Με έφαγε ο κολλητός μου ο Κώστας. Στην αρχή το χειρίστηκε διπλωματικά το θέμα. Ξεκίνησε τα γνωστά ανδρικά κόλπα, «Τι κάνει η φίλη σου, πώς την είπαμε που πίνατε καφέ στον Da Capo;» Απόρησα, ποια να εννοούσε, «Ποια λες;». Μου έκλεισε το μάτι συνωμοτικά, «Ξέρεις τώρα… Εκείνη την ξανθιά, Κατερίνα;»
«Ναι, τι συμβαίνει με το Κατερινάκι;», ρωτάω δήθεν αδιάφορα. «Καλή κοπέλα, ε; Την ξέρεις καιρό;». Πανομοιότυπη απάντηση από μεριά μου. «Και πώς και δεν μου την έχεις γνωρίσει; Από Αθήνα;». Η συζήτηση είχε κάνει όχι κοιλιά, αλλά προκοίλι.
«Ναι, τι θέλεις να μάθεις γιατί θα σταματήσουν να διαβάζουν το κείμενο οι αναγνώστες…», τον διέκοψα. «Να μου την γνωρίσεις αν είναι μόνη της και…», κόμπιασε να το πει ο Ροδόλφο Βαλεντίνο, «και… της αρέσω!»
Μάλιστα μπήκα στον νόημα. Χαζή δεν ήμουν. Ο φίλος μου έβλεπε πεταλούδες πράσινες, κόκκινες και κίτρινες, όποτε αντίκριζε την ξανθιά φίλη μου. Μετά συνέχισε τον πολιορκητικό κλοιό, «Έχω κλείσει και τραπέζι παραλιακή, κάνει opening το MAO. Ο ιδιοκτήτης είναι φιλαράκι από τα παλιά και μπλα μπλα μπλα…» Φτάνουμε στο ζουμί: «Δεν παίρνεις την Κατερίνα να έρθετε;»
Πες το μας ότι εκεί ήθελες να καταλήξεις. Εντάξει εμείς θα έρθουμε, αλλά εσύ θα έχεις μαζέψει πάλι όλα τα τερατάκια σου για να κάνεις το γαμπρό; Απλώς σκεφτόμουν δεν του το είπα.
Ήρθε να μας πάρει κιόλας ο κύριος με τον αυτοκίνητό του, για να μην κουραστούμε από την οδήγηση. Βλέπεις είχε σχέδια για όλη τη βραδιά. Πάλι είχα υποκύψει και είχα γίνει η Γεωργία Βασιλειάδου με τα προξενιά της. Σωστή πλύση εγκεφάλου είχα κάνει στο κοριτσάκι. «Είναι καλό παιδί και άξιο παλικάρι, από καλή οικογένεια και έχει και τον τρόπο του. Φλογερός εραστής, οι Λατίνοι μπροστά του δεν πιάνουν δεκάρα! Άσε που έχει και κότερο… Πάμε μια βόλτα;», μάλλιασε η γλώσσα μου.
Κώστας Βουτσάς είχα γίνει και περίμενα την μνημειώδη ατάκα της Βλαχοπούλου, «Άλλη μια φορά αν πεις ότι έχει και κότερο… Θα στο δώσω να το φας κ. Ράμογλου.»
Πήγαμε στο club. Η δουλειά είχε γίνει. Όλα τέλεια. Η δική μου είχε ήδη αρχίσει να αποκαλύπτει «τα μυστικά της κρεβατοκάμαρας». Γι’ αυτό και κάποια στιγμή στο ναδίρ του κεφιού τους, γιατί εγώ με τα τέρατα τι κέφι να είχα, μας καληνύχτισαν.

Κλακέτα, ΣΚΗΝΗ 1η Πάμε:
Σουίτα με θέα στη θάλασσα, σαμπάνιες, φράουλες, «αισθησιακές ταινίες» όλα προμήνυαν ότι είχε έρθει η μεγάλη στιγμή.
Φιλιά καυτά, κορμιά ενωμένα και αναμμένα σαν κεριά… Πάθος, πόθος και… Τι έγινε, ρε παιδιά; Πέσαμε, πέσαμε μούτσο… Για να μην το παραφράσω.
Εκδοχή 1η:
Σαπουνόπερα με τις γνωστές Φωσκολικές κλισαδούρες.

«Η ΚΑΜΨΗ»
Ύφος Γιάγκου Δράκου, τόνος φωνής του σίγουρου άνδρα, «Δεν ξέρω πως μου συνέβη αυτό…»
Βίρνα: «Ξέρω, ξέρω δεν σου έχει ξανασυμβεί ποτέ αυτό. Είναι η πρώτη φορά. Δεν πειράζει».
Εκδοχή 2η: Μια ελληνική ταινία για κάθε πουλάκι ξένο ξενιτεμένο με τον δελικανή της φτωχολογιάς.

«ΜΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΣΤΟ ΧΩΜΑ»:
Με ύφος Ξανθόπουλου, «Κατερινάκι, δεν ξέρω τι έγινε… Έλα να ξαναπροσπαθήσουμε, για την φουκαριάρα τη μάνα μου».
Εκδοχή 3η:
«Ο ΓΙΓΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ»
Εκείνη με το αφελές ύφος της Δέσποινας Στυλιανοπούλου που καθαρίζει κρεμμύδια προς τον «Γίγα»: «Σάματις έχεις και τίποτα που να λειτουργεί σωστά πάνω σου; Όλα σε πτώση είναι…»

Εκδοχή 3η:
«ΚΑΤΙ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΑ ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ»
Χλιμίντρισμα από Λάμπρο Κωνσταντάρα και μόνο αυτό!
Όταν είναι, όμως, πρόκειται για αληθινή ζωή, τι κάνεις; Γελάς από αμηχανία. Προσπαθείς ξανά. Αυτό έκαναν και οι φίλοι μου. Έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στον έρωτα…

Κλακέτα, ΣΚΗΝΗ 2η Πάμε:
Συναντήθηκαν μετά από μέρες στις έξι, ντύθηκαν σέξυ και το έργο επαναλήφθηκε. Άλλο σκηνικό, πιο λιτό. Θέα πάλι προς τη θάλασσα, αυτή τη φορά μέσα στο αυτοκίνητο. Την άνετη Mercedes του. Καθίσματα πίσω, κορμιά μπροστά, φιλιά καυτά και η απουσία ήρθε πάλι στην παρέα… «Η πτώση της αυτοκρατορίας του Κώστα». Επρόκειτο για φουκοθαλασσιές που δεν κρατούσαν τις 9 ½ εβδομάδες, του Μικυ Ρούρκ και της Κιμ Μπάσινγκερ, αλλά 9 ½ δευτερόλεπτα! Κεραυνοβολήθηκαν από αντιδράσεις.
Αντίδραση Νο1: Η ΧΥΜΑ
«Τι έγινε πάλι και δεν σου έκανε κούκου; Τι θα γίνει με εσένα; Τζάμπα γδύνομαι.» ή «Έχω κι άλλο πελάτη. Εμπρός, ντύσου και φύγε!», με ψυχρό ύφος. Άφωνος ο κύριος.
Αντίδραση Νο2: Ο ΑΝΕΤΟΣ
«Είναι που είχα πολλή δουλειά σήμερα. Είμαι και λίγο ξενυχτισμένος γιατί χθες ήπιαμε και γίναμε κουδούνι!»
«Α, δηλαδή εκτός από τζούφιος είσαι και αλκοολικός!», η κυρία.
Αντίδραση Νο3: Η ΣΥΜΠΟΝΕΤΙΚΗ
«Μάλλον φταίω εγώ. Κάτι δεν κάνω σωστά.»
«Ήθελα να σου το πω, αλλά είναι που μυρίζει και το στόμα σου, Σκορδαλιά έφαγες;», για να την κάνει ακόμη περισσότερο λιώμα.
Αλλά μηδέ ο Κώστας άλλαξε μηδέ το Κατερινιώ έβαλε μυαλό. Σκπέφτηκαν τρίτη και η φαρμακερή.

Κλακέτα, ΣΚΗΝΗ 3η Πάμε:
Σπίτι της. Χτυπά το κουδούνι. Ξεκινούν από την πόρτα. Η έξαψη μεγάλη μέχρι που… Που τους πρόδωσε πάλι…το μάγκνουμ, φανταστικέ τροχονόμε!
Δεν άντεξε τον άφησε με το… μπουφάν του στο χέρι και του έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα, αφού δεν μπορούσε να φύγει από το ίδιο της το σπίτι.
Δεν ήθελαν να ακούσουν ο ένας για τον άλλον. Η εξήγηση άγνωστη. Η Κατερίνα σκεφτόταν πως και μπουκαλάκι με Viagra να κατέβαζε ο Κώστας δεν θα υπήρχε άνοδος του Down Jones. Με τέτοια οικονομική κρίση, αποκλείεται.
Τα μύδια και τα θαλασσινά αν και αφροδισιακά, για τον Κώστα θα ήταν σαν φασολάδα με ρέγγα. Δεν υπήρχε επιστροφή. Τζάμπα προσπάθεια. Η πτώση του «στύλου» του Κώστα ήταν οριστική, σαν το τείχος του Βερολίνου. Είχε αποκεφαλιστεί ο Κωστάκης junior.
Φυσικά όλα αυτά δεν θα έφτανα ποτέ στα αυτιά μου αν η μοίρα δεν μας έπαιζε ένα παιχνίδι. Κλεινόμασταν όλοι μαζί στο ασανσέρ της πολυκατοικίας μου, επειδή είχε πέσει πάλι…ο διακόπτης του ρεύματος -που πήγε το μυαλό σας πονηρούλες;
Τότε ξεστόμισα, άθελα μου, κάτι για να ξεσπάσουν αμφότεροι, «Παιδιά μην πανικοβάλλεστε, ό,τι πέφτει, σηκώνεται…», υπονοώντας τον διακόπτη πάντα! Για να μου απαντήσουν με ένα στόμα και μια φωνή, «Αυτά στο/η φίλο/η σου πέστα».

