Ο Αντερς Μπέρινγκ Μπράιβικ κατέθεσε αυτή την εβδομάδα στις Αρχές ότι «είχε τηλεφωνήσει στην Αστυνομία πολύ πριν από τη σύλληψή του». Συγκεκριμένα, τόνισε ότι «κάλεσε δέκα φορές, αλλά μόνο δύο μπόρεσε να συνδεθεί», δήλωσε ο Λίπεσταντ στην εφημερίδα Aftenposten.

«Ο Μπράιβικ ήθελε να παραδοθεί και χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη (παραδοθεί) ζητώντας από την Αστυνομία να επιβεβαιώσει αν δέχεται το αίτημά του», σημείωσε.

Τα τηλεφωνήματα πραγματοποιήθηκαν από το νησί Ουτόγια, εκεί όπου ο Μπράιβικ πραγματοποίησε τη δεύτερη επίθεσή του με στόχο την κατασκήνωση της νεολαίας του Εργατικού Κόμματος. Αναμένοντας την Αστυνομία να επιστρέψει το τηλεφώνημά του, ο Μπράιβικ σταμάτησε να πυροβολεί, κάτι που επιβεβαιώνεται και από μαρτυρίες επιζησάντων της επίθεσης.

«Σκέφτηκε να αυτοκτονήσει ή να συνεχίσει με αυτό που αποκάλεσε επιχείρησή του και τελικά αποφάσισε να συνεχίσει μέχρι που έφτασε η Αστυνομία. Τηλεφώνησε στην Αστυνομία για να διασφαλίσει ότι δεν θα πυροβολήσουν εναντίον του», πρόσθεσε ο Λίπεσταντ.

Η Αστυνομία ανακοίνωσε νωρίτερα ότι έχει στη διάθεσή της ηχητικό υλικό με καταγεγραμμένο τηλεφώνημα του Μπράιβικ, αλλά δεν μπορεί να επιβεβαιώσει ότι έκανε κι άλλα τηλεφωνήματα, είπε εκπρόσωπος του Σώματος στην Aftenposten.
Η νορβηγική κυβέρνηση πραγματοποιεί σήμερα την εβδομαδιαία της σύσκεψη και σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης είναι πιθανό να ανακοινώσει τη σύνθεση ανεξάρτητης επιτροπής επιφορτισμένης με την έρευνα για τα γεγονότα της 22ης Ιουλίου και τον τρόπο αντίδρασης της αστυνομίας και άλλων αρχών.
Ένα από τα θέματα που θα εξεταστούν είναι αν θα μπορούσαν να έχουν σωθεί ζωές αν έφταναν στον τόπο της επίθεσης, νωρίτερα οι ειδικές αστυνομικές δυνάμεις που εστάλησαν από το Όσλο. Λέγεται ότι η Αστυνομία θα μπορούσε να έχει δέσει το σκάφος της πιο κοντά στο νησί ή να έχει χρησιμοποιήσει ελικόπτερο.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης