Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι υπεύθυνοι για τον θάνατο 25χρονης εγκύου και ήδη μητέρας δύο ανηλίκων παιδιών (3,5 ετών και πέντε μηνών) είναι ο μαιευτήρας και ο αναισθησιολόγος, οι οποίοι προχώρησαν στην τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης την 8η εβδομάδα. Ως εκ τούτου κρίθηκαν υπόχρεοι για την καταβολή αποζημίωσης ύψους 320.000 ευρώ για ψυχική οδύνη των συγγενών της.

Στη Δικαιοσύνη είχαν προσφύγει ο σύζυγος, τα δύο ανήλικα παιδιά, οι γονείς, η αδελφή και η νύφη της 25χρονης και ζητούσαν από τους εν λόγω γιατρούς αποζημίωση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από τον θάνατο της γυναίκας.

Το Εφετείο Θράκης (απόφαση 458/2007) είχε κρίνει ότι ευθύνη για τον θάνατο της γυναίκας είχε μόνο ο μαιευτήρας, ενώ ο Άρειος Πάγος αποφάσισε ότι συνυπεύθυνοι είναι και οι δύο γιατροί.

Ακόμη, ο Άρειος Πάγος ανέπεμψε και πάλι την υπόθεση στο Εφετείο Θράκης, προκειμένου να διευκρινίσει το ύψος της αποζημίωσης του συζύγου, καθώς διεκδικεί και επιπλέον ποσά.

Ειδικότερα, τον Φεβρουάριο του 2001, η άτυχη γυναίκα, η οποία κατοικούσε στη Δράμα, ζήτησε από γιατρό μαιευτήρα – χειρουργό που είχε ιδιωτικό ιατρείο, την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης της.

Η 25χρονη επισκέφθηκε το ιατρείο του, το οποίο, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, δεν πληρούσε τις προδιαγραφές λειτουργίας οργανωμένης νοσηλευτικής μονάδας, όπως προβλέπει η σχετική νομοθεσία.

Πριν από την έναρξη της επέμβασης, ο αναισθησιολόγος χορήγησε στην 25χρονη παρατεταμένη νάρκωση, χωρίς όμως παράλληλα να προετοιμάσει την απαιτούμενη αγωγή για το ενδεχόμενο μετεγχειρητικής επιπλοκής.

Όπως αναφέρεται στην αρεοπαγιτική απόφαση, κατά την επέμβαση, από αμέλεια του μαιευτήρα, επήλθε «τρώση του τοιχώματος της μήτρας», με συνέπεια η έγκυος να υποστεί εσωτερική αιμορραγία.

Στη συνέχεια, προκλήθηκαν στην έγκυο βήχας και άπνοια και ακολούθησε πτερυγομαρμαρυγή, ενώ έπεφτε συνεχώς ο αριθμός των σφυγμών της.

Από τον χειρουργό τα συμπτώματα αυτά, τα οποία συνεχώς επιδεινώνονταν, αξιολογήθηκαν εσφαλμένα ότι οφείλονται σε καρδιακό επεισόδιο και ζητήθηκε η βοήθεια καρδιολόγου.

Όπως αναφέρουν οι αρεοπαγίτες, ούτε ο αναισθησιολόγος ήταν σε θέση «να διατηρήσει τις ζωτικές λειτουργίες του οργανισμού της εγκύου», καθώς η επέμβαση έγινε στο ιδιωτικό ιατρείο, στο οποίο δεν υπήρχε η αναγκαία υποδομή (μηχανήματα, νοσηλευτικό προσωπικό, αίμα, κ.λπ.), και ως εκ τούτου η έγκυος δεν μπορούσε να ανανήψει.

Στη συνέχεια, οι δύο γιατροί την μετέφεραν σε «κατάσταση κλινικώς νεκρού ατόμου» στο Γενικό Νοσοκομείο Δράμας, όπου διαπιστώθηκε και επίσημα ο θάνατός της.

Σύμφωνα με το ιατροδικαστικό πόρισμα, ο θάνατος της 25χρονης οφείλεται σε «υπογαιμικό σοκ», ενώ διαπιστώθηκαν «τρώση του τοιχώματος του σώματος της μήτρας» και «υπεραιμία του περιτοναίου».

Για τον αναισθησιολόγο κρίθηκε ότι χορήγησε αναισθησιολογικές ουσίες που επέφεραν παρατεταμένη νάρκωση, χωρίς να προετοιμάσει την απαιτούμενη αγωγή για το ενδεχόμενο της μετεγχειρητικής επιπλοκής.

Πηγή: ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης