Μια ιστορία αγάπης και αλληλεγγύης ήρθε στο προσκήνιο στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Προπαραμονή Χριστουγέννων του 1975 ένα ζευγάρι , ο Ρόμπ Πάρσονς και η σύζυγός του, Νταϊάν, ετοιμάζονταν για τις γιορτές στο σπίτι τους στο Κάρντιφ, όταν άκουσαν ένα χτύπημα στην πόρτα.

Όταν άνοιξαν την πόρτα, αντίκρισαν έναν άνδρα που κρατούσε στο δεξί του χέρι μια σακούλα σκουπιδιών με τα υπάρχοντά του και στο αριστερό ένα παγωμένο κοτόπουλο.

Ο Ρομπ αναγνώρισε αμυδρά αυτόν τον άνθρωπο, καθώς τον έβλεπε περιστασιακά στο κατηχητικό όταν ήταν παιδί και για τον οποίο του έλεγαν να είναι ευγενικός, επειδή ήταν «λίγο διαφορετικός».

«Του είπα: “Ρόνι, τι γίνεται με το κοτόπουλο;” και μου απάντησε: “κάποιος μού το έδωσε για τα Χριστούγεννα”. Και τότε είπα δύο λέξεις που άλλαξαν τη ζωή όλων μας. Δεν είμαι σίγουρος γιατί τις είπα. Είπα: “έλα μέσα“».

Οικογενειακές φωτογραφίες

Το ζευγάρι τότε ήταν 26 και 27 ετών και σε τόσο νεαρή ηλικία πήραν μια τέτοια πρωτοβουλία. Είχαν την ανάγκη να πάρει υπό την προστασία του τον Ρόνι, ο οποίος είχε αυτισμό.

Αφού ο Ρόνι μπήκε μέσα μαγείρεψαν το κοτόπουλό του, τον άφησαν να κάνει μπάνιο και συμφώνησαν να μείνει μαζί τους τα Χριστούγεννα.

Μπορεί να ξεκίνησε σαν μια πράξη συμπόνιας, αλλά εξελίχτηκε σαν μια πραγματική σχέση αγάπης.

Η ιστορία αυτή κράτησε 45 χρόνια μέχρι τον θανατό του. «Τον θυμάμαι ακόμα, καθόταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι με τα δώρα και έκλαιγε, ήταν πραγματικά απίστευτο να το βλέπεις», είπε η Νταϊάν.

Το αρχικό τους πλάνο ήταν να τον φιλοξενήσουν μόνο για δύο μέρες, αλλά δεν μπόρεσαν να τον διώξουν και ζήτησαν συμβουλές από τις αρχές. Το κέντρο αστέγων τους είπε ότι ο Ρόνι χρειαζόταν διεύθυνση για να βρει δουλειά, όπως είπε ο Ρομπ, αλλά «για να έχεις διεύθυνση, χρειάζεσαι δουλειά».

«Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος στον οποίο βρίσκονται πολλοί άστεγοι».

Το ζευγάρι ανέφερε ότι στην αρχή ο Ρόνι ήταν κάπως αμήχανος, δυσκολευόταν να κοιτάξει στα μάτια και η συζήτηση ήταν περιορισμένη.

«Όμως σιγά σιγά τον γνωρίσαμε και στην πραγματικότητα, τον αγαπήσαμε».

Όλη η οικογένεια μαζί

Τον βοήθησαν να βρει δουλειά ως εργάτης καθαριότητας και τον πήγαν να αγοράσει καινούργια ρούχα, όταν διαπίστωσαν ότι φορούσε ακόμη τα ίδια ρούχα που του είχαν δοθεί ως έφηβο στο ίδρυμα.

«Δεν είχαμε δικά μας παιδιά τότε, ήταν σαν να ντύνεις τα παιδιά σου για το σχολείο, ήμασταν περήφανοι γονείς», είπε ο Ρομπ.

Ο Ρομπ ήταν δικηγόρος και  ξυπνούσε μία ώρα νωρίτερα για να πηγαίνει τον Ρόνι στη δουλειά πριν πάει ο ίδιος στο γραφείο. Όταν επέστρεφε στο σπίτι, συχνά έβρισκε τον Ρόνι να κάθεται εκεί και απλώς να χαμογελά, και ένα βράδυ τον ρώτησε: «Ρόνι, τι σε διασκεδάζει τόσο;».

Ο Ρόνι απάντησε: «Ρομπ, όταν με πας στη δουλειά το πρωί, οι άλλοι λένε “ποιος είναι αυτός που σε φέρνει με αυτό το αυτοκίνητο;” κι εγώ τους λέω “α, αυτός είναι ο δικηγόρος μου”».

Ωστόσο, μια φορά το ζευγάρι σκέφτηκε πως πρέπει να βοηθήσει τον Ρόνι να ζήσει μόνος του.

Καθώς τα δύο τους πλέον παιδιά μεγάλωναν και ο χώρος στο σπίτι με το ένα μπάνιο φαινόταν περιορισμένος, πλησίασαν το δωμάτιο του Ρόνι για να του προτείνουν να πάρει ένα διαμέρισμα λίγο πιο κάτω από το δικό τους.

O Ρόνι αγκαλιά με τον γιό του Ρομπ

Μόλις μπήκαν, ο Ρόνι επανέλαβε την γνώριμη ερώτηση: «έκανα κάτι κακό;».

«Δεν μπορώ να το κάνω». Λίγες νύχτες αργότερα, ο Ρόνι μπήκε στο δωμάτιό τους και ρώτησε: «εμείς οι τρεις είμαστε σίγουρα φίλοι, σωστά;»

«Του είπα: “ναι, Ρόνι, εμείς οι τρεις είμαστε σίγουρα φίλοι”», είπε ο Ρομπ.

Τέλος, σημειώνεται πως ο Ρόνι πέθανε το 2020 σε ηλικία 75 ετών, μετά από εγκεφαλικό, και το ζευγάρι λέει ότι τον νοσταλγεί πολύ.

Πηγή:ΒΒC

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης