Eπιμέλεια: Μπάμπης Παπαφιλιππάκης
Στο Ολυμπιακό Στάδιο της Βαρκελώνης δοκιμάζεται απόψε (19:45, Cosmote Sport 2) ο Ολυμπιακός.
Οι Πειραιώτες, για την 3η αγωνιστική της League Phase του Champions League, θα αντιμετωπίσουν την Μπαρτσελόνα, σε ένα ματς πρόκληση για την ομάδα του Μεντιλίμπαρ.
Αναμφίβολα το εμπόδιο που καλούνται να υπερπηδήσουν οι νταμπλούχοι Ελλάδας, οι οποίοι μετά από δύο αγωνιστικές στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση έχουν συγκεντρώσει έναν βαθμό, μοιάζει πάρα πολύ υψηλό.
Εντούτοις οι παίκτες του Ολυμπιακού οφείλουν να υπερβάλλουν εαυτούς απέναντι στο καμάρι της Καταλονίας.
Άλλωστε το «Μονζουίκ» ξυπνάει όμορφες θύμησες στον ελληνικό αθλητισμό, καθώς στο Estadi Olímpic Lluís Companys, όπως ονομάζεται σήμερα, έχει λάβει χώρα ο αλήστου μνήμης άθλος της Βούλας Πατουλίδου πριν από 33 χρόνια.
Το ημερολόγιο έγραφε 6 Αυγούστου του… μακρινού 1992, όταν η, 27χρονη τότε, Βούλα Πατουλίδου συμμετείχε στον τελικό 100 μέτρων με εμπόδια, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης, καταφέρνοντας να γράψει ιστορία.
Πιο συγκεκριμένα, με χρόνο 12.64 δευτερόλεπτα κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο, το οποίο μάλιστα ήταν πρώτο για τη χώρα μας στη διοργάνωση, μετά από 80 ολόκληρα χρόνια (Τσικλητήρας 1912), κάνοντας όλη την παγκόσμια αθλητική κοινότητα να παραμιλάει..
Κι αυτό γιατί παρακολούθησε μία άγνωστη μέχρι τότε αθλήτρια, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, να κόβει πρώτη το νήμα.

Αμέσως μετά τον τερματισμό, οι κάμερες στράφηκαν στην Γκέιλ Ντίβερς, που είχε σκοντάψει στο τελευταίο εμπόδιο.
Το αμέσως επόμενο πλάνο έδειξε τη Βούλα Πατουλίδου, με εκείνο το τεράστιο χαμόγελο, να τρέχει στο ταρτάν, μη μπορώντας να πιστέψει αυτό που είχε πετύχει.
Η κραυγή της «Για την Ελλάδα, ρε γαμώτο!» έμεινε φυσικά στην ιστορία, με τη δακρυσμένη Βούλα Πατουλίδου να παραλαμβάνει το χρυσό μετάλλιο, δια χειρός Λάμπη Νικολάου, κάνοντας όλη την Ελλάδα να κλάψει από συγκίνηση και υπερηφάνεια.

Τι είχε δηλώσει σε συνέντευξή της
Σε συνέντευξή της στη «Μακεδονία της Κυριακής» τον Ιούλιο του 2021, η Βούλα είχε αποκαλύψει το συναίσθημα των πρώτων στιγμών μετά τον τερματισμό:
«Τερματίζω και ξέρω ότι έχω πάει πάρα πολύ καλά. Το ξέρεις αυτό, το νιώθεις, αλλά δεν ξέρεις πόσο. Κοιτάω τους δημοσιογράφους και τους ρωτάω “τι έγινε;”. Και αυτοί δεν τολμούν να μου πουν ότι βγήκες πρώτη, ενώ όποιος βλέπει τη γραμμή τερματισμού το ξέρει. Ελληνίδα; Σε δρόμο ταχύτητας; Στον κλασικό αθλητισμό; Γυναίκα; Δεν υπάρχει περίπτωση να βγήκε πρώτη. Άρα ας είμαστε 1000% σίγουροι. Στη συνέχεια, αυτό που ακολούθησε δεν ξεχνιέται.
Όλοι οι ξένοι δημοσιογράφοι έπεσαν πάνω στους δικούς μας για να μάθουν ποια ήταν αυτή, που τερμάτισε πρώτη. Ούτε καλά καλά το επίθετό μου μπορούσαν να προφέρουν σωστά. Ξαφνικά όλοι ήθελαν να μάθουν λεπτομέρειες για τη μεγαλύτερη έκπληξη των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης. Νομίζω ότι, αφού δεν τρελάθηκα εκείνη την ώρα, ίσως να μην τρελαθώ ποτέ σε αυτή τη ζωή μου.
Αμέσως άρχισα να ψάχνω τον σύζυγό μου, που ήξερα ότι καθόταν πάντα στην εκκίνηση, γιατί εκεί είναι το πιο σημαντικό σημείο. Στον τελικό είδε το γυρισμένο το μάτι το δικό μου και είπε “αυτή ή θα τα πάρει σβάρνα όλα τα εμπόδια ή κάτι καλό θα κάνει”.
Ε, προφανώς επικράτησε το δεύτερο. Ήθελα, επειδή έχει ένα πολύ πολύ μεγάλο μερίδιο σε αυτήν την επιτυχία, τόσο ο ίδιος όσο και ο Πλούταρχος ο Σαρασλανίδης, που ήταν ο άνθρωπος που με γύρισε στα εμπόδια μου -γιατί δεν ήταν αγαπημένο μου άθλημα τα εμπόδια, αλλά ήταν αυτό που μου έδωσε τη μεγαλύτερη διάκριση στη ζωή μου μέχρι τώρα- να τους έχω κοντά μου σε αυτήν τη στιγμή».
