Μου φαίνεται πολύ θετικό να παρατηρώ πώς έχει εξελιχθεί η συλλογική μας σχέση με την ψυχική υγεία τις τελευταίες δεκαετίες.Όσο βρισκόμουν στο σχολείο και αντιμετώπιζα τις δικές μου δυσκολίες στην εφηβεία, η ψυχική υγεία στην Ελλάδα αντιμετωπιζόταν σχεδόν με καχυποψία. Ότι είσαι αδύναμος και χρειάζεσαι διόρθωση. Επικρατούσε η ιδέα ότι «αν πας σε ψυχολόγο, κάτι σοβαρό έχεις», λες και η φροντίδα της ψυχής ήταν μόνο για τους «άλλους». Ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια αυτή η νοοτροπία άρχισε να αλλάζει.Και αυτό είναι ελπιδοφόρο. Είναι πρόοδος.
Η επιρροή από το εξωτερικό, αλλά και οι φωνές ανθρώπων που τόλμησαν να μιλήσουν δημόσια για τις δυσκολίες τους, βοήθησαν στο να αποδομηθεί το στίγμα. Σήμερα, ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι δίνουν προτεραιότητα στην ψυχική τους ισορροπία, όπως κάνουν με το σώμα τους. Κι αυτό είναι τεράστια πρόοδος. Δείχνει ότι έχουμε αρχίσει να καταλαβαίνουμε πως η φροντίδα της ψυχής δεν είναι πολυτέλεια, αλλά βασική ανάγκη.
Δεν μπορούμε, όμως, να μιλάμε για ψυχική υγεία στην Ελλάδα χωρίς να αναγνωρίσουμε το βάρος που άφησε – και συνεχίζει να αφήνει – η δεκαετής και πλέον οικονομική κρίση. Η ύφεση δεν επηρέασε μόνο τους τραπεζικούς λογαριασμούς, αλλά και την ψυχολογική αντοχή ενός ολόκληρου λαού. Όταν χάνεις τη δουλειά σου, την ασφάλεια, την αξιοπρέπειά σου, αρχίζεις να αμφισβητείς τον εαυτό σου. Ο κόσμος ένιωσε ντροπή, ματαίωση, και το χειρότερο όλων, απελπισία. Για πολλούς ανθρώπους, το να ζητήσουν ψυχολογική βοήθεια δεν ήταν απλώς ταμπού – ήταν και οικονομικά ανέφικτο.
Μέσα σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια, είδαμε αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης, αυτοκτονιών, ενδοοικογενειακής βίας. Και όμως, μέσα από την κρίση αναδύθηκε και κάτι άλλο: μια νέα, πιο συνειδητή σχέση με την έννοια της ψυχικής ανθεκτικότητας. Οι άνθρωποι άρχισαν να μιλούν πιο ανοιχτά για τον πόνο τους, να ψάχνουν τρόπους να σταθούν ξανά στα πόδια τους, να βρουν φως μέσα στο σκοτάδι. Η κρίση μας πλήγωσε, μας τραυμάτισε πολύ βαριά, αλλά μας ανάγκασε να επαναπροσδιορίσουμε τι έχει αξία: οι σχέσεις μας, η υγεία μας, η αξιοπρέπειά μας. Και ναι – η αγάπη.
Αν υπάρχει κάτι που με ανησυχεί σήμερα, είναι ότι ενώ μιλάμε περισσότερο για την ψυχική υγεία, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι την προστατεύουμε. Οι ρυθμοί ζωής, τα socialmedia και η διαρκής σύγκριση με τους άλλους, μας κάνουν να νιώθουμε ανεπαρκείς. Κι αυτό, γιατί κοιτάμε τα επιλεγμένα highlights της ζωής των άλλων και τα συγκρίνουμε με τα πιο σκοτεινά μας σημεία. Αυτή η καθημερινή σύγκριση μας εξαντλεί ψυχικά. Ρίχνει την αυτοεκτίμησή μας, πυροδοτεί άγχος και οδηγεί σε καταθλίψεις.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι ο ασταμάτητος και συχνά τρομολαγνικός κύκλος των ειδήσεων. Δεν ξέρω για σένα, αλλά προσωπικά δεν έχω δει σε καμία άλλη χώρα του κόσμου να παρουσιάζονται ειδήσεις με μια τόσο τρομακτική μουσική επένδυση από πίσω. Ούτε καν στην Αμερική, που εκεί σίγουρα δεν θέλεις να σε πιάσουν οι δημοσιογράφοι στο στόμα τους! Κι αν αυτό δεν σε τρομάζει αρκετά, τώρα ο δημοσιογράφος μπαίνει ο ίδιος μέσα στο εικονικό δικαστήριο ή τη φυλακή όπου ο θύτης αξίζει να βρίσκεται, κρύβεται πίσω από virtualθάμνους για να αποφύγειτον φονιά, αναμετριέται με θεούς και δαίμονες για να βεβαιωθεί ότι τα κατάλαβες όλα. Δεν θυμάμαι άλλη εποχή όπου ο θυμός, ο φόβος και η πόλωση να ήταν τόσο έντονα. Οι πολιτικές μας πεποιθήσεις έχουν γίνει τόσο ακραίες, που συχνά καταλήγουν να πληγώνουν, να περιθωριοποιούν ή να ακυρώνουν ολόκληρες ομάδες ανθρώπων. Ζούμε μέσα σε μια κοινωνική ένταση που οδηγεί σε βία, διχασμό, απογοήτευση. Και ως επαγγελματίας ψυχικής υγείας, δεν μπορώ παρά να νιώθω βαθιά θλίψη.
Και όμως, υπάρχει ελπίδα.
Ξέρω πως ίσως ακουστεί απλοϊκό, αλλά πιστεύω με όλη μου την καρδιά ότι το μόνο πραγματικό φάρμακο είναι η αγάπη.
Η αγάπη που φροντίζει. Η αγάπη που σέβεται τις διαφορές. Η αγάπη που συνδέει ανθρώπους, ακόμη κι όταν διαφωνούν. Η αγάπη που δίνει χώρο στον άλλον να είναι αυτό που είναι. Αυτός είναι ο δρόμος της θεραπείας – προσωπικά και συλλογικά.
Η αγάπη είναι η πιο υποτιμημένη θεραπεία. Και δεν εννοώ μόνο τη ρομαντική, αλλά την αγάπη ως στάση: προς τον εαυτό μας, τους άλλους, τη ζωή. Αν αρχίσουμε να αγαπάμε λίγο περισσότερο, να νοιαζόμαστε λίγο πιο συνειδητά, να ακούμε ο ένας τον άλλον, να βλέπουμε τον διπλανό μας ως άνθρωπο και όχι ως απειλή, τότε η ψυχική μας υγεία – και η κοινωνία μας – μπορεί να ανθίσει ξανά.
Ιουλία Καζάνα-McCarthy
Δρ. Κοινωνιολογίας (UniversityofSurrey, UK)
MSc Psychology (c.) (Brunel University of London)
Πιστοποιημένη Life Coach (International Coaching Federation, ICF)
Solution Focused Θεραπεύτρια (BRIEF)

