Κηδεύτηκε χτες από το Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Βάσος Μαθιόπουλος (1928-2013). Ανταποκριτής στη Γερμανία από το 1951, διακρίθηκε επί δικτατορίας ως πολιτικός σχολιαστής της Deutsche Welle.

«Η χώρα βρίσκεται πάλι όπως την επομένη της εχθρικής κατοχής στο έτος μηδέν. Επί διεθνούς επιπέδου το γόητρο της Ελλάδος… είναι κατώτερο από το 1897. Τα οικονομικά της μόνο με την περίοδο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή μπορούν να συγκριθούν. Άφωνη στα διεθνή συνέδρια, βουβή σε κάθε εξέλιξη στο βαλκανικό και μεσογειακό χώρο, παράλυτη στην Ευρώπη… Ουδέποτε άλλοτε στη νεώτερη ιστορία της η χώρα είχε χωθεί τόσο βαθιά στο βάραθρο της παρακμής. Παρ’ όλα τα ερείπια, όμως, υπάρχουν οι ρεαλιστικές δυνατότητες για να φτιαχτεί ένα μέλλον, που θα επιτρέψει στον τόπο να πάρει μια θέση που του ανήκει στον κόσμο, και στο λαό να ευημερήσει μέσα στα όρια της δικής του χώρας… Η ανάλογη ευκαιρία, που δόθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χάθηκε τραγικά. Και πέρασαν… χρόνια ολόκληρα, καταστράφηκε μια γενιά για να μπορέσουμε να ξαναβρεθούμε στο ίδιο εκείνο σημείο από όπου θα έπρεπε να είχαμε ξεκινήσει το 1944.»

Η γλώσσα των κεκοιμημένων

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ


Βάσος Μαθιόπουλος, «Εδώ Ντώυτσε Βέλλε» (επιλογή σχολίων 1973-1974), εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1975

Τα λόγια αυτά για τη νοσούσα Ελλάδα δεν είναι κάποια πρόσφατη διάγνωση μέσα στους παφλασμούς της δημοσιονομικής εξαθλίωσης και της ευρωκρίσης. Είναι απόσπασμα από σχόλιο του δημοσιογράφου Βάσου Μαθιόπουλου -που μας άφησε οριστικά την περασμένη εβδομάδα-, το οποίο είχε μεταδοθεί από την Deutsche Welle στα τέλη Ιουλίου του 1974, λίγες μόνο ημέρες μετά την πτώση της χούντας, και μας υπενθυμίζει με τον τρόπο του τη σπειροειδή νομοτέλεια της νεοελληνικής κακοδαιμονίας.

Για μια ακόμα φορά, σήμερα, «ρεαλιστικές δυνατότητες» προκοπής «χάθηκαν τραγικά», όχι έπειτα από κάποια εχθρική κατοχή ούτε έπειτα από κάποια δικτατορία, αλλά μετά τα όσα έκαναν και δεν έκαναν οι άφρονες πολιτικές ηγεσίες του τόπου μετά τη μεταπολίτευση. Το απόσπασμα αυτό μας υπενθυμίζει επίσης την ευκρίνεια του δημοσιογραφικού λόγου εκείνη την εποχή. Φαίνεται παράδοξο, αλλά τόσες δεκαετίες μετά, μέσα στις τόσες επίκαιρες συζητήσεις, θέσεις και αντιθέσεις, στις σοφίες και στους κοασμούς της δημόσιας συζήτησης, η γλώσσα των κεκοιμημένων δημοσιογράφων αποκτά μια απαράμιλλη και απέριττη δύναμη, μας αφυπνίζει με την εγκράτεια και την ευθυβολία της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ήρωας μιας άλλης εποχής


Ο Βάσος Μαθιόπουλος με τον Βίλι Μπραντ

Ο Βάσος Μαθιόπουλος ανήκε για πολλά χρόνια στο επιτελείο του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, προηγουμένως στη δημοσιογραφική ομάδα της αντιδικτατορικής Deutsche Welle, ακόμα παλιότερα, τη δεκαετία του ’50 κιόλας, εν Γερμανία ανταποκριτής της εφημερίδας «Ελευθερία». Οι στενές σχέσεις του με την ηγεσία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας και η προσωπική φιλία του με τον Βίλι Μπραντ βοήθησαν τον αντιδικτατορικό αγώνα. Ήταν ένας παλαίμαχος ευπατρίδης που τα τελευταία χρόνια η λεγόμενη «πιάτσα» δεν καταλάβαινε πλέον απόλυτα τον τρόπο του.

Ωστόσο, ο δικός μας αποχαιρετισμός σήμερα δεν έχει σκοπό να εξαντλήσει τη βιογραφία και εργογραφία του Βάσου Μαθιόπουλου, ο οποίος είχε γίνει με τα χρόνια και σύμβολο ελληνογερμανικής συνεργασίας και φιλίας. Σκοπός μας ήταν να ξαναφέρουμε για λίγο στον νου την αύρα μιας άλλης εποχής, απλούστερης στις συγκρούσεις της από τη σημερινή αλλά όχι και απλοϊκότερης, με ήρωες λιτούς αλλά διανοητικά και ψυχικά όχι λιπόσαρκους. Ένας τέτοιος λιτός ήρωας ήταν και ο Βάσος Μαθιόπουλος.

Πηγή: Deutsche Welle

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης