του Νίκου Βιτσιλάκη

Για πολλούς μοτοσυκλετιστές, ανάμεσά τους και ο γράφων, τα μοντέλα της ΚΤΜ με τον τίτλο Duke είναι οι εκπρόσωποι μιας κατηγορίας όπου η έννοια «οδηγική απόλαυση» βρίσκεται σε προτεραιότητα. Και όπως διαπίστωσα από πρώτο χέρι, το «μικρό» 390 έχει την ικανότητα να φέρει το χαμόγελο στα χείλη ακόμα και αναβατών που θέλουν να το χρησιμοποιούν όλη μέρα κάθε μέρα. Αναβατών που θέλουν κάθε στιγμή να χαίρονται την οδήγηση, είτε μέσα στην πόλη είτε στα στροφιλίκια γύρω από αυτή. Το μοντέλο του 2017 έχει δεχθεί σημαντικές βελτιώσεις, προσφέροντας σχεδίαση α λα Super Duke R και περιφερειακά από ράφια υψηλότερων προδιαγραφών. Κατασκευάζεται στο εργοστάσιο της ΚΤΜ στην Ινδία, προκειμένου να κρατήσει σε προσιτό επίπεδο την τιμή του, οι πωλήσεις του αυξάνονται με αμείωτο ρυθμό χρόνο με το χρόνο και -έτσι όπως το πάει- προβλέπεται να δημιουργήσει μεγαλύτερο πονοκέφαλο στους ανταγωνιστές του. Έχει αλλάξει σχεδίαση, διαθέτει πλουσιότερο εξοπλισμό και έχει ραφιναριστεί σε καίρια σημεία, αποκτώντας περισσότερο χρηστικό χαρακτήρα και -παράλληλα- βελτιώνοντας ακόμα πιο πολύ τα δυναμικά του χαρακτηριστικά. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ


Κιβώτιο και συμπλέκτης; Πούπουλα!​

Οι εμφανείς αλλαγές

Σχεδίαση δια χειρός Kiska, με πολλές αιχμές και ακόμα περισσότερο επιθετική διάθεση. Τα φώτα έχουν γίνει full LED σε φανάρια και φλας, με τεχνολογία DRL σε αυτά της ημέρας, ενώ μια εντυπωσιακή και ευμεγέθης έγχρωμη οθόνη TFT δεσπόζει στη θέση της απερχόμενης LCD. Πέραν του πλήθους πληροφοριών που προσφέρει, μπορεί να αλλάξει ο τρόπος των ενδείξεων κατά βούληση, με το φωτισμό της να εναλλάσσεται αυτόματα και ανάλογα με τις συνθήκες. Η ευκρίνεια και η ευκολία ανάγνωσης είναι σε κορυφαία επίπεδα, ενώ όλες οι λειτουργίες γίνονται μέσω μενού που ελέγχεται από το τιμόνι, στην αριστερή πλευρά του οποίου υπάρχει ένας φωτιζόμενος κέρσορας με τέσσερα μπουτόν. Προαιρετικά μπορεί να τοποθετηθεί το σύστημα «ΚTM My Ride», που δίνει τη δυνατότητα διασύνδεσης με το κινητό τηλέφωνο, την παροχή πληροφοριών μέσα από τον οθόνη, καθώς επίσης και την αναπαραγωγή μουσικών αρχείων! Είναι το πρώτο σύστημα στην κατηγορία που συνδέει το κινητό με την οθόνη μέσω τεχνολογίας Bluetooth, επιτρέποντας επίσης στον αναβάτη να αποδεχτεί ή να απορρίψει εισερχόμενες κλήσεις. Συνεχίζοντας την οπτική παρατήρηση, είναι δύσκολο να καταλάβεις την αλλαγή που έχει γίνει στη θέση οδήγησης, η νέα εργονομία της οποίας τοποθετεί τον αναβάτη σε ελαφρά πιο σκυφτή θέση. Η κάλυψη των προδιαγραφών Euro4 μας φέρνει μια νέα εξάτμιση, το τελικό της οποίας βγαίνει χαμηλά στο πλάϊ και όχι κάτω από τον κινητήρα όπως στο προηγούμενο μοντέλο. Για τον ίδιο λόγο, το γκάζι είναι πλέον ηλεκτρονικό (ride by wire). To ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα παραμένει ως είχε (και καλά κάνει), με ειδοποιό και ευπρόσδεκτη διαφορά το νέο υποπλαίσιο, που πλέον είναι και αφαιρούμενο. Άρα, το κόστος αλλαγής του είναι σημαντικά μικρότερο, αφού στο προηγούμενο μοντέλο απαιτείτο αλλαγή ολόκληρου του πλαισίου/υποπλαισίου σε περίπτωση ζημιάς από πτώση. Μια ακόμα ευπρόσδεκτη αλλαγή είναι αυτή του ρεζερβουάρ, η χωρητικότητα του οποίου μεγάλωσε κατά 2,4 λίτρα, φτάνοντας τα 13,4 συνολικά. Ένα νέο πιρούνι 43mm τεχνολογίας open cartridge, που εξελίχθηκε από την ΚΤΜ σε συνεργασία με την WP, είναι υπαίτιο για μια ακόμα καλύτερη οδική συμπεριφορά στο όριο και, τέλος, το νέο αμορτισέρ διαθέτει τεχνολογία διαχωρισμού αέρα – λαδιού με στόχο τη σωστή λειτουργία ακόμα και σε υψηλές θερμοκρασίες.  

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η αλήθεια στη λεπτομέρεια

Ο μονοκύλινδρος υγρόψυκτος 4Τ κινητήρας έχει χωρητικότητα 373,2 κ.εκ. και αποδίδει 44 ίππους, που έχουν να κινήσουν περίπου 160 κιλά (συν αυτά του αναβάτη). Διαθέτει τετραβάλβιδη κεφαλή, 2 ΕΕΚ και τροφοδοσία μέσω ηλεκτρονικού ψεκασμού. Πριν οδηγήσω το 390, ασχολήθηκα με το μενού της εντυπωσιακής οθόνης, η λειτουργία του οποίου δεν θέλει παρά 2 λεπτά της ώρας για να γίνει απόλυτα κατανοητή. Ξεκινώντας, άμεσα χάρηκα ένα συμπλέκτη πούπουλο και ένα κιβώτιο μαλακό και ακριβές όσο δεν φαντάζεστε. Από την άλλη, η ανάρτηση καταπίνει με ευκολία κάθε κακοτεχνία, ενώ τα φρένα αποδεικνύονται αποτελεσματικά και με καλή αίσθηση. Οι 44 ίπποι κάνουν άμεσα αισθητή την παρουσία τους, είναι εκεί πρόθυμοι από το μηδέν μέχρι βαθιά στο κόκκινο, οι αλλαγές ταχυτήτων γίνονται με τη σκέψη, τέτοιο κιβώτιο δεν συναντάς εύκολα, να φτάνεις δηλαδή στο φανάρι με τελευταία σχέση και να έχεις κουμπώσει τη νεκρά σε χρόνο μηδέν με ανεπαίσθητες απανωτές κινήσεις του αριστερού ποδιού. Βούτυρο; Πούπουλο; Ότι και να πω λίγο είναι! Κάποτε μιλούσαμε όλοι για τα κιβώτια των Honda, τώρα θα μιλάμε για αυτό του μικρού Duke. Μία από τα ίδια και με το συμπλέκτη, όπου το σύστημα υποβοήθησης επιτρέπει τη χρήση ενός δάκτυλου σε κάθε αλλαγή, μερικές φορές σου δίνει την εντύπωση ότι έχει σπάσει η ντίζα, σαν να μην υπάρχει αντίσταση ένα πράγμα! Και μιλάμε για μηχανική λειτουργία και όχι υδραυλική, η εξέλιξη στα συστήματα μετάδοσης έχει ξεφύγει τελικά στις μέρες μας. Πίσω στην οδήγηση και ο Δούκας καταπίνει με χαρακτηριστική ευκολία ότι του αντισταθεί στην κόντρα των φαναριών, ειδικά όταν υπάρχουν και ελιγμοί στη διαδικασία. Λίγο σπρώξιμο του τιμονιού και ο 17ρης μπροστινός τροχός αλλάζει κατευθυντικότητα με τη σκέψη, ανάλαφρα και αέρινα όσο λίγες μοτοσυκλέτες μπορούν, στην κατηγορία και όχι μόνο. Γενικώς η αίσθηση του ανάλαφρου είναι αυτή που κυριαρχεί στην όλη οδήγηση του Duke, καταφέρνοντας να παντρευτεί με τη στιβαρότητα του πλαίσιου σε απόλυτη αρμονία. Σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο, ο κινητήρας διαθέτει πολύ περισσότερο νεύρο στις χαμηλομεσαίες, όντας πιο μεστός και “γεμάτος” στη λειτουργία του. Οι αναρτήσεις με τη σειρά τους, δείχνουν πιο ενδοτικές σε συνθήκες σβέλτης οδήγησης, αυξάνοντας σημαντικά τα περιθώρια της άνεσης. Όσο οι στροφές ανεβαίνουν προς το κόκκινο, η λειτουργία τους γίνεται πιο σφικτή και προσφέρουν κορυφαία πληροφόρηση και συμπεριφορά. Πριν πιάσω το δρόμο για τα βουνά, βγήκα σε εθνική οδό για λίγα χιλιόμετρα και εκεί διαπίστωσα πόσο εύκολα μπορεί να ταξιδεύει το 390 με 140-150 χλμ/ώρα. Ο κινητήρας δεν δείχνει να ζορίζεται ακόμα και βαθιά μέσα στο κόκκινο, μένει μόνον ο αέρας να κοπάσει τις ορμές του αναβάτη. Κραδασμοί και συντονισμοί λάμπουν δια της απουσίας τους, ενώ η θέση οδήγησης αποδεικνύεται απρόσμενα φιλική και βολική. Μετά από 200 χιλιόμετρα συνεχούς οδήγησης δεν συνέλαβα τον εαυτό μου να διαμαρτύρεται για τα μαλακά του μόρια, την πλάτη ή τα χέρια του, όπερ μεταφράζεται σε μελετημένη εργονομία για πολύωρη οδήγηση. Ποιος θα το περίμενε αυτό από μονοκύλινδρη μοτοσυκλέτα επιδόσεων πριν λίγα χρόνια; Οι αυστριακοί έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά σε συνολικό επίπεδο και αυτό το κατάλαβα όταν έστριψα από την εθνική και οι δρόμοι «έσφιξαν». Η ευστροφία του κινητήρα, το σετάρισμα της ανάρτησης και το άκαμπτο πλαίσιο έδωσαν το σύνθημα. Μικρές ευθείες, πολλές στροφές και τα φρένα είχαν πιάσει υπερωρίες. Το 390 που οδήγησα ήταν τελείως άστρωτο, άρα τα τακάκια των φρένων δεν είχαν «στρώσει» και στη βίαιη συμπεριφορά που δέχθηκαν φάνηκε να ζορίζονται. Στην επιστροφή, η λειτουργία τους ήταν καλύτερη, άρα ήταν θέμα χρόνου -και χιλιομέτρων- για να έρθουν στα καλά τους. Με τις σκέψεις αυτές, έφτασα ψηλά στο βουνό, η βροχή και η αλλαγή της θερμοκρασίας δημιούργησαν διαφορετικές συνθήκες, πλην όμως ο ψεκασμός της Bosch δεν έδειξε να επηρεάζεται, κρατώντας σταθερά ψηλά την απόδοση του κινητήρα. Παίρνοντας το δρόμο της επιστροφής, η κατηφόρα έκανε επιτακτικά τα συχνότερα κατεβάσματα, μερικές φορές οριακής μορφής, και εκεί αποδείχθηκε πόσο καλή δουλειά κάνει ο συμπλέκτης ολίσθησης. Δεν υπήρξε έστω και μια φορά που να παρατηρήσω αναπηδήσεις του κινητήριου τροχού, επιτρέποντας την είσοδο μέχρι βαθιά μέσα στη στροφή με τη συνοδεία απανωτών -έως και βίαιων- αλλαγών σχέσεων προς τα κάτω. Μετά ερχόταν ένα ανηφορικό σημείο, όπου μια-δυό φορές ξεγελάστηκα μέσα στη φούρια μου με λάθος σχέση στο κιβώτιο. Αρκούσε όμως ένα τσίμπημα του συμπλέκτη για να επανέρθουν τα πράγματα στην επιθυμητή κατάσταση και να επανακτήσω απόθεμα ισχύος και ευστροφία ικανά να σώσουν την κατάσταση. 

​Μια μοτοσυκλέτα που κάνει ευχάριστη την καθημερινότητα..

Στο δια ταύτα

Νομίζω ότι τα έγραψα όλα παραπάνω. Η ΚΤΜ κατάφερε να μεταμορφώσει εξωτερικά και εσωτερικά το 390 και να του προσδώσει δυναμικά χαρακτηριστικά χωρίς θυσίες σε άνεση και ποιότητα. Ταυτόχρονα, το έκανε πιο χρηστικό και το εξόπλισε με καλούδια ουσίας και όχι εντυπώσεων. Στα 5.690€ που κοστίζει, δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο για να πάρει τη θέση του.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης