Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά στο Βελιγράδι τον Ιούνιο του 1989. Τα μηνύματα για τον επερχόμενο πόλεμο κατέφθαναν από όλες τις γωνιές της Γιουγκοσλαβίας. Τότε ακόμη το ομοσπονδιακό πρακτορείο «Τανγιούγκ», μία από τις σημαντικότερες διεθνείς πηγές για τα τεκταινόμενα στο κόσμο, εξακολουθούσε σε πείσμα των καιρών να αντιστέκεται στην επερχόμενη καταστροφή.

Ο ανταποκριτής του πρακτορείου ειδήσεων ήταν από τους ελάχιστους δημοσιογράφους στο Πεκίνο, που «πήρε επάνω του» την υπόθεση της εξέγερσης στην πλατεία Tiananmen. Η Ομοσπονδιακή Τηλεόραση της Γιουγκοσλαβίας αναμετέδιδε εικόνες. Ο δημοσιογράφος περιέγραφε. Ήταν μία από τις συγκλονιστικότερες στιγμές της σύγχρονης Ιστορίας και μία από τις πιο εξαιρετικές στιγμές της Δημοσιογραφίας. Συχνά η φωνή του Γιουγκοσλάβου δημοσιογράφου ράγιζε.

Μία ανεπαίσθητη χροιά συναισθήματος, που ερχόταν σε αντίθεση με την άψογη επαγγελματικά  δημοσιογραφική κάλυψη. Θα έλεγε κανείς πως οι εικόνες που αναμετέδιδε, τα μηνύματα που ελάμβανε από την εξέγερση των χιλιάδων φοιτητών – νέω, απέναντι στην σταλινική βαρβαρότητα, αναμειγνύονταν με τα μαντάτα που κατέφθαναν από την Σοβιετική Ένωση και το Ανατολικό Μπλοκ, αλλά και τα σύννεφα που κάλυπταν την πατρίδα του, την Γιουγκοσλαβία. Ένας κόσμος κατέρρεε, ένας άλλος άγνωστος κόσμος ανέτειλλε και κανείς δεν ήξερε που θα καταλήξει αυτή η κοσμογονία.

Στην Πλατεία της Τιεν Αν Μεν, η καρδιά της Κίνας των νέων ανθρώπων αντέταξε το σώμα της στα Τάνκς της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος. Το video με τον νεαρό να εμποδίζει την προέλαση του τεθωρακισμένου θύμισε σχεδόν καρέ – καρέ τις εικόνες από την εισβολή των Σοβιετικών στην Πράγα το 1968. Η στιγμή εκείνη παρέμεινε επί 20 χρόνια στο μυαλό των ανθρώπων απανταχού της γης ως σύμβολο αντίστασης αλλά και ως παράδειγμα ακατανόητου για τους περισσότερους θάρρους.

Η Κίνα σείστηκε συθέμελα, αλλά για άλλη μία φορά το κράτος απεδείχθη ανθεκτικό και κυρίαρχο. Οι ηγέτες των φοιτητών, οι διανοούμενοι που συνέπραξαν και στήριξαν την εξέγερση, οι απλοί πολίτες που συνέδραμαν τους εξεγερμένους,  όλοι φυλακίστηκαν και διώχθηκαν από το κομματικό apparatus. Η διεθνής κοινότητα έκανε τα στραβά μάτια. Η πολιτική ηγεσία στο Πεκίνο εγκαινίασε το δόγμα του «Μία χώρα – δύο συστήματα».

Είκοσι χρόνια μετά, και η μνήμη τρομοκρατεί ακόμη το κομματικό κατεστημένο στην Απαγορευμένη Πόλη της μεγαλύτερης χώρας στον κόσμο. Μία χώρα, όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν απλώς πολυτέλεια, και όπου το δικαίωμα του εργαζόμενου στο Συνδικαλισμό, στην Ασφάλιση, στο οκτάωρο, στις υπερωρίες , στην ετήσια άδεια ξεκούρασης, -όλα δηλαδή τα αυτονόητα -αποτελούν πολυτέλειες.

Η κυβέρνηση της Κίνας έχει λάβει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να αντιμετωπίσει πιθανές εκδηλώσεις μνήμης για την προ εικοσαετίας βάρβαρη καταστολή της εξέγερσης. Άλλωστε, οι ένοικοι της «Απαγορευμένης Πόλης» έχουν αποδείξει πως γράφουν στα πλαιά τους τα παπούτσια τις ανακοινώσεις των διεθνών οργανισμών προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Με παρεμβάσεις στο Διαδίκτυο, με απαγορεύσεις διακίνησης των ιδεών, με μηχανισμούς καταστολής  που έχουν τύχει επεξεργασίας εδώ και αιώνες στους αυτοκρατορικούς διαδρόμους των Δυναστειών και τις τελευταίες δεκαετίες επί περιόδου του σταλινικού προτύπου.

Τα οικονομικά θαύματα δεν επαρκούν για να αποκρύψουν την καταστολή. Ούτε οι διεθνείς επαφές για να σβήσουν τις μνήμες. Άλλωστε, η Ιστορία έχει τους δικούς της ρυθμούς. Και πάντα εκδικείται.

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης