Ο Μεσοπόλεμος υπήρξε «χρυσή» εποχή και για την ελληνική αρχιτεκτονική. Πληθώρα μελετών και κατασκευών αποδεικνύει περίτρανα τη «γονιμότητα» εκείνης της εποχής σε πολλά πεδία.

Το αποδεικνύουν τα σχέδια των κτηρίων της Τράπεζας της Ελλάδος που θα εκτεθούν στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς, από τις 15 Σεπτεμβρίου μέχρι και τις 27 Νοεμβρίου.

Αφενός η πρωτοτυπία του σχεδιασμού και αφετέρου η σχεδιαστική δεινότητα των αρχιτεκτόνων, συχνά προσεγγίζουν την εικαστική δημιουργία.

Όταν η Τράπεζα της Ελλάδος, αμέσως μετά την ίδρυσή της το 1928, μερίμνησε για τη στέγαση του κεντρικού της καταστήματος στην Αθήνα, οι αρχιτέκτονες στο Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος δεν έφταναν ούτε τους 300.

Αυτός ο περιορισμένος αριθμός επιστημονικού προσωπικού είχε την τύχη να αναλάβει τις μελέτες πληθώρας υποδομών του ελληνικού κράτους που αναπτύχθηκαν εκείνη την εποχή. Σχολεία, νοσοκομεία και πολλά άλλα κρατικά ιδρύματα κ.ά.. Όπως οι εγκαταστάσεις της Τράπεζας, τόσο στην Αθήνα όσο και στα 27 υποκαταστήματά της στην ελληνική περιφέρεια, που αποτελούν τοπόσημο για κάθε περιοχή.

Από τους τρεις αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς που προκήρυξε η Τράπεζα της Ελλάδος, για τη δημιουργία των κεντρικών της καταστημάτων, στη Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά, προέκυψε μεγάλος αριθμός σχεδίων. Αυτά αποτελούν το κύριο «σώμα» της έκθεσης στο Μουσείο Μπενάκη και αποκαλύπτουν τις τάσεις της ελληνικής αρχιτεκτονικής.

Σε αντίθεση με τα σχολικά κτήρια και τα νοσοκομεία, όπου αναδεικνύεται ο μοντερνιστικός προβληματισμός των Ελλήνων αρχιτεκτόνων, οι προδιαγραφές των διαγωνισμών των Τράπεζας έδιναν την ευκαιρία σε πιο κλασικιστικές αναζητήσεις και συνέβαλαν στη διαμόρφωση του ελληνικού αρχιτεκτονικού προφίλ της εποχής.

Η αρχειοθέτηση του τεράστιου αρχιτεκτονικού αρχείου της Τράπεζας της Ελλάδος περιλαμβάνει 15 χιλιάδες σχέδια, ολοκληρώθηκε τα τελευταία δύο χρόνια από την καθηγήτρια της αρχιτεκτονικής Μάρω Καρδαμίτση- Αδάμη, υπεύθυνη των Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη.

«Επρόκειτο κυριολεκτικά για ανασκαφικά ευρήματα» λέει η ίδια, η οποία υπογράφει και τα κείμενα του τόμου που θα κυκλοφορήσει με την ευκαιρία της έκθεσης, όπου συμπεριλαμβάνονται κεφάλαια αναφορικά με τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς τον Μεσοπόλεμο.

«Κατέθεταν προσχέδια, μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Η Τράπεζα έκανε την επιλογή και το τελικό αποτέλεσμα δεν εκπροσωπούσε κατ’ ανάγκη την αρχική ιδέα του αρχιτέκτονα».

Στην περίπτωση του κεντρικού κτηρίου της Τράπεζας της Ελλάδος στην Αθήνα, οι έπαινοι του διαγωνισμού απονεμήθηκαν στους νεαρούς αρχιτέκτονες Κ. Λάσκαρη και Δ. Τριποδάκη, και στη συνέχεια ανέλαβαν οι τεχνικές υπηρεσίες της Τράπεζας με επικεφαλής τον Ν. Ζουμπουλίδη, αλλάζοντας τα σχέδια. Τον σχεδιασμό των θησαυροφυλακίων και των διαφόρων εγκαταστάσεων έκανε ο Άγγλος μηχανικός O. Faber.

Το κεντρικό κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδος στην Πανεπιστημίου, εμβαδού 6025 τ.μ., εγκαινιάστηκε τελικά το 1938, μια δεκαετία μετά την ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία στο μεταξύ είχε εγκαινιάσει τα κτήριά της στη Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά, σε προϋπάρχοντα κτήρια της Εθνικής Τράπεζας.

Στην έκθεση των σχεδίων στο Μουσείο Μπενάκη εκτίθενται, επίσης, φωτογραφίες καθώς και δείγματα της επίπλωσης των κτηρίων.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Επιμέλεια: Χρήστος Παναγόπουλος

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης