοδιασμός του με καύσιμα και αναλώσιμα, και η εκφόρτωση και φόρτωση των αποσκευών.

Χρησιμοποιώντας τους φορείς εκμετάλλευσης αεροδρομίων και τις υπάρχουσες κάμερες ασφαλείας και παρατήρησης των αεροπορικών εταιρειών, το σύστημα λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης (AI) της IntellAct μπορεί να ανιχνεύσει αυτόματα τις καθυστερήσεις σε αυτές τις υπηρεσίες. Στη συνέχεια, μπορεί να επισημάνει το πρόβλημα στο προσωπικό του αεροδρομίου ή στο πλήρωμα εδάφους και να προτείνει ένα σχέδιο μετριασμού της καθυστέρησης, σε πραγματικό χρόνο. Για παράδειγμα, εάν ένα φορτηγό καυσίμων φτάσει αργά, το IntellAct μπορεί να το εντοπίσει και να προτείνει την «παράλληλη επιβίβαση». Οπότε, οι επιβάτες θα επιβιβάζονται ενώ το αεροσκάφος τροφοδοτείται με καύσιμα – απαιτείται βέβαια να υπάρχει πυροσβεστικό όχημα ως προληπτικό μέτρο ασφαλείας. 

«Η ιδέα προέκυψε ενώ επισκεπτόμουν ένα ευρωπαϊκό αεροδρόμιο που υπέφερε από χαμηλό αριθμό μετακινήσεων (πτήσεων) και ενδιαφερόταν να αυξήσει τον όγκο, και ως εκ τούτου τον αριθμό των επιβατών στο αεροδρόμιο του», λέει ο διευθύνων σύμβουλος της IntellAct, Udi Segall. «Όταν ρώτησα τον επικεφαλής λειτουργίας του αεροδρομίου τι θα χρειαζόταν για να αυξηθεί ο όγκος των πτήσεων, απάντησε ότι εάν το αεροδρόμιο μπορούσε να προσφέρει μικρότερο χρόνο ανάμεσα στις πτήσεις, θα προσέλκυε διεθνείς αεροπορικές εταιρείες», λέει ο Segall. «Ο συντομότερος χρόνος σύνδεσης εξαρτάται πρωτίστως από την αποτελεσματική διαχείριση της διαδικασίας ανάκαμψης », προσθέτει. «Και αυτή είναι η αρχή της ιδέας – να δημιουργηθεί μια λύση βασισμένη σε τεχνητή νοημοσύνη για την παρακολούθηση των υπηρεσιών ανάκαμψης», συμπληρώνει.

Η IntellAct ισχυρίζεται ότι το σύστημά της αξιολογείται επί του παρόντος από ορισμένα αεροδρόμια στην Ευρώπη, την Ασία και τη Μέση Ανατολή και ότι οι προκαταρκτικές δοκιμές που διεξήγαγε ο ισραηλινός αερομεταφορέας El Al στο αεροδρόμιο Ben Gurion της χώρας, έδειξαν ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να μειώσει τους χρόνους ανάκαμψης κατά 15%.

Ωστόσο, η καθηγήτρια Sandra Wachter, ανώτερη ερευνήτρια τεχνητής νοημοσύνης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, φρονεί ότι τέτοια συστήματα παρακολούθησης προσωπικού υψηλής τεχνολογίας στα αεροδρόμια εγείρουν ανησυχίες. «Η παρακολούθηση του πόσο συχνά οι εργαζόμενοι κάνουν διαλείμματα, του πόσο γρήγορα εργάζονται και το να τους παροτρύνεις να εργάζονται όσο το δυνατόν γρηγορότερα, είναι αγχωτικά και απάνθρωπα», λέει. «Στην πραγματικότητα, ένα αγχωτικό εργασιακό περιβάλλον είναι πιο πιθανό να οδηγήσει σε λάθη, παραλείψεις ή ατυχήματα. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό στην εναέρια κυκλοφορία όπου το διακύβευμα είναι τόσο υψηλό», προσθέτει.

Όσον αφορά την ταχύτερη μεταφορά των επιβατών στα αεροδρόμια, ο ειδικός της ταξιδιωτικής βιομηχανίας, Paul Charles CEO της PC Agency, λέει ότι: « Η πανδημία μας έφερε μπροστά κατά περίπου τρία χρόνια όσον αφορά την χρήση της νέας τεχνολογίας που μπορεί να βοηθήσει σε αυτό». Επισημαίνει πώς ο κορωνοϊός έχει κάνει πολλούς από εμάς πιο άνετους στο να χρησιμοποιούμε τα κινητά μας τηλέφωνα όχι μόνο για εισιτήρια, αλλά και για να δείξουμε προσωπικές πληροφορίες.

«Οι αεροπορικές εταιρείες βασίζονται σε περισσότερες εφαρμογές για την εμφάνιση πληροφοριών, όπως πχ από ποια πύλη αναχωρεί η πτήση μας» και προσθέτει ότι οι κυβερνήσεις που απαιτούν απόδειξη της κατάστασης εμβολιασμού έχουν επιταχύνει την υιοθέτηση ψηφιακών πιστοποιητικών σε smartphone, για παράδειγμα. «Ως αποτέλεσμα, οι καταναλωτές φαίνεται να φοβούνται λιγότερο να δείξουν τέτοια ηλεκτρονικά πιστοποιητικά με τα προσωπικά τους στοιχεία, απ’ ό,τι πριν από την πανδημία», συμπληρώνει. Επίσης, προβλέπει ότι αυτό θα επιταχύνει την περαιτέρω υιοθέτηση των κινητών τηλεφώνων, που τελικά θα αντικαταστήσουν τα εθνικά μας διαβατήρια και όχι μόνο τα έγγραφα σχετίζονται με τον κορωνοϊό. «Τα έντυπα πιστοποιητικά θα εξαφανιστούν και τα smartphone μας θα γίνουν τελικά τα διαβατήριά μας. Τα ψηφιακά πιστοποιητικά θα μεταφορτωθούν στο τηλέφωνο μας και οι έξυπνες κάμερες θα «διαβάζουν» το τηλέφωνο καθώς θα περνάμε μπροστά τους», καταλήγει.

Και αν όλα αυτά ακούγονται τρομερά φουτουριστικά και (λίγο) ανησυχητικά, μια αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ έχει ήδη προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα. Από πέρυσι, η Delta δοκιμάζει ένα σχέδιο στα διεθνή αεροδρόμια του Ντιτρόιτ και της Ατλάντα σύμφωνα με το οποίο το πρόσωπό μας θα είναι το διαβατήριό μας, όπως ανέφερε αρχικά το Forbes.

Είναι ανοιχτό σε μέλη του προγράμματος επιβράβευσης SkyMiles της Delta, τα οποία έχουν επίσης εγγραφεί στο πρόγραμμα προελέγχου της Υπηρεσίας Ασφάλειας Μεταφορών των ΗΠΑ (TSA). Σύμφωνα με τη διαδικασία, πρέπει απλώς να κοιτάξει κανείς σε μια οθόνη όταν κάνει check-in, στη συνέχεια αφήνει τις αποσκευές του, περνά από την ασφάλεια και επιβιβάζεται στο αεροσκάφος. Το σύστημα ταυτοποιεί το πρόσωπο του επιβάτη με τη φωτογραφία και τα στοιχεία διαβατηρίου που είναι αποθηκευμένα στο αρχείο της TSA – δεν χρειάζεται να σαρώσει κανείς το φυσικό του διαβατήριο. Πρόκειται για ένα πιο προηγμένο σύστημα αναγνώρισης προσώπου από αυτά που ήδη χρησιμοποιούνται σε πολλά σημεία ελέγχου διαβατηρίων των αεροδρομίων, τα οποία απαιτούν τη σάρωση του φυσικού διαβατηρίου, ώστε το σύστημα να μπορεί να ταιριάξει το πρόσωπό με τη φωτογραφία. 

Η δοκιμή «της εμπειρίας ψηφιακής ταυτότητας» της Delta, πρόκειται να διαρκέσει μέχρι αυτό το καλοκαίρι. Η τεχνολογία αναπτύχθηκε από την εταιρεία τεχνολογίας Pangiam με έδρα τη Βιρτζίνια, η οποία δηλώνει ότι στόχος της είναι να επιτρέψει «εμπειρίες επιβατών χωρίς τριβές από το γκισέ στην πύλη αναχώρησης». 

Ο αντιπρόεδρος σχεδιασμού επώνυμης εμπειρίας της Delta, Byron Merritt, λέει ότι θέλει να κάνει σημαντικά μέρη του ταξιδιού – όπως η ασφάλεια και το check-in – μια απρόσκοπτη εμπειρία. «Καινοτομίες όπως η ψηφιακή ταυτότητα εφαρμόζονται με σκοπό να μετατρέψουν την ταξιδιωτική εμπειρία σε ένα ταξίδι που οι πελάτες μας μπορούν πραγματικά να ανυπομονούν να το ζήσουν».

Ωστόσο, η καθηγήτρια Wachter λέει ότι μια τέτοια τεχνολογία εγείρει σημαντικά ζητήματα απορρήτου που πρέπει να συζητηθούν. «Ο αλγόριθμος ελέγχει γρήγορα το διαβατήριό μας σε μια βάση δεδομένων. Η ύπαρξη μιας βάσης δεδομένων με πολύ λεπτομερείς πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των βιομετρικών δεδομένων, εγκυμονεί κινδύνους. Σε τι χρησιμοποιούνται αυτά τα δεδομένα; ​​Ποιος έχει πρόσβαση σε αυτά; ​​Θα κοινοποιηθούν αυτά τα δεδομένα σε τρίτους; Αξίζει η επιβίβαση σε αεροπλάνο μερικά λεπτά γρηγορότερα, να πληρώνεται με το απόρρητο μας;» καταλήγει.

Πηγή: BBC News

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης