Έχεις έναν ωραίο τύπο. Έτυχε κάπου στο μακρινό παρελθόν να κάνετε «κολλεγιά». Πέρασες απίστευτα, τον ερωτεύτηκες, τον έβαλες στην καρδιά σου. Και η ευτυχία ξεκινάει από τώρα για σένα. Ή έτσι νομίζεις τουλάχιστον. Αντίθετα, εκείνος πέρασε συμπαθητικά μαζί σου, αλλά δεν ξετρελάθηκε κιόλας. Από τότε βρεθήκατε καμιά εικοσαριά φορές, τις οποίες μετρούσες μία προς μία, θυμόσουν κάθε λεπτομέρεια από αυτά που σου είπε και αποτύπωσες καρέ καρέ κάθε του κίνηση. Από τη μεριά του διακρίνεται μια προσπάθεια να καταλάβει πού θα πάει η ιστορία αυτή. Μετά από μια σειρά συναντήσεων, όλες με μια πεζή, πανομοιότυπη κατάληξη, καταλαβαίνει ότι δεν του ταιριάζεις και αρχίζει να βαριέται. Κι εκεί αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση.
Αρχίζετε και ξεκόβετε (δηλαδή εκείνος ξεκόβει), ενώ εσύ, κρύβοντας μια ενδόμυχη στενοχώρια, γιατί κάτι έχεις καταλάβει ότι δεν πάει καλά, του αφήνεις το περιθώριο να απομακρυνθεί χωρίς εξηγήσεις. Έχει περάσει ένας χρόνος ίσως και ενάμισης. Διατηρείτε μια επαφή, η οποία όμως είναι εντελώς τυπική και ποτέ διά ζώσης. Σε παίρνει τηλέφωνο, δήθεν για να σου δείξει πως δε σε ξέχασε, μιλάτε για τα περί ανέμων και υδάτων και σχεδόν πάντα κλείνει η κουβέντα με μια πρόταση εκ μέρους σου να βρεθείτε. Εκείνος βρίσκει διάφορες δικαιολογίες, για να προσπεράσει την πρότασή σου. Αυτό που εκείνος αναρωτιέται είναι γιατί, ενώ σε αποφεύγει τόσο καιρό, γεγονός που συνεπάγεται πως δεν ενδιαφέρεται για σένα, εσύ, παρ’ όλα αυτά, συνεχίζεις να επιζητάς επαφή μαζί του. Και κάποια στιγμή σού λέει κατάμουτρα πως δεν τον ενδιαφέρεις. Και σ’ αυτό το σημείο ξεσπάς. Μετά από τέτοια χυλόπιτα πώς περιμένει να αντιδράσεις; Τον ερωτεύτηκες και του το έδειξες, κολάκευες τον εγωισμό του με την επαφή που διατηρούσατε, έστω και τηλεφωνικά, και ήξερε πώς ένιωθες όταν σου μιλούσε. Και τώρα που βγάζεις το εσώψυχό σου ζητάει και τα ρέστα;
Άνδρες σου λέει μετά…

