Σύνταξη – Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται, μια μακροχρόνια διαμάχη μεταξύ Ρωσίας και Ηνωμένων Πολιτειών για τον κυβερνοχώρο χειροτερεύει, με έναν κορυφαίο Ρώσο διπλωμάτη να προειδοποιεί για «καταστροφικές» συνέπειες εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες ή οι σύμμαχοί τους «προκαλέσουν» τη Ρωσία με μια κυβερνοεπίθεση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο «χώρος πληροφοριών», όπως θέλει να τον αποκαλεί το Κρεμλίνο, υπήρξε ένας τομέας αυξανόμενης σύγκρουσης ΗΠΑ – Ρωσίας, όχι μόνο λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και των επιθέσεων χάκερ της Ρωσίας κατά των προεδρικών εκστρατειών, το 2016 και το 2020, καθώς και των εκλογών του Κογκρέσου το 2018. Οι δύο χώρες φαινόταν για λίγο να συνεργάζονται για θέσπιση κοινών κανόνων για τον κυβερνοχώρο πέρυσι, αλλά αυτή η συνεργασία έχει πλέον διαρραγεί.

Ο Andrei Krutskikh, κορυφαίος εμπειρογνώμονας στον κυβερνοχώρο στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών, κατηγόρησε, σε πρόσφατη συνέντευξή του στη ρωσική εφημερίδα Kommersant, τις Ηνωμένες Πολιτείες πως φέρεται να «εξαπέλυσαν κυβερνοεπίθεση εναντίον της Ρωσίας και των συμμάχων της». Υποστήριξε επίσης, ότι η Ουάσιγκτον χρησιμοποιεί τον Ουκρανό Πρόεδρο Volodymyr Zelenski – «και τον στρατό πληροφορικής που δημιούργησε για να πραγματοποιήσει επιθέσεις εναντίον της χώρας μας» –  ως πολιορκητικό κριό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Krutskikh συνέχισε δυσοίωνα: «Δεν συνιστούμε στις Ηνωμένες Πολιτείες να προκαλέσουν τη Ρωσία σε αντίποινα. Σίγουρα θα ακολουθήσει απάντηση η οποία θα είναι σταθερή και αποφασιστική». Ωστόσο, η έκβαση αυτής της «αναστάτωσης» θα μπορούσε να είναι καταστροφική, γιατί «δεν θα υπάρξουν νικητές σε μια άμεση σύγκρουση κρατών στον κυβερνοχώρο», ολοκλήρωσε.

Για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του Krutskikh ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιτεθεί σε ρωσικούς στόχους στον κυβερνοχώρο, η Kommersant επικαλέστηκε ένα σχόλιο της 1ης Ιουνίου του στρατηγού Paul Nacasone, επικεφαλής της Διοίκησης Κυβερνοχώρου των ΗΠΑ. Μιλώντας για την Ουκρανία κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στην Εσθονία, ο Nacasone είπε στο Sky News: «Έχουμε πραγματοποιήσει μια σειρά επιχειρήσεων σε όλο το φάσμα: επιθετικές, αμυντικές, καθώς και επιχειρήσεις στον χώρο της πληροφόρησης». Κανένας εκπρόσωπος της Διοίκησης Κυβερνοχώρου δεν έκανε σχόλιο ενώ ανώτερος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είπε ότι οι ισχυρισμοί του Krutskikh δεν ήταν «τίποτα καινούργιο» και ότι αποτελούν «ανανέωση» προηγούμενων δηλώσεων.

Η κυβέρνηση Biden από την πλευρά της, κατηγόρησε τη Ρωσία τον περασμένο μήνα ότι διεξάγει «κακόβουλη διαδικτυακή δραστηριότητα» κατά της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης μιας επίθεσης σε εμπορικό δίκτυο δορυφορικών επικοινωνιών που κατέστρεψε συστήματα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ καταδίκασε την παρέμβαση της Ρωσίας στον κυβερνοχώρο, αλλά ανώτερος αξιωματούχος είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν δει ακόμα τις «τεράστιες επιθέσεις» που κάποιοι περίμεναν, ίσως επειδή οι Ρώσοι «δεν θέλουν πόλεμο σε δύο μέτωπα».

Ο Krutskikh υποστήριξε ότι ένα «πάγωμα» από την κυβέρνηση Biden στην ανάπτυξη μιας κοινής προσέγγισης για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, είχε αντιστρέψει την πρόοδο που σημειώθηκε πέρυσι στα Ηνωμένα Έθνη. Αμερικανοί και Ρώσοι αξιωματούχοι είχαν εγκρίνει ένα κοινό ψήφισμα του ΟΗΕ τον Οκτώβριο που σκιαγραφούσε ένα πλαίσιο για τη συζήτηση θεμάτων κυβερνοασφάλειας. Ο Krutskikh την αποκάλεσε «ιστορική στιγμή». Αλλά εκείνη την εποχή, οι Ρώσοι προετοίμαζαν ήδη την εισβολή τους στην Ουκρανία, η οποία ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου. Παρόλα αυτά, η επαφή μεταξύ των δύο χωρών για θέματα κυβερνοχώρου συνεχίστηκε, με δύο συναντήσεις τον Δεκέμβριο και μια άλλη προγραμματισμένη για τον Ιούλιο, πρόσθεσε ο ανώτερος αξιωματούχος.

Ο επικεφαλής του κυβερνοχώρου του Κρεμλίνου δήλωσε πρόσφατα ότι η Ρωσία είναι ακόμη έτοιμη να διαπραγματευτεί «κατάλληλες νομικές συμφωνίες με όλα τα κράτη που αξιολογούν νηφάλια την απειλή του κυβερνοπολέμου». Όμως την ίδια μέρα, η Ρωσία συμπεριέλαβε τον Michele Markoff, συντονιστή κυβερνοασφάλειας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το κύριο κανάλι επαφής με τον Krutskikh, σε μια νέα λίστα κυρώσεων τα οποία απαγορεύουν ταξίδια στη Ρωσία.

Η άποψη της Ρωσίας για το Διαδίκτυο είναι θεμελιωδώς διαφορετική από αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών, δήλωσε ο ανώτερος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κατά τη διάρκεια συνέντευξης του. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν ένα ανοιχτό, ελεύθερο και διαλειτουργικό σύστημα, η Ρωσία θέλει «ένα Διαδίκτυο με κυρίαρχα σύνορα», όπου μπορεί να καταστείλει τον λόγο που δεν της αρέσει.

Η εμμονή της Ρωσίας με τον κυβερνοχώρο αντανακλά εν μέρει την άποψη της Μόσχας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ελέγχουν το Διαδίκτυο και την διακυβέρνησή του. Ένας αγαπημένος ρωσικός στόχος είναι μια ομάδα εμπειρογνωμόνων γνωστή ως ICANN, η οποία επιβλέπει το σύστημα ονομάτων τομέα του Διαδικτύου. Ο ICANN λειτουργούσε με βάση σύμβαση του Υπουργείου Εμπορίου, αλλά έγινε πλήρως ανεξάρτητος από το 2016. Πρόσφατα, η ομάδα δημοσίευσε μια σύνοψη των προσπαθειών της Ρωσίας να ξαναγράψει τους κανόνες του Διαδικτύου, μέσω των Ηνωμένων Εθνών ή άλλων διεθνών ρυθμιστικών φορέων που επιδιώκει να ελέγξει. Από τον Πρόεδρο Vladimir Putin και κάτω, οι Ρώσοι που αναφέρονται στην έκθεση του ICANN δυσανασχετούν για την ψηφιακή κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ – Ρωσίας για τον κυβερνοχώρο θα ενταθεί στις εκλογές του Σεπτεμβρίου για την ανάδειξη νέου γενικού γραμματέα της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών, μιας υπηρεσίας του ΟΗΕ που θα μπορούσε θεωρητικά, να αναλάβει τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου. Δύο κορυφαίοι υποψήφιοι είναι η Doreen Bogdan – Martin, Αμερικανίδα που διευθύνει σήμερα ένα από τα γραφεία της ITU και ο Rashid Ismailov, Ρώσος που έχει εργαστεί στο υπουργείο Επικοινωνιών της χώρας του και στην Huawei, Nokia και άλλες εταιρείες.

Η διαδικτυακή αντιπαράθεση είναι μια μικρογραφία της μεγαλύτερης αντιπαράθεσης της Ρωσίας με τη Δύση. Η Ρωσία λαχταρά να αναγνωριστεί ως μεγάλη δύναμη και παγκόσμιος καθοριστής προτύπων. Αλλά, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, ο Putin αισθάνεται όλο και πιο απομονωμένος απο τους εχθρούς του. Κόβει τις σχέσεις της Ρωσίας με τον κόσμο, παρόλο που επιδιώκει να κυριαρχήσει στον κυβερνοχώρο. Ο υπολογιστής του κολλάει και προς το παρόν τουλάχιστον, δεν φαίνεται να ξέρει πώς να κάνει επανεκκίνηση.

Πηγή: The Washington Post

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης